6.8.12

ΡΙΚΑ ΒΑΓΙΑΝΝΗ: Η ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ


Ενάμιση χρόνο μετά την «αναγκαστική» εγκατάστασή της στο Πέρθ της Αυστραλίας- λόγω της εργασίας του συζύγου της εκεί- η εδώ και 30 χρόνια ελληνίδα δημοσιογράφος, που έχει δουλέψει με δικές της εκπομπές στην ελληνική τηλεόραση αλλά και σε όλα σχεδόν τα έντυπα της Ελλάδας- αυτή που οι «ποιοτικοί» τη λατρεύουν γιατί, λένε, «είναι δικιά μας» και οι υπόλοιποι «γιατί η Ρίκα αυτοσαρκάζεται και έχει ευθυτενές χιούμορ»-, μιλάει πρώτη φορά για αυτή την «μακρινή» της εμπειρία που ζει στην πέμπτη ήπειρο και στέλνει «αγωνιστικούς χαιρετισμούς» διαπερνώντας μέσω των ιντερνετικών ινών δεκάδες χώρες, θάλασσες, λίμνες και ωκεανούς.
Το email της Ρίκας ήταν απροσδόκητο: Κάτι δικό μου βρήκε στο internet, κάτι σχολίασε, ξεκινήσαμε να μιλάμε, να μου λέει «ήταν ένα δώρο που μου ήρθε η Αυστραλία. Τεράστιο!» συνεχίζοντας και με άλλες διευκρινήσεις στις απορίες μου: «Εξοικειώθηκα, δυστυχώς, με ένα απειροελάχιστο κομματάκι της Αυστραλίας. Δεν την ταξίδεψα όσο θα ήθελα-έχουμε βλέπεις μια οικογένεια-επαγγελματικές υποχρεώσεις, κι έναν πιτσιρίκο να φροντίσουμε. Απολαμβάνω, όμως, κάθε  δευτερόλεπτο, αυτής της εμπειρίας: Ακόμα και τις στιγμές της  αβεβαιότητας, της μοναξιάς, της μεγάλης νοσταλγίας. Στο κάτω-κάτω, κανείς δεν μας υποσχέθηκε τον παράδεισο, στην Ελλάδα, στην Αυστραλία- τουλάχιστον όχι  πριν τα τινάξουμε. Και τότε ακόμα… δεν υπάρχει εγγύηση». Συμφωνήσαμε να κάνουμε μία συνέντευξη για την Κύπρο- θα ήταν η πρώτη φορά που θα μιλούσε τόσο πολύ για αυτήν την απροσδόκητη, για εμάς, «μετανάστευσή» της, λόγω της εργασίας του συζύγου της εκεί. Και ίσως αυτή η συνέντευξη να γίνει και ένας μικρός «φάρος» για όλους εκείνους που σκέφτονται τελευταία ότι «η Αυστραλία είναι ο μόνος προορισμός»- από έναν άνθρωπο που, μέσα από τη δημοσιογραφία για 30 περίπου χρόνια, ξέρει πολύ καλά να αποκωδικοποιεί σωστά ανθρώπους, γεγονότα, καταστάσεις. 
-Πως είναι η καθημερινότητά σου στην Αυστραλία; Τι κάνεις κάθε μέρα; Πως κυλάει ο χρόνος σου εκεί; Τι ώρα ξυπνάς; Τι ώρα κοιμάσαι;
-Ξυπνάω στις έξι το πρωί, πολύ αργά για τις συνήθειες  του  Πέρθ: Αφού  για να καταλάβεις, εδώ με θεωρούν ακαμάτρα και υπναρού που σηκώνομαι τόσο…αργά- στις έξι το πρωί είναι ήδη  όλοι στο δρόμο, τρώνε πρωινά πλακώνονται στα τζόκινγκ, στα σέρφ, στα μπρέκφαστ, τα καφενεία, τα εστιατόρια, οι δρόμοι, γεμάτα! Εγώ φροντίζω σπίτι, παιδί, νηπιαγωγείο, κι από τις έξι το απόγευμα, μαζευόμαστε στο σπίτι- όπως όλες οι οικογένειες εδώ. Ύπνος κατά τις δέκα-για τους άλλους-, κατά τη μία για το δικό μας σπίτι-είμαστε το μόνο φως στη γειτονιά ανοιχτό μετά τις έντεκα, θα μας βρεις εύκολα μέσω δορυφόρου! Τώρα εδώ είναι κατακαλόκαιρο, οπότε έχουμε τα που-σου-κου για εκδρομές,  βουτιές, και καμιά βεγγέρα σε ελληνικά στέκια. Όχι κι άσχημα, αλλά δυσκολεύομαι, βρε παιδάκι μου, να συνηθίσω τα ωράρια. Προχτές το πρωί ξύπνησα-να ήταν εξήμιση; Επτά παρά τέταρτο το πρωί;-  κι από το παράθυρο μου είδα μια έγκυο γυναίκα, ντυμένη αθλητικά, να τρέχει σαν δαιμονισμένη σπρώχνοντας ένα καρότσι μ ένα νεογέννητο- έκανε την πρωινή της γυμναστική!  Την καμάρωσα για τα κότσια της αλλά- τι τα θες-, είναι κάτι στιγμές σαν αυτή, που νομίζω ότι έχω προσγειωθεί από άλλο πλανήτη- και δεν έχω και πολύ άδικο.
-Πού δουλεύεις;
-Δουλεύω αναγκαστικά μόνο γράφοντας. Ευτυχώς έχω κρατήσει –με την ψυχή στο στόμα- κάποιες  αραιές, έκτακτες συνεργασίες στην Αθήνα, -είμαι πάντα και σταθερά μέλος του www.protagon.gr Tώρα εξετάζω το ενδεχόμενο να συνεργαστώ με  ομογενεικές εκδόσεις στη χώρα. Ευτυχώς υπάρχει υλικό και ενδιαφέρον- δεν έχω παράπονο. Χρόνο δεν έχω!
-Foul time job δεν έχεις εκεί;
-Για foul time δουλειά στην Αυστραλία, πολύ δύσκολο, όταν έχεις μικρό παιδί και σπίτι να κρατήσεις. Δεν συμβιβάζονται τα ωράρια. Εδώ οι γυναίκες επιστρέφουν στην εργασία-χωρίς πρόβλημα, όταν «ξεπαιδίζουν».  Υπάρχουν επιδοτούμενα πανεπιστήμια και προγράμματα που τις ενθαρρύνουν να εργαστούν, όταν μεγαλώσουν τα παιδάκια και η μαμά έχει ελεύθερο χρόνο. Κανείς δεν πάει  χαμένος εδώ,  αρκεί να θέλει να δουλέψει: Η ανεργία είναι πολύ χαμηλή- μόνο οι τεμπέληδες λουφάρουν.
-Για ποιο λόγο φύγατε πέρσι οικογενειακώς για την μακρινή αυτή ήπειρο; Είχε συμβάλει στην απόφασή σου αυτή και η εργασιακή ανασφάλεια που αισθανόσουν στην Ελλάδα για την ανανέωση ή όχι κάθε σεζόν των συμβάσεων που είχες με την ΕΡΤ;
-Δεν είχα κανένα παράπονο από την ΕΡΤ- ποτέ.  Όλοι οι συνάδελφοι ζούμε σε μόνιμη αβεβαιότητα- αυτό ήταν συνηθισμένο για μας. Και πέρσι, και φέτος, και όλα  τα χρόνια.  Ούτε από τους εργοδότες μου στην ελεύθερη αγορά αντιμετώπισα δυσκολίες. Τους ανακοίνωσα ότι έπρεπε να λείψω για οικογενειακούς λόγους, σταυροφιληθήκαμε και πήραμε τους δρόμους μας.  Τώρα για το φευγιό: Φύγαμε οικογενειακώς- και προγραμματισμένα,  ξενιτευτήκαμε  οικογενειακώς και οικογενειακώς επιστρέφουμε.  Σε δόσεις! Ο σύζυγός μου πήρε  εκπαιδευτική άδεια από το Πανεπιστήμιο της Αθήνας για να  ολοκληρώσει έρευνες στο αντικείμενό του (ψυχιατρική), σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας.  Είναι μια συνηθισμένη διαδικασία στους ακαδημαϊκούς, μόνο που πρέπει να προγραμματιστεί καιρό πριν- κι εμείς ξέραμε ότι υπήρχε στο μέλλον μας η Αυστραλία εδώ και τρία χρόνια.
-Υπάρχουν στιγμές που μετανιώνεις για την απόφαση σου αυτή; Που λες «τι λάθος έκανα! Σαν την πατρίδα μου, πουθενά άλλη! Πικρό το ψωμί της ξενιτιάς!»;
-Δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Κάθε μέρα  νιώθω ευγνωμοσύνη που απέκτησα την εμπειρία να ζήσω σε αυτή τη χώρα: Την ενδιαφέρουσα, προκλητική, γεμάτη μέλλον Αυστραλία, ένα κράτος  καλοκουρδισμένο, αποτελεσματικό, που το «μελετώ» σαν αξιοθέατο. Μη φανταστείς ότι έχουν αγγίξει την τελειότητα, αλλά σίγουρα σέβονται πολύ τον άνθρωπο. Το κράτος είναι στην υπηρεσία του πολίτη και ο πολίτης «νοιάζεται» για την κοινωνία του, όπως νοιάζεται τα παιδιά του. Αυτά τα θαυμάζω  και τα παρατηρώ  κάθε μέρα. Και κάθε νύχτα κάνω σάλτο στη  νοσταλγική μαυρίλα: Δεν αντέχω τόση ευρυθμία,  μού ρχεται να τρέξω νύχτα στο αεροδρόμιο, να προσγειωθώ με αλεξίπτωτο σ΄ ένα ταβερνάκι στην Αθήνα, να λέω σαχλαμάρες με τους κολλητούς μέχρι τις τρεις το πρωί, με το αμάξι μου διπλοπαρκαρισμένο στο πεζοδρόμιο, με τα αλάρμ να αναβοσβήνουν, δίπλα στον ξέχειλο κάδο με τα σκουπίδια που έχουν να μαζευτούν δέκα μέρες. Κι όλα αυτά να είναι συνηθισμένα και κανείς να μην εντυπωσιάζεται. Α, κι ένα ψωραλέο αδέσποτο να τρίβεται στα πόδια μας για ένα κομμάτι μπριτζόλα. Εδώ δεν έχουμε αδέσποτα. Δεν έχω δει ούτε ένα στην πόλη, στη γειτονιά, εδώ και δεκαοκτώ μήνες. «Τι τα κάνουν;», ρώτησα. «Καλύτερα να μην ξέρεις» μου είπαν.
-Είναι αλήθεια ότι εκεί υπάρχει πολύ ισχυρή παροικία Ελλήνων και Κυπρίων που βοηθούν ο ένας τον άλλον, κάτι σαν την «εβραϊκή μασονία», ή είναι όλα αυτά άλλος ένας μακρινός μύθος και το αλληλοφάγωμα διαπρέπει και εις την αλλοδαπήν;
-Συγγνώμη που θα σου κάνω πουρέ τις θεωρίες συνωμοσίας, αλλά εδώ, όπως και παντού, στο εξωτερικό, το μόνο κριτήριο να σε «βοηθήσει» κάποιος, είναι οι ικανότητές σου, τα προσόντα σου. Δεν έχει καμιά σημασία αν είσαι Έλληνας, εξωγήινος , μουσουλμάνος, βουδιστής, Εβραίος ή Κινέζος. Κάνεις για τη δουλειά; Προσλαμβάνεσαι. Δεν κάνεις;   Δεν παίρνεις τη δουλειά.  Τόσο απλά, τόσο ξεκάθαρα. Ακούγεται σκληρό για κάποιους, αλλά για μένα αυτό είναι μία ανακούφιση…
-Τι σου λένε οι Αυστραλοί φίλοι σου για την κατάσταση στην Ελλάδα έτσι όπως έχει πια διαμορφωθεί; Μισούν κι αυτοί τους έλληνες, σου λένε «εσείς φταίτε για όλα, γιατί είστε λαμόγια και τεμπέληδες»;
-Με τίποτα! Ξέρουν στην Αυστραλία, από πρώτο  χέρι, ότι οι  ελληνικής καταγωγής  μετανάστες είναι δουλευτεράδες, έντιμοι, άψογοι στα  φορολογικά τους, κοινωνικά δίκαιοι και τίμιοι. Οπότε, ο Αυστραλός δεν μασάει στην όποια  ακραία προπαγάνδα: Αφού σκέφτεται-και πολύ λογικά-, ότι οι Έλληνες της Αυστραλίας που ο ίδιος γνωρίζει, οι γείτονες, οι συνάδελφοι, οι συμμαθητές του, είναι άνθρωποι έντιμοι, αυτοδημιούργητοι, που συνέβαλλαν στην προκοπή της χώρας. Αναγνωρίζουν ότι κάναμε επιπολαιότητες στο χειρισμό των οικονομικών μας στην Ελλάδα, αλλά συχνά διαβάζω στις  Αυστραλιανές εφημερίδες  ότι οι Έλληνες «τιμωρούνται», και μάλιστα με ιδιαίτερη σκληρότητα: «Πόσες αυτοκτονίες, , πόσες αναταραχές, πόση φτώχεια,  πρέπει ακόμα να αντέξουν  οι έλληνες εργαζόμενοι;» ήταν  το ερώτημα που έθετε η μεγαλύτερη εφημερίδα της  Δυτικής Αυστραλίας σε ολοσέλιδο αφιέρωμά της, μόλις πριν λίγα εικοσιτετράωρα. Άδικο έχουν;
-Σκέφτεσαι καθόλου «θεέ μου, ευτυχώς που έχω γλιτώσει εγώ την οικονομική κρίση!»;
-Τρελάθηκες; Η «πλούσια» αλλά σεμνή στον τρόπο ζωής αυτή χώρα, είναι η καλύτερη «προπόνηση» για την ελληνική κρίση: Μαθαίνεις να απλώνεσαι μέχρι εκεί που φτάνει το πάπλωμα σου, χωρίς σουσουδισμούς και άχρηστες επιδείξεις πλούτου-που εδώ, στο χαλαρό Περθ, μεταξύ άλλων, θεωρούνται και ασύλληπτα κακόγουστες! Μεταξύ μας, δεν ήμουν ποτέ και ο τύπος που έκανε τρέλες για να εντυπωσιάσει, αλλά εδώ πλέον βεβαιώθηκα δια παντός  ότι το χαμηλό προφίλ είναι το αιώνιο chic. Ποτέ δεν χάνεις, όταν   ζεις διακριτικά. 
-Τι σε δυσκολεύει πιο πολύ στην καθημερινότητα σου εκεί;
-Η… «κυπριακή» οδήγηση- τη βάζω πρώτη, επειδή είναι αδύνατον να συνηθίσω να οδηγώ στο «άλλο» ρεύμα. Κατά τα άλλα, σοβαρό ζήτημα είναι η αβάσταχτη ακρίβεια στα βασικά είδη στέγασης και διατροφής- δεν είναι μόνο δικό μου πρόβλημα, απλώς μένουμε σε μια Πολιτεία που έχει χάσει τη μπάλα στις τιμές: Όλος ο κόσμος, ακόμα και οι πλούσιοι, βογγάνε και παραπονιούνται. Θες ένα παράδειγμα;  Τριάντα δολάρια το κιλό τα σκόρδα! Επίσης, πολύ αστυνομία βρε παιδί μου- έχει αστυνομία εγκλημάτων, αστυνομία μετανάστευσης, αστυνομία ποδηλάτων, ιπτάμενη αστυνομία, πλωτή αστυνομία, έφιππη αστυνομία, αστυνομία  για πατίνια, τροχαία αστυνομία, κάθε γωνία και ραντάρ, κάθε στροφή και αλκοτέστ, έχουμε βαρεθεί να ξεφυσάμε σε μπουκαλάκια!  Πίνουμε ένα κρασί και μας βγαίνει ξινό, αν θα φτάσουμε σπίτι μας ίσια, ή με τα βραχιολάκια και την κλούβα. Δεν κάνω βλακείες: Ακολουθώ  και σέβομαι κανόνες της χώρας που έχω την τιμή να με φιλοξενεί, αλλά δεν είμαι και συνηθισμένη σε τόσο στενό μαρκάρισμα. Αυτός ο «Αδελφός» είναι κομματάκι μεγάλος…
-Προσαρμόστηκες εύκολα; Θυμάσαι μικρά ή μεγάλα λάθη που έκανες σε πρακτικά πράγματα στην αρχή, τα οποία για τους Αυστραλούς θεωρούνται αυτονόητα;
-Στη  αρχή, είσαι ψαρωμένος, σε πιάνουν εύκολα κορόιδο οι επιτήδειοι που ξέρουν να «μαδάνε» τον ξένο σαν κοτόπουλο, αλλά σε λίγες βδομάδες- και με τη βοήθεια καλών ανθρώπων-, μαθαίνω να αποφεύγω τις παγίδες.
-Κυκλοφορούν καγκουρό στους δρόμους;
-Ναι, κυκλοφορούν στους δρόμους, και ο θεός  να σε φυλάξεις αν τρακάρεις με καγκουρό-μοσχάρι. Νικάει το καγκουρό, όχι το αυτοκίνητο.  
-Κοιμάσαι τα βράδια με κοάλα;
-Όχι,  δεν  έχω κοιμηθεί με κοάλα. Μπορεί να πάτησα τα πενήντα, αλλά τόσο απελπισμένη δεν είμαι!
-Κολύμπησες τα Χριστούγεννα στις παραλίες αγκαλιά με τον Άγιο Βασίλη;
-Ναι, κολύμπησα τα Χριστούγεννα με τον Άγιο Βασίλη: Είναι παράδοση να βγάζεις τα Χριστούγεννα στην παραλία, με βουτιές, τοπικό κρασί και σαντουϊτσάκια, στην άμμο, ντυμένος Ρούντολφ με μαγιό ή χριστουγεννιάτικο δέντρο.  
-Ερωτεύονται οι Αυστραλοί όπως οι Έλληνες; Σου έκανε κάποιος καμάκι στο δρόμο όταν κυκλοφορείς; Είναι και αυτοί νευρικοί; Βρίζουν στα φανάρια; Υπάρχουν εκεί τρόποι διασκέδασης σαν τα δικά μας ελληνικά μπουζούκια για να ξεφεύγουν από την καθημερινότητά τους;
-Στα τα φανάρια, και παντού στο δρόμο, με βρίζουν- αυτό είναι σίγουρο-, γιατί ακόμα αφαιρούμαι και οδηγώ Ελλαδίτικα. Νευρικοί, καθόλου- ήσυχοι είναι οι άνθρωποι, και υπομονετικοί. Καμάκι; Ε, ίσως κάποιο κομπλιμέντο μου κάνουν, αραιά και που, το οποίο  το δέχομαι πολύ ευχαρίστως. αφού μεταξύ μας, στην ηλικία μου- έκλεισα τα 50 πριν τρεις Κυριακές- δεν…βρέχει και κομπλιμέντα κάθε μέρα.  Καμάκι ποτέ. Ούτε στην Αυστραλία, ούτε στην Ελλάδα, ούτε στο Βόρειο Πόλο. Συνοδεύομαι. Αλλά και μόνη μου όταν κυκλοφορώ, πάλι «συνοδεύομαι», νομίζω μια γυναίκα το δείχνει αυτό χωρίς να το λέει. Μπουζούκια για τους έλληνες, όποιος ψάχνει βρίσκει. Και διασκεδάζει και καψουρεύεται όμορφα κι ωραία, όπως τα ξέρουμε. Αλλά οι Αυστραλοί έχουν θέμα με το ποτό: Το πάνε στα άκρα, είναι κοινωνική πληγή. Συνήθως πίνουν και βγαίνουν για να γίνουν κομμάτια: Έχω δει να πέφτουν κάτω, να  κάνουν εμετό στους δρόμους, να  παραπατάνε, καμιά φορά να δέρνονται άνευ λόγου, για εκτόνωση. Και την άλλη μέρα να είναι οι άψογοι κύριοι και κυρίες. Δεν το χουν αυτό το «διασκεδάζω όμορφα, κάνω τα γούστα μου». Του στυλ «θα πιώ ένα ποτάκι, σ ένα κούλ μέρος θα γελάσω λίγο, θα μαζευτώ σπίτι». Αλλά δεν είναι πολλά αυτά τα μέρη εδώ στο Πέρθ- θα χρειαστεί να πάς μια Μελβούρνη, ένα Σίδνεϋ, για να έχεις περισσότερες  επιλογές. Εδώ στο Πέρθ έχει όμως καταπληκτικές συναυλίες, και παραστάσεις  από Στήβι Γουόντερ μέχρι Sade,  όπερα,  εκδηλώσεις φανταστικές, μέχρι ελεύθερες για το κοινό, εκθέσεις, τέχνη, εβδομάδα μόδας, μουσεία, μπαλέτα, δεν είναι μια πόλη χωρίς κουλτούρα- το αντίθετο: θεάματα δρόμου, καμπαρέ, υπαίθριες εκθέσεις γλυπτικής, και δεν συμμαζεύεται.  O,τι θες το βρίσκεις, αν έχεις βέβαια χρόνο και λεφτά, γιατί τα περισσότερα είναι τόσο ακριβά...
-Κάποιοι φαντάζονται τους Αυστραλούς και την Αυστραλία κάτι σαν «επίγειο παράδεισο»- μία πλούσια χώρα με πολιτισμένους και πάντα χαρούμενους κατοίκους. Υπάρχει πουθενά λύκος στο παραμύθι με την κοκκινοσκουφίτσα;
-Εδώ είναι ο Παράδεισος- κι η κόλαση εδώ. Όπου κι αν μένεις. Πάντα  εκτιμάς τον οργανωμένο, ξένοιαστο, χωρίς άγχος, αυστραλέζικο τρόπο ζωής. Και πάντα, την ίδια στιγμή, κάτι αποζητάς από τον τόπο σου κάτι  νοσταλγείς. «Τι λείπει, τι φταίει, και η καρδιά μου κλαίει;».
-Υπάρχουν πολλοί Έλληνες και Κύπριοι που σκέφτονται τελευταία- λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών- να μεταναστεύσουν εκεί. Τι θα τους συμβούλευες; Να το ρισκάρουν; Πού να απευθυνθούν; Ποιες είναι οι μικρές λεπτομέρειες που θα πρέπει να προσέξουν μην πέσουν ξαφνικά από τα σύννεφα;
-Να βεβαιωθούν ότι θα έρθουν νόμιμα, με καλό  βιογραφικό και σαφείς  προοπτικές εργασίας, να μελετήσουν και να συμβουλευτούν κατά γράμμα τις οδηγίες που δίνει η κυβέρνηση της χώρας για το αν η ειδικότητά τους έχει ζήτηση, σε ποιες Πολιτείες, και για ποιες ηλικίες. Να μην πέσουν στα νύχια επιτήδειων που υπόσχονται  τρελά πράγματα. Να εμπιστευτούν τις ιστοσελίδες της Αυστραλιανής υπηρεσίας μετανάστευσης- είναι σαφείς και σωστές.
-Ποια είναι τα καλά και ποια τα κακά του να είσαι μετανάστης σε μία τόσο μακρινή χώρα, από τη δική σου εμπειρία μέχρι τώρα;
-Τα καλά είναι ο ήρεμος , χαλαρός τρόπος ζωής, άγχος μηδέν! Τα όχι καλά νέα εδώ στη Δυτική  Αυστραλία -δεν ξέρω για τις άλλες πόλεις ή πολιτείες, είναι πολύ μακριά, δεν έχω άποψη- είναι ότι θυσιάζεται, χάνεται, εξαφανίζεται η ελληνικότητά σου. Η γλώσσα εγκαταλείπεται. Αυτό είναι το τίμημα ακούγεται πολύ σκληρό για μας που δεν γεννηθήκαμε εδώ, αλλά δεν ενοχλεί τους συμπατριώτες μας της δεύτερης και τρίτης  γενιάς που έχουν αφομοιωθεί στο περιβάλλον. Σε γενικότερο επίπεδο, με τι φόντα να τους κάνω εγώ κηρύγματα, με  τι θάρρος να κάνω κριτική;  Έφτασαν εδώ Έλληνες πριν εκατό, πενήντα, σαράντα χρόνια, πέρασαν δια πυρός και σιδήρου για να προκόψουν, με σκληρή δουλειά, σε τρομερές εποχές, με απερίγραπτες θυσίες. Εγώ; Μια περαστική, τουρίστας είμαι. Αυτό μου έλειπε, να βγάλω και γλώσσα. Μόνο το σεβασμό μου μπορώ να εκφράσω στα κότσια τους. Και μια ευχή: Να μη χαθούν τα ελληνικά τελείως- η γλώσσα μας είναι ήδη είδος προς εξαφάνιση εδώ, στην ελληνική παροικία…
-Με το χέρι στην καρδιά, δεν λες καμιά φορά «Το παιδί μου στην Ελλάδα ήθελα να μεγαλώσει, ρε γαμώτο, κι όχι στα ξένα μέρη!»;
-Το παιδί μας  θα μεγαλώσει ακριβώς και όπου εκείνο γουστάρει. Δεν είναι ιδιοκτησία μας. Προς το παρόν είναι μόνο  πεντέμισι, και  όπου πάμε πάει. Είναι υποχρεωτικό! Για μετά, βλέπουμε…
-Τι σου λείπει πιο πολύ απ την Ελλάδα, εκτός από τον μουσακά, τις τηγανιτές πατάτες, τα τσιφτετέλια της Μενεγάκη, τις βόλτες σου στο Ψυχικό και το μποτιλιάρισμα στους δρόμους ως έναν καλό τρόπο για να ξεσπάς από την πιεσμένη σου ψυχολογία;
-Η μαμά μου! Είμαι πολύ μπανάλ;
-Ειλικρινά πες μου, συγκινήθηκες καθόλου τώρα που γράφοντάς μου αυτές τις απαντήσεις αναγκαστικά σκέφτεσαι τη χώρα σου και φέρνεις στο μυαλό σου εικόνες, μυρωδιές και γεύσεις αγαπημένες; Ε, Ρικάκι μου;
-Μπα! Αντιπαθώ τις κλάψες. Αν ρωτάς, ναι, ζορίστηκα. Πολύ.  Όμως, κάθε μέρα έκανα  ή μάθαινα κάτι καινούριο, που με απέκοψε  από  τις ευκολίες μου- τις παλιές, οικείες συνήθειές μου. Πήρε λίγες στροφές ακόμα το μυαλό μου, εκεί που είχα συνηθίσει στα ίδια πρόσωπα, τα  ίδια δεδομένα. Έμαθα να κολυμπάω στον ωκεανό, εκεί που δεν βουτούσα ούτε  το δαχτυλάκι μου.  Να μη φοβάμαι τα κύματα, να τα αφήνω με εμπιστοσύνη να με παίρνουν ή να βουτάω από κάτω. Αν ήμουν νεώτερη θα προσπαθούσα και για σέρφ αλλά  άσε, Γιάννη:  Μην αφήσουμε και κανένα γοφό… αμανάτι στην Αυστραλία-θα τον χρειαστούμε πίσω στην Ελλάδα! Για να …τρέχουμε, αφού τώρα μας έχουν βάλει στην τρεχάλα- και για να κυνηγήσουμε τι;  Την ουρά μας; Τη σκιά μας; Ένας Θεός ξέρει…Πάντως, το γοφό μου τον θέλω, οπότε σέρφ όχι, ευχαριστώ…
Δημοσίευση στο περιοδικό "Down Town Κύπρου", τον Απρίλιο του 2012.