Κάθεται στο γραφείο του, παίζει στα δάχτυλά του τα χρωματιστά του μολύβια, μέχρι να τελειώσει το σχέδιο που ετοίμαζε εκείνη τη στιγμή με έμπνευση από τον ωραιότερο πίνακα που θα μπορούσε να έχει στο ρετιρέ σπίτι του, ένα οροφοδιαμέρισμα μιας παλιά πολυκατοικίας στου Ψυρρή: Την Ακρόπολη, το Αστεροσκοπείο, τη Ρωμαϊκή και Αρχαία Αγορά, το Λυκαβηττό. Στους τοίχους μεγάλες κορνίζες από παλιές επιδείξεις μόδας στις οποίες είχε μεγαλουργήσει από τα 70s, εξώφυλλα περιοδικών με ρούχα του- όλη η ιστορία της μόδας στην Ελλάδα, σε 100 τετραγωνικά. «Δεν είμαι άνθρωπος του παρελθόντος. Θέλω συνεχώς να κάνω πράγματα καινούργια, να βελτιώνομαι από κολεξιόν σε κολεξιόν και να προσφέρω στις πελάτισσες μου, κάθε φορά, το διαφορετικό», λέει.
-Δεν σε κούρασε να ασχολείσαι συνεχώς με τη μόδα, εδώ και 37 χρόνια;
-Τώρα πια έγινα 60 χρόνων, είναι φυσικό κάποια στιγμή να σε κουράζει αυτό που κάνεις καθημερινά, αυτό στο οποίο έχεις αποφασίσει ότι θα αφιερώσεις την ψυχή αλλά και ολόκληρη τη ζωή σου. Πριν από δύο χρόνια πέρασα μία γενικότερη κρίση- και ηλικίας αλλά και προσωπική. Κατάλαβα όμως ότι η δουλειά μου είναι το παν για μένα, αφού είμαι ένας άνθρωπος ανέκαθεν μόνος που έχει μόνο την εργασία του στη ζωή του. Νομίζω ότι έτσι είμαι φτιαγμένος από τη φύση μου.
-Αυτό δεν είχε κόστος στην προσωπική σου ζωή;
-Μεγάλο. Τις μεγάλες, όμως, απογοητεύσεις τις πέρασα από τους φίλους μου, από ανθρώπους που με πρόδωσαν ή που, σε μία δύσκολή μου στιγμή, μου φέρθηκαν σκάρτα. Περίμενα να ήταν διαφορετικά τα πράγματα, αλλά ατύχησα. Τώρα μου έμειναν ελάχιστοι. Τελικά, το να έχεις φίλους αληθινούς και όχι ανθρώπους που απλά να είναι μαζί σου στα πάρτι, στις δεξιώσεις και στις φωτογραφήσεις, είναι το δυσκολότερο πράγμα στη ζωή.
-Για ποιο λόγο αισθάνθηκες τόσο απογοητευμένος, πριν από δύο χρόνια;
-Ήταν περισσότερο συναισθηματικό το θέμα μου. Ένιωσα ότι μεγάλωνα και βάραινα. Θυμάμαι ότι, όταν ήμουν 25 και 35 χρόνων, ξενυχτούσα συνεχώς με τους συνεργάτες μου, τους φίλους μου, τα μοντέλα ενώ, τα τελευταία χρόνια, δεν άντεχα να το κάνω πια αυτό.
-Θα προτιμούσες να λειτουργούσες αλλιώς τώρα, στα 60 σου χρόνια;
-Βλέπω καμιά φορά τον Μάκη Τσέλιο- με τον οποίο έχουμε πάνω κάτω την ίδια ηλικία- και τον ζηλεύω. Του λέω «Θέλω να γίνω Τσέλιος!». Βγαίνει, διασκεδάζει, πάει στη Μύκονο, κάθεται αρκετές εβδομάδες και το χαίρεται. Εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Σκέφτομαι συνέχεια το ατελιέ μου, τη δουλειά, την επόμενη κολεξιόν, όλα όσα εκκρεμούν.
-Είχες περάσει κατάθλιψη το 2008;
-Ναι. Δεν ήμουν καλά εκείνη περίπου την περίοδο, ήθελα να είμαι συνέχεια κλεισμένος μέσα στο σπίτι, δεν είχα καμία διάθεση για να βγω ή να δω γνωστούς μου και να περάσουμε καλά. Αυτό το είχα ξαναπάθει τρεις τέσσερις φορές στο παρελθόν- έφτανα στο χείλος της καταστροφής, αλλά μετά ξανανέβαινα-, αυτή τη φορά όμως καταλάβαινα ότι οι λόγοι ήταν διαφορετικοί. Πήγαινα στο φαρμακείο, έπαιρνα κάποια ελαφριά αντικαταθλιπτικά που μου είχε συστήσει ο παθολόγος μου, προσπαθούσα να ηρεμήσω και να κουλάρω. Μέχρι που, μια μέρα, είχα πάει στο αεροδρόμιο για να πάω σε κάποιο επαγγελματικό ταξίδι, παθαίνω ένα ξαφνικό σοκ, έτσι όπως ήμουν καταβεβλημένος και κουρασμένος και λέω στον εαυτό μου «για ποιο λόγο, ο βλάκας, να είμαι έτσι, σε αυτή την μίζερη κατάσταση; Μέχρι πότε θα μπορώ να σέρνω ο ίδιος τη βαλίτσα μου, από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο; Μέχρι πότε θα μπορώ να κάνω ταξίδια; Μέχρι πότε θα μπορώ να χαίρομαι όλα όσα απέκτησα με τόσο κόπο από το μηδέν; Πρέπει να δω αλλιώς τα πράγματα και να ζήσω όσα δεν έζησα μέχρι τώρα!». Εκεί άρχισα να συνέρχομαι και, τον τελευταίο καιρό, κάνω συνέχεια ταξίδια για τη διασκέδαση και την ξεκούρασή μου. Το καταχαίρομαι! Κάνω σαν μικρό παιδί! Έχω πάει στη Βραζιλία, στο Μαρόκο, στη Νέα Υόρκη, στο Βερολίνο, στη Λειψία, σε πολλές πόλεις. Αυτό με αναζωογονεί. Τα ταξίδια μάλιστα με βοήθησαν πολύ και σχεδιαστικά, είναι πλέον πηγή έμπνευσης για μένα.
-Μήπως σου λείπει ένας σύντροφος;
-Μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να συμβιώσω με έναν άνθρωπο. Ίσως να φταίνε και τα κατάλοιπα των παιδικών μου χρόνων, που δεν ήταν καθόλου καλά. Με τρομάζει η συντροφικότητα. Το θεωρώ πολύ δύσκολο, στην ηλικία που είμαι τώρα, να μπορέσω να συμβιώσω με κάποιον που να μπορέσω να ερωτευτώ. Θυμάμαι, στη Μύκονο, πριν από 10 χρόνια, γυρνάει ο Νίκος ο Τσελέπης ο διακοσμητής και μου λέει «Μιχαλάκη, πενηνταρίσαμε πια. Άμα ήταν, θα μας είχε συμβεί μέχρι τα 50». Το ήξερα από τότε. Δεν περίμενα τίποτα πια στην προσωπική μου ζωή.
-Έχεις αποδεχτεί το γεγονός ότι θα είσαι για πάντα μόνος;
-Έχω ρυθμίσει τα πράγματα με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην αισθάνομαι αυτή την έλλειψη. Δεν είναι τυχαίο που, εδώ και δύο χρόνια, έφερα το σπίτι μου, πάνω από τη δουλειά μου, τους κάτω ορόφους, εδώ στου Ψυρρή. Τους υπαλλήλους μου, τα μανεκέν, τους έχω σαν σπίτι μου, σαν οικογένειά μου. Είμαι όλη μέρα μέσα σε κόσμο, χτυπάνε συνεχώς τα τηλέφωνα, έχω το ένα ραντεβού μετά το άλλο, δεν προλαβαίνω να σκεφτώ οτιδήποτε άλλο. Όταν ανεβαίνω στο σπίτι, το μόνο που θέλω είναι να μείνω μόνος μου και να ζωγραφίσω.
-Οι Κυριακές σου πως είναι;
-Είναι οι χειρότερές μου μέρες. Απλά, για να μην πέφτω ψυχολογικά, σηκώνομαι το μεσημεράκι και πηγαίνω με τα πόδια στο παζάρι που γίνεται στο Μοναστηράκι, για να βλέπω κόσμο και να μιλάμε. Ίσως συναντηθώ και με ένα δύο φίλους για φαγητό.
-Πότε έκανες την τελευταία σου ερωτική σχέση;
-Στα 22 μου. Έχω να ερωτευτώ 40 χρόνια. Κακά τα ψέματα, όμως, όλα τα θέματα έχουν μία ηλικία. Ακόμη και οι έρωτες, οι σχέσεις, οι γάμοι, τα πάθη, οι χωρισμοί. Εγώ έχω φύγει πολύ πια από την ηλικία που θα μπορούσα να ερωτευτώ. Εξάλλου, για μένα, η εποχή της αγάπης, δεν είναι καλό πράγμα, δεν περνάω καλά: Ζηλεύω, παραμελώ τη δουλειά μου, υποφέρω. Μάλλον επειδή έχω χαμηλή αυτοεκτίμηση. Οπότε το φιλοσόφησα. Είπα «Μιχάλη, δεν κάνεις εσύ γι αυτά».
-Σε εκμεταλλεύτηκαν ποτέ άνθρωποι ερωτικά;
-Μου το λένε πολλοί αυτό- και όχι μόνο για τα ερωτικά μου θέματα. Δεν νομίζω. Και κάτι να έπεσε στην αντίληψή μου, το σταμάτησα. Και εκείνοι μου έδιναν τη χαρά τους, την παρέα τους, τα νιάτα τους. Εγώ γιατί να μην δώσω αυτά που είχα; Το θεωρώ πολύ φυσιολογικό. Είναι δίκαιο αυτό το αλισβερίσι.
-Αυτό δεν είναι υποχωρητικότητα στα θέλω σου; Δεν υποτιμάς έτσι τον εαυτό σου;
-Θα σου φέρω ένα παράδειγμα: Αν είμαι σε έναν διαγωνισμό και, αντί να έρθω πρώτος, βγω προτελευταίος, δεν θα διαμαρτυρηθώ, θα πω «έτσι είναι». Ξέρω να χάνω. Ποτέ δεν θα σηκώσω το τηλέφωνό μου για να γκρινιάξω ή να παραπονεθώ για το οτιδήποτε σε κάποιον.
-Είσαι ευτυχισμένος, έτσι όπως ζεις σήμερα;
-Αυτή είναι πολύ μεγάλη λέξη για μένα. Είμαι καλά.
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό People, τον Μάιο του 2011.