Αν και είναι 28 χρόνων, αισθάνεται ότι ξαναγεννήθηκε στα 16 της χρόνια. Τότε που αποφάσισε να γίνει γυναίκα και να διαγράψει για πάντα το αγόρι, που κάποτε υπήρξε.
Στο δυάρι σπίτι της, στην οδό Δημοσθένους, στην Καλλιθέα, μόλις έχει ετοιμάσει τσάι με λεμόνι, γλυκάνισο, φασκόμηλο, κανέλα, γλυκό κάστανο που έχει φτιάξει η ίδια «για να προγευματίσουμε και να γιορτάσουμε τα Θεοφάνεια», λέει γελώντας την Πέμπτη 6 Ιανουαρίου που δίνει τη συνέντευξή της για το People. Στον τοίχο πίνακές της με μορφές γυναικών, βενετσιάνικες και αγγλικές κορνίζες στο πάτωμα που περιμένουν τα καινούργια της έργα, ένα κεφάλι αλόγου που φιλοτέχνησε πριν από λίγο καιρό και το λευκό κουνελάκι της, η Μόκα, να κάθεται ήσυχο δίπλα της. Στο ντουλάπι, μπροστά από τον λευκό καναπέ, τα βραβεία «ερμηνείας» και «πρωτοεμφανιζόμενης ηθοποιού» που κέρδισε τα τελευταία δύο χρόνια για την ταινία του Πάνου- Χ. Κούτρα «Στρέλλα» στην οποία πρωταγωνίστησε: Από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, φεστιβάλ στη Λισσαβόνα, στο Ισραήλ, στο Μεξικό, στη Νορβηγία. «Είμαι πολύ περήφανη για όλα αυτά. Και τώρα, έχω μεγάλη αγωνία να πάει καλά το θεατρικό έργο, το “Φάντο και Λις”, στο οποίο παίζω», λέει καθώς βάζει στο cd player της να ακούσουμε Κάλλας που λατρεύει. «Έχω αγωνιστεί πολύ στη ζωή μου, είμαι πολύ ευτυχισμένη και εύχομαι όλα να συνεχίσουν να πηγαίνουν καλά».
-Πως ήτανε τα παιδικά σου χρόνια στην Κάλυμνο, όπου μεγάλωσες;
-Μοναχικά. Η ζωή μου ήτανε μόνο σχολείο- σπίτι, ζούσα με τους γονείς μου- το Γιώργο και τη Σεβαστή- και τα τρία μεγαλύτερα μου αδέλφια. Τα απογεύματα έπαιζα στη γειτονιά με τα κοριτσάκια, δεν έζησα βόλτες με συμμαθητές μου, παιχνίδια με αγόρια, ποδόσφαιρο, δεν έπαιξα ποτέ μου μπάσκετ, γιατί πάντα πίστευα ότι αυτές ήτανε ασχολίες κάπως βάρβαρες για μένα. Δεν με εξέφραζαν.
-Οι γονείς σου τι δουλειά έκαναν;
-Η μαμά μου οικιακά, ο μπαμπάς μου ασχολείται με την ξυλογλυπτική. Μία κανονική οικογένεια.
-Τα αγόρια, οι συμμαθητές σου, πως σε αντιμετώπιζαν στο νησί;
-Σαν κάτι το διαφορετικό. Κάποιοι με κορόιδευαν, με χλεύαζαν, κάποιοι με σεβόντουσαν.
-Ήσουνα θηλυπρεπής;
-Ναι, αρκετά. Θυμάμαι ότι, όταν έφευγαν οι γονείς μου από το σπίτι, έπαιρνα τα μαργαριτάρια της μαμάς μου από το δωμάτιό της, τα φορούσα, έβαζα κραγιόν, κάποιο φουστάνι, έκανα πασαρέλα στο διάδρομο του σπιτιού και χαιρόμουνα.
-Πότε αισθάνθηκες ότι δεν ανήκεις πια στο σώμα του αγοριού που κάποτε υπήρξες;
-Γύρω στα 10 μου χρόνια. Από την τετάρτη δημοτικού ένιωθα καλύτερα στο να ήμουνα κοριτσάκι. Έβλεπα τις συμμαθήτριες μου και τις ζήλευα! Έλεγα «τι ωραία μακριά μαλλιά που μπορούν να έχουν, τι ωραία φουστάνια που μπορούν και φοράνε…». Ήθελα και εγώ να ήμουνα ένα κοριτσάκι...
-Το έλεγες στην οικογένειά σου;
-Όχι. Σε κανέναν. Το κρατούσα μέσα μου. Το είπα πρώτη φορά όταν έγινα 16 χρόνων, στην περιπτερού. Της το είχα πει το μεσημέρι, αλλά μέχρι το βράδυ με ρουφιάνεψε και το ήξερε όλη η γειτονιά. Έφυγα λοιπόν από το σπίτι για να προλάβω τα χειρότερα και πήγα να μείνω μόνιμα στη Ρόδο. Με το που πάτησα το πόδι μου στη Ρόδο έγινα πια η «Μίνα», δεν ξαναυπήρξα ποτέ αγόρι. Έβαζα περούκα, ντυνόμουνα γυναικεία, έτρεχα σαν τρελή, ήμουνα η μασκότ της Ρόδου, ήμουνα η αγαπημένη Μίνα ολονών, ήμουνα ευτυχισμένη. Ακόμη και να με έβλεπαν να κυκλοφορώ τη μέρα χωρίς περούκα, δεν ήξεραν καν το όνομα που είχα στην Κάλυμνο, «Μίνα» με φωνάζανε πάντα.
-Δεν θα μπορούσες να ζεις τη ζωή ενός gay;
-Όχι, αν και θα ήμουνα καταξιωμένη αν ήμουνα gay στην κοινωνία που ζούμε σήμερα. Θα μπορούσα επίσης να ήμουνα ένας gay κρυφός, να είχα παντρευτεί, να είχα κάνει οικογένεια, να φεύγω για «επαγγελματικά ταξίδια» ή να κάνω βόλτες τα βράδια στο Ζάππειο. Αυτό όμως θα ήταν υποκρισία για τη δική μου ιδιοσυγκρασία. Εγώ ήθελα να είμαι γυναίκα, όχι άντρας, αισθανόμουνα μόνο γυναίκα.
-Ποιο ήταν το όνομά σου όταν ήσουνα αγόρι;
-Αυτό δεν το λέω ποτέ. Εκείνο το άτομο δεν υπάρχει πια, έχει πεθάνει. Το σκότωσα εγώ η ίδια στα 16 μου χρόνια. Είμαι μόνο η Μίνα.
-Έκανες ποτέ πορνεία;
-Ποτέ. Δεν είναι ο χαρακτήρας μου για το πεζοδρόμιο.
-Στη Ρόδο πως σε αντιμετώπιζαν;
-Πολύ καλά. Με το που πήγα στη Ρόδο, για να επιβιώσω, δούλεψα σε κάποιο τουριστικό μαγαζί με σουβενίρ ως πωλήτρια ενώ παράλληλα έκανα και drag show σε clubs. Ξεκίνησα να παρουσιάζω εκθέσεις ζωγραφικής, άρχισα να βγάζω κάποια χρήματα κι έτσι η ζωή μου πήρε ένα άλλο δρόμο.
-Με τους γονείς σου στην Κάλυμνο, είχες επαφή;
-Η μαμά μου τρελάθηκε όταν, τη μέρα που έφυγα, ξύπνησε και δεν με βρήκε στο κρεβάτι μου. Την πήρα ξανά τηλέφωνο, μετά από 7 μήνες. Ήξεραν όμως γιατί έφυγα, δεν υπήρχε λόγος να με ψάξουν γιατί γνώριζαν τις αιτίες. Για να καταλάβεις, από τη μέρα που έφυγα, ξαναπήγα στην Κάλυμνο στα 22 μου, όταν είχα πάρει ήδη τη δική μου πορεία στη ζωή και, δεν σου κρύβω, ότι μετανιώνω φρικτά για το χρόνο που πέρασε χωρίς να βλέπω τους γονείς μου. Τώρα είμαστε αγαπημένοι, είμαι φίλη με τη μαμά μου, τους λατρεύω.
-Τι σου λέει σήμερα η μητέρα σου;
-Αυτό που θα έλεγε κάθε μάνα στην κόρη της: «πρόσεχε», «ο Θεός να σε φυλάει». Είναι μία γυναίκα της εκκλησίας, μεγάλωσε στην επαρχία και έχει πάντα στο νου της να μην πάθει κακό το παιδί της. Απ την άλλη, ο μπαμπάς μου δεν το είχε αντιμετωπίσει και πολύ καλά αλλά, ό,τι και να ναι, το ξεπερνάς. Άλλωστε, έχουν περάσει και τόσα χρόνια. Δεν είναι χθεσινή πληγή.
-Επικοινωνείτε τώρα;
-Πολύ συχνά. Παλιά, αν δεν έπαιρνα εγώ τηλέφωνο, εκείνοι δεν με έπαιρναν. Το παράπονό μου μια ζωή ήταν που δεν με έπαιρναν ποτέ εκείνοι τηλέφωνο να μάθουν αν αυτό το παιδί τρώει καλά, αν έχει λεφτά, αν έχει φάρμακα, που ζει, πως περνάει. Ποτέ δεν είχα κανέναν δίπλα μου, για πολλά χρόνια.
-Θυμάσαι την πρώτη φορά που συναντηθήκατε με τη μητέρα σου και ήσουνα ήδη γυναίκα;
-Ναι. Ήτανε το 2002 και είχα πάει στην Κάλυμνο. Η πόρτα ήταν ανοιχτή, άφησα τη βαλίτσα και μπήκα μέσα. Εκεί ήταν ο μπαμπάς μου, με βλέπει με ένα τζιν καμπάνα, ένα μαύρο πουκάμισο, μαλλιά μέχρι τη μέση, κραγιόν, σκουλαρίκια, νόμιζε ότι ήμουνα πλασιέ και μου λέει «κυρία μου, δεν θέλουμε βιβλία». Τον κοιτάω για λίγο και του λέω «μπαμπά; μπαμπά μου;». Κατάλαβε. Με αγκάλιασε, με φίλησε, δεν με άφηνε απ τα χέρια του. Πήγα μετά στο νεροχύτη και ακούω τη μαμά μου να έρχεται προς εμένα και να λέει στον μπαμπά μου «ποια είναι η κοπέλα;». Ο μπαμπάς μου της απάντησε «το παιδί μας!». Ξαφνιάστηκε, με κοίταξε καλά καλά, όρμηξε προς εμένα και φώναζε συνεχώς «Μινάκι μου! Μινάκι μου!», με κρατούσε σφικτά, με φιλούσε και δεν με άφηνε για πολύ ώρα. Πήγαμε βόλτα, περπατήσαμε για λίγο, μιλήσαμε και από τότε όλα πάνε καλά στις σχέσεις μας.
-Δεν σε φωνάζει πια η μαμά σου με το όνομα που είχες όταν ήσουνα αγόρι;
-Όχι.
-Δεν της ξεφεύγει;
-Όχι. Γιατί ξέρει ότι θα πληγωθώ.
-Πότε ξεκίνησες να κάνεις αλλαγές στο σώμα σου;
-Από τα 16 μου. Ξεκίνησα με ορμόνες, επεμβάσεις και, αμέσως μετά τη «Στρέλλα», έκανα εγχείρηση αλλαγής φύλου στο Λονδίνο.
-Τι σου άφησε η εγχείρηση αλλαγής φύλου;
-Δεν ήταν επώδυνη. Ήταν παρόμοια με την επέμβαση που έκανα για το στήθος μου. Αμέσως μόλις άνοιξα τα μάτια μου, μετά το χειρουργείο, ζήτησα ένα ποτήρι νερό και ξανακοιμήθηκα. Τα γυναικεία γεννητικά όργανα δεν μπορούσα να τα δω για πολύ καιρό, ήτανε με γάζες. Τα είδα αρκετό καιρό μετά. Ξέρω ότι δεν θα μπορέσω να γίνω ποτέ μητέρα, αλλά δεν με πειράζει. Ίσως θελήσω να υιοθετήσω κάποια στιγμή, γιατί θα ήθελα να βρω τον ιδανικό άντρα, να τον παντρευτώ και να δημιουργήσουμε τη δική μας οικογένεια
-Ερωτεύτηκες ποτέ;
-Μία φορά αγάπησα, στα 22 μου. Ήμασταν μαζί 4 χρόνια. Μετά τη «Στρέλλα», όταν ξέσπασε όλη εκείνη η δημοσιότητα, χωρίσαμε. Ίσως γιατί δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να δικαιολογούν μια επανάσταση και να τα ισοπεδώνουν όλα στη ζωή τους. Η οικογένειά του και το σόι του δεν ήξερε μέχρι τότε ότι ήμουνα τρανσέξουαλ, το έμαθαν μετά την ταινία και αντέδρασαν.
-Δεν θα ήθελες να ερωτευτείς ξανά;
-Τώρα, όχι. Πληγώθηκα. Είμαι ερωτευμένη με το σώμα μου, με μένα και, αν μπορούσα να κάνω έρωτα με τον εαυτό μου, θα προτιμούσα εμένα. Οι άντρες φοβούνται.
Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό People, τον Ιανουάριο του 2011.