8.8.09

ΕΛΕΝΗ ΡΑΝΤΟΥ: "ΜΙΑ ΑΓΚΑΛΙΑ, ΜΕ ΕΧΕΙ ΣΩΣΕΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ".




Κυριακή απόγευμα. Στο σπίτι της, στο Χολαργό, υπάρχει απόλυτη ησυχία. «Το προτιμώ» μου λέει. «Όποτε έχω χρόνο να μείνω με μένα, επιζητώ την ηρεμία. Η καθημερινότητά μου είναι τραγική. Βρίσκομαι 12 ώρες σε δουλειά κάθε μέρα. Το είχα ξεσυνηθίσει αλλά, και ως εμπειρία, δεν είχα ξανακάνει μονοκάμερο. Χαίρομαι όμως που ο κόσμος ανταποκρίνεται». Ανάβει τσιγάρο, κάθεται δίπλα μου στον καναπέ της με ντεκόρ κάποιες οικογενειακές φωτογραφίες, ξεκινάμε την κουβέντα μας.

-Αισθάνθηκες ποτέ star στις μεγάλες σου επιτυχίες;
-Ποτέ. Δεν μου λέει τίποτα το «star», εγώ χαίρομαι πάρα πολύ να κερδίζω το σεβασμό και την εκτίμηση του κόσμου, αυτό μου αρέσει πάρα πολύ. Την επιτυχία την γνώρισα αρκετά νωρίς, από 17 χρονών που έκανα την πρώτη μου δουλειά στην κρατική τηλεόραση. Αλλά, δεν ήταν κάτι που αποζήτησα ούτε αποτρελάθηκα από τη χαρά μου. Δεν αποζητώ να έχει δικαίωμα ο καθένας να μου χτυπάει την πλάτη, να είναι έξω από το σπίτι μου, να με παρακολουθεί και να μην έχω καμία προσωπική στιγμή. Εγώ δεν τρελάθηκα με το γύρω γύρω, τρελάθηκα με την ουσία. Έχω συγκινηθεί βαθιά όταν μου είπαν άνθρωποι στο δρόμο ότι εκείνη την περίοδο ήταν στη φυλακή, με έβλεπαν και ξεχνιόντουσαν, ή όταν μία κοπέλα με νευρική ανορεξία μου είπε ότι έβλεπε το «Κωνσταντίνου και Ελένης» και της δημιουργούσε διάθεση να φάει ο τρόπος που έτρωγα. Όταν μου λέει ο κόσμος «εσύ είσαι το παυσίπονό μας», εγώ συγκινούμαι βαθιά.
-Το δικό σου παυσίπονο ποιο είναι;
-Η δουλειά μου και η διαφορετικότητά της. Αυτό που σε γεμίζει με άγχος και είναι πολλές φορές και η αιτία της αρρώστιας σου, αυτό είναι και η ίαση. Είναι ένα περίεργο παιχνίδι.
-Αυτό γιατρεύει και την εσωστρέφειά σου;
-Ναι. Είμαι αρκετά αγοραφοβική και, αν δεν δούλευα, ίσως να έκανα να βγω από το σπίτι μπορεί και δύο μήνες. Είναι μεγάλη κλοτσιά στα προβλήματά μου η δουλειά, μου δίνει μία και μου λέει «βγες έξω και πάλεψέ το». Η αγοραφοβία μου είναι ανεξέλεγκτη. Με κάνει να νιώθω ότι δεν έχω οξυγόνο εκεί που είμαι. Όταν έχεις επιδιώξει την επωνυμία, τη διασημότητα, να είναι αναγνωρίσιμο το πρόσωπό σου και η δουλειά σου, χάνεις ουσιαστικά το οξυγόνο σου και δεν αναπνέεις πουθενά ελεύθερα. Μπορεί να θες να πάς κάπου και να μην το κάνεις επειδή δεν είναι «επιτρεπτό», είναι σαν να είσαι σε ένα Big Brother που παρακολουθούνται τα πάντα: Πρέπει να είσαι κόσμιος, πρέπει να είσαι κύριος, αλλά είναι και κάποιες στιγμές που θες να αλητέψεις.
-Τι σε σώζει;
-Κάποιες μικρές στιγμές. Από κάποιες στιγμές των ανθρώπων οι οποίες είναι απροσδόκητες, γενναιόδωρες και με παιδική αγνότητα. Για παράδειγμα, είχαμε ανοίξει πρόσφατα με την κόρη μου ένα site και εκεί διαβάσαμε ένα σχόλιο για την ταινία που έκανα το οποίο ήταν φοβερά κακεντρεχές. Γυρνάει η κόρη μου και μου λέει «μαμά, γράψε τους απάντηση και πες τους “τι λέτε καλέ, εγώ είμαι θεά!”». Γέλασα τόσο πολύ και, όταν γελάς, μικραίνεις το πρόβλημα, την κακοήθεια, τα κακά μεγέθη. Το χιούμορ είναι σαν ένα χάπι, σαν ένα αντικαταθλιπτικό, σαν ένα zanax που το παίρνεις και οποιοδήποτε σύμπτωμα πάει να σε μαυρίσει γίνεται ελάχιστο. Οι δικές μου στιγμές που «αναπνέω» είναι όταν οι άνθρωποι μου χαρίζουν το χιούμορ τους, την αγνότητά τους, την καλή διάθεση τους για το σύμπαν. Πήγα πρόσφατα σε μία κηδεία και με συγκλόνισε που είδα μία κυρία της οποίας ο άντρας είχε πεθάνει από καρκίνο του πνεύμονα, αυτή κάπνιζε ένα τσιγάρο, του το έβαζε στο στόμα- επάνω στη φωτογραφία- και του έλεγε «έλα, κάνε κι εσύ μία τζούρα, τώρα δεν θα σε βλάψει». Αυτό για μένα είναι πηγή ζωής για τα επόμενα δέκα χρόνια. Μέσα στην απώλειά της, είχε χιούμορ. Το βρήκα πολύ τρυφερό.
-Η βουτιά που μου έλεγες ότι έκανες μέσα σου πριν από δύο χρόνια, σε βοήθησε τελικά;
-Βέβαια. Ενώ, όπως σου έλεγα τότε, με τρόμαξε και πανικοβλήθηκα, τελικά με έκανε καλύτερο άνθρωπο. Με περισσότερη κατανόηση στα προβλήματα των άλλων. Επίσης έμαθα τις αντοχές μου, κατάλαβα ότι δεν τα αντέχω όλα. Παλιά έλεγα για τον εαυτό μου «σηκώνει βάρη και δεν κλατάρει». Ε αυτό, μου τελείωσε. Έχω όρια και, μερικά πράγματα που είναι πάνω από αυτά, τα έδιωξα.-Τι είναι πέρα από τα όριά σου;
-Να ακουμπάνε τόσο πολύ οι άλλοι επάνω μου που να φτάσουν στο σημείο της εξάρτησης. Μου αρέσει πάρα πολύ να με συμβουλεύονται, να με υπολογίζουν, αλλά υπάρχει μία τάξη ανθρώπων που λειτουργούν σαν τους πνιγμένους: Σε κατεβάζουν κάτω επειδή δεν ξέρουν να κολυμπάνε, σε βουτάνε και εσένα από τα μαλλιά και τελικά σε πνίγουν. Εγώ έχω μία φοβερή τάση να μαζεύω τέτοιους ανθρώπους γύρω μου. Νομίζω μάλιστα ότι το προκαλώ κιόλας. Σαν να παίρνω χαρά με το να νιώθω ότι εγώ είμαι πιο δυνατή από τους γύρω μου. Αυτό λοιπόν, κάποια στιγμή, με εξόντωσε. Όταν κάποιος έχει μία μορφή αναπηρίας θέλει να ακουμπήσει επάνω σου και, είτε θα γίνεις εσύ η πατερίτσα του, είτε το σωσίβιό του. Αισθάνθηκα λοιπόν ότι αυτή η ομπρέλα μου τελείωσε. Έμπαζε η ίδια νερά.
-Τι σε βοήθησε να απαλλαγείς από αυτό;
-Η εργασιοθεραπεία και η σκέψη. Τώρα, όταν έρχονται πράγματα, μου είναι αναγνωρίσιμα. Το χούι βέβαια δεν αλλάζει, αλλά ό,τι κάνω από δω και πέρα, το κάνω με περισσότερο μέτρο. Το κάνω μέχρι εκεί που αντέχω.
-Και έπρεπε να φτάσεις στα 40 σου χρόνια για να γνωρίσεις τόσο καλά τον εαυτό σου;
-Αυτό το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ, εύχομαι να φτάσω τα 80 και ακόμη να γνωρίζω πλευρές του εαυτού μου, γιατί αυτό σημαίνει δημιουργία. Όταν νομίζεις ότι έχεις γνωρίσει τον εαυτό σου, την ίδια στιγμή έχεις τελειώσει.-Ποιο είναι λοιπόν το τελευταίο πράγμα που κατάλαβες για τον εαυτό σου;
-Ο μεγάλος φόβος που έχω. Επειδή, γενικά οι κινήσεις μου είναι τολμηρές, πάντα νόμιζα ότι δεν το ξέρω αυτό το συναίσθημα. Τώρα κατάλαβα ότι τον έχω καλύψει τόσο καλά το φόβο που αυτός μεγάλωσε και διογκώθηκε. Τώρα μπορεί να φοβάμαι καμιά φορά, ακόμη και να καταπιώ. Τον καταπίεσα πολύ το φόβο μου, φοβήθηκα αλλά θεώρησα ότι δεν πρέπει να το δείξω. Μαζεύτηκε μέσα μου ένα φορτίο φόβου, μόνο και μόνο επειδή ήθελα να φαίνομαι τολμηρή. Φαίνεται πως όταν κάνεις πολλά τολμηρά πράγματα, υπάρχει μέσα μας μία ποσότητα φόβου που, αν δεν εκτονωθεί, θα σκάσεις. Είναι ανθρώπινο να πεις «φοβάμαι τους γιατρούς». Εγώ έβλεπα την ένεση, φοβόμουνα, αλλά δεν ήθελα να το δείξω. Φοβόμουνα τρομερά την εγκυμοσύνη μου και έκανα τον μάγκα. Φοβάμαι το νερό, μήπως πνιγώ.-Τους ανθρώπους;
-Το λιγότερο. Σιγά σιγά τους έχω αγαπήσει τόσο πολύ που δεν τους φοβάμαι. Φοβάμαι όμως τον όχλο και τη μάζα όταν γίνεται ανεξέλεγκτη και χυδαία αλλά τον ίδιο τον άνθρωπο τον λατρεύω, είτε είναι προβληματικός, είτε όχι. Γι αυτό και με καβαλάνε. Μπορεί να μου τραβάνε τα μαλλιά και εγώ να κάθομαι. Ξέρεις, το μόνο που μπορεί να μας σώσει από δύσκολες καταστάσεις είναι η αγάπη. Μία ουσιαστική και καλή αγκαλιά, μπορεί να σου πάρει τη μισή σου φρίκη. Εμένα, μία αγκαλιά, με έχει σώσει πολλές φορές. Ένα βλέμμα, μία άκρη ματιού, ένα σφίξιμο στο χέρι λίγο παραπάνω, ένα ηχόχρωμα στη φωνή που είναι λίγο πιο σπασμένο, σε γλιτώνουν από πολλά.-Η κόρη σου, δεν είναι η ισορροπία σου;
-Και όχι μόνο. Η κόρη μου έχει αναδειχθεί στο μόνο στήριγμά μου, δεν έχω δει άνθρωπο που να με στηρίζει τόσο πολύ. Αυτό το παιδί είναι απίστευτο στον τρόπο που με προστατεύει, σε σημείο που με τρομάζει και σκέφτομαι μήπως δεν της κάνω καλό.
-Για το μέλλον τι θα θελες;
-Να μην μπει το τέλος σε κάτι. Φοβάμαι το τέλος, εκεί που μπαίνει μία τελεία. Δεν θα θελα να τελειώσει το ψάξιμό μου, η δραστηριότητά μου, οι αγάπες μου, τα πάθη μου, θα ήθελα απλώς να με πονάνε λιγότερο αλλά να συνεχίζουν για πάντα.
-Ποια είναι τα πάθη σου;
-Οι άνθρωποι που αγαπάνε πολύ, έχουν πολλά πάθη. Ο παθιασμένος άνθρωπος καταρχήν είναι παθιασμένος και μετά βρίσκει το αντικείμενο του πάθους του. Έτσι είμαι κι εγώ. Και χαρτιά με πάθος παίζω, και τσιγάρο με πάθος κάνω παρόλο που έχω κάνει άπειρες προσπάθειες να το κόψω. Όταν κάνω δίαιτα την κάνω με πάθος, όταν τρώω μία σοκολάτα την καταπίνω με πάθος.
-Ποια είναι η πρώτη σου αντίδραση σε ό,τι δυσάρεστο ζεις;
-Ο θυμός. Μου είναι πολύ οικείο συναίσθημα. Μπορεί κάποιος να μην ακούει καλά και εγώ να θυμώσω. Μετά όμως γελάω. Ο θυμός μου είναι δημιουργικός και δεν θέλω να τον πειράξω. Θυμώνω με ό,τι δεν είναι αληθινό, με τα εύκολα συμπεράσματα, με τον κόσμο που μιλάει αλλά δεν ακούει, που μπορεί να πεις «πέθανε ο θείος μου» και να μην σε έχει ακούσει γιατί σκέφτεται τα δικά του.
-Σου είναι εύκολο να αποβάλλεις ανθρώπους από τη ζωή σου;
-Όχι, καθόλου. Αν έχουνε μπει και είναι κομμάτι μου, προτιμώ να το αφήσω να σαπίζει πάρα να το διώξω. Είμαι κολλημένη. Και αυτό είναι μεγάλη αδυναμία. Όσο αποφασιστική είμαι στη δουλειά μου, τόσο αναποφάσιστη είμαι στη ζωή μου. Οι χαμηλοί τόνοι και η ηρεμία στην προσωπική ζωή, προκειμένου να κάνω κάτι δυναμικό στη δουλειά μου, απαιτεί συνεχώς συμβιβασμούς.-Είσαι ευτυχισμένη, Ελένη;
-Στιγμές στιγμές. Κάθε στιγμή μου έχει μία σκέψη του να τα παρατήσω και συγχρόνως, εμπεριέχει μία σκέψη ότι το αγαπάω τόσο πολύ που αποκλείεται να το κάνω. Κάθε φορά, για παράδειγμα, που κάνω μία δουλειά λέω «αυτή είναι η τελευταία και μετά φεύγεις». Είναι σαν το καζίνο: Ρίχνεις μία ζαριά, λες πως είναι η τελευταία σου, αλλά δεν φεύγεις ποτέ. Νομίζω ότι μετά την «εργαζόμενη γυναίκα» δεν θα θέλω να ξαναδουλέψω στην τηλεόραση.
-Οι στιγμές ευτυχίας σου είναι περισσότερες πια από τις στιγμές μελαγχολίας σου;
-Το αντίστροφο. Η σκοτεινή μου μεριά παίρνει πλέον μεγαλύτερο χώρο στη ζωή μου. Μπορεί και λόγω ηλικίας. Βαραίνουμε όταν μεγαλώνουμε και η γνώση, η εμπειρία, δεν είναι και ο καλύτερος οδηγός. Μπορεί να γίνεσαι σοφός, να είσαι ήρεμος, αλλά δεν είναι αυτός ο δρόμος για ευτυχία. Η ευτυχία θέλει άγνοια και να μην ξέρεις την επόμενη στιγμή. Το κακό με μένα είναι ότι τώρα ξέρω και το επόμενο. Την ώρα που ζω κάτι, γνωρίζω από πριν και πως θα είναι η επόμενη μέρα. Μην σου πω ότι την έχω προλάβει κιόλας και έχω ήδη χαλάσει την προηγούμενη- ωραία- στιγμή. Οι ωραίες στιγμές μου διαρκούν λιγότερο πια. Κάποτε έκανα πράγματα για τα οποία είχα τέτοια δαιμονική χαρά που ήμουν αδιαπραγμάτευτη, τώρα είμαι 30% χαρά και 70% άγχος.
-Αυτό γιατί σου συμβαίνει;
-Νομίζω είναι η αίσθηση της ευθύνης που έχω για όλα. Ακόμη και για ένα «σ αγαπώ» αισθάνομαι ευθύνη. Ακόμη και για μία μπούρδα, νιώθω ότι είμαι υπεύθυνη. Συναντάς έναν άνθρωπο με ένα πολύ γλυκό χαμόγελο, θέλεις να σταματήσεις λίγο επάνω σ αυτό και μετά σκέφτεσαι «αν σταθώ λίγο παραπάνω και τον κοιτάξω, μετά τι θα λέει αυτός;». Και έτσι λέω «δεν μου επιτρέπεται, σταμάτα». Και εκεί τα μπλοκάρω όλα.
Δημοσιεύθηκε στον "Ελέυθερο Τύπο της Κυριακής", ένθετο "ET Weekly", τον Μάρτιο του 2009.