Μία από τις σημαντικότερες ελληνίδες ηθοποιούς αφήνεται στην
δυσεύρετη ευτυχία της στιγμής και των λεπτών αποχρώσεων μιας παρελθοντικής
κατάθλιψης και εξομολογείται τα σπάνια εκείνα κομμάτια της ψυχής
της που συνεχίζουν να την κάνουν μαγικά εύθραυστη υπαρξιακά.
Χρειάζεται τσιγάρα. Βγαίνει από το café του αριθμού 11 της οδού Ιπποκράτους-
αυτό με τις ασπρόμαυρες μεγάλες αφίσες ελλήνων πρωταγωνιστών του
κινηματογράφου, δίπλα από τη θεατρική της στέγη, το «θέατρο Διάνα» όπου φέτος
δημιουργείται το αδιαχώρητο με την παράστασή της «Κατάδικός μου»-, στο μεταξύ
λέει στη σερβιτόρα ότι θα ήθελε ένα πράσινο τσάι και επιστρέφει με τρία πακέτα
στα χέρια. Ανάβει το πρώτο, παίζει νευρικά τα δάχτυλά της επάνω στο τραπεζάκι,
τρώει δυο πατατάκια- ένα πέφτει κατά λάθος μέσα στο τσάι και το μαζεύει με το
κουταλάκι. Ξεχνιόμαστε. Βγάζω μετά από κανά
εικοσάλεπτο το κασεττοφωνάκι από τη τσάντα, κάνει έναν περίεργο μορφασμό, σαν
να αμύνεται, και αναστενάζει: «Ωχ, πάλι θα μας κυνηγάνε με αυτά που θα πούμε…».
-Συμφωνείς με το σλόγκαν του διαφημιστικού στο οποίο συμμετέχεις, που
λέει ότι «η χαρά δεν θέλει πολλά»;
-Ναι. Αν πάθεις γερά στραπάτσα- είτε υγείας, είτε οικονομικά,
είτε οτιδήποτε θεωρείς εσύ τη συγκεκριμένη στιγμή ως «κακό»- ανακαλύπτεις τη
λεπτομέρεια, το πόσο λίγο θέλουν τα πράγματα για να είναι χαρούμενα και
ευτυχισμένα. Αλλά, για να το εκτιμήσεις αυτό, θα πρέπει να πετάξεις την απληστία
και να επανεκτιμήσεις τις μικρές στιγμές που παλιά τις περνούσες στο ντούκου:
Μία κουβέντα με ένα φίλο, το δέντρο απέναντι στο δρόμο, την Άνοιξη που φέτος
άργησε να έρθει στην Αθήνα. Γιατί, όταν κάτι το χάσεις το επανεκτιμάς, ενώ όταν
είναι δεδομένο στη ζωή σου δεν το υπολογίζεις καν.
-Υπήρχαν πράγματα και στη δική σου ζωή που τα θεωρούσες
δεδομένα;
-Όχι. Από χαρακτήρα, είμαι άνθρωπος που δυσκολεύει πολύ τον
εαυτό του, που δεν τον αγαπάει- κι έτσι φροντίζω να κάνω τη ζωή μου πιο δύσκολη
για μένα. Συνεπώς, δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να καλομάθει- υπάρχει μία βαθιά
ασκητική σκέψη στο μυαλό μου. Ποτέ δεν θεωρούσα, για παράδειγμα, ότι η χλιδή
μπορεί να μου φέρει ευτυχία, ποτέ δεν την κυνήγησα. Ακόμη και τώρα, σε κάποια
ταξίδια που κάνω στο εξωτερικό, τα κάνω σε συνθήκες φοιτητικές. Δεν
κομφορμίστικα, παρότι μεγάλωσα. Ποτέ μου δεν ήθελα 5 ειδικού τύπου μαξιλάρια
για να κοιμηθώ καλά, μου έφτανε το ένα το απλό.
-Γιατί δεν αγαπούσες τον εαυτό σου στο παρελθόν;
-Έχω μία πολεμική σχέση μαζί του, έχουμε μία διαρκή μάχη οι
δυο μας, τον βάζω συνεχώς απέναντι. Δεν έχω μία σχέση χαϊδευτική μαζί του. Ωστόσο,
τα τελευταία χρόνια παλεύω να τον αγαπήσω γιατί κατάλαβα ότι δεν του κάνω καλό
πια να τον κριτικάρω τόσο πολύ, να τον στήνω στον τοίχο και να τον πυροβολώ.
-Αυτό πώς σε δυσκόλευε μέχρι τώρα;
-Καταρχήν, είμαι τραγικά ενοχική. Πιστεύω ότι για όλα τα
ελαττώματα, όλου του κόσμου, φταίω εγώ. Και δεν είναι καλό να παίρνεις την ευθύνη
των πάντων και να νιώθεις ότι ο άλλος που σου μίλησε άσχημα δεν το έκανε γιατί
δεν έχει καλούς τρόπους αλλά επειδή εσύ τον προκάλεσες και γιατί εσένα δεν σου
αξίζει να σου μιλάνε καλά. Για να απαντήσω όμως και στην ερώτηση σου, φορτώθηκα
με αυτό τον τρόπο τα ελαττώματα των πάντων και στο τέλος κατέρρευσα. Δεν το
άντεξα! Όλο αυτό λοιπόν μου βγήκε σε ψυχοσωματικό: Έκανα πυρετούς που δεν είχα
εξήγηση, μου είχαν διαγνωστεί διάφορα και γενικότερα παρουσίαζε το σώμα μου
αντιδράσεις που δεν ήξερα από πού προέρχονται.
-Φοβόσουνα ακόμη και για τη ζωή σου;
-Ακόμη φοβάμαι για τη ζωή μου…Αλλά, το πιο σημαντικό όταν πέφτεις,
είναι η στιγμή που σηκώνεσαι. Γιατί δεν έχει σημασία πόσες φορές θα πέσεις,
αλλά πόσες φορές θα σηκωθείς. Τώρα λοιπόν είμαι στη φάση που σηκώθηκα. Και
σηκώθηκα σε μία στιγμή που δεν είναι και η καλύτερη συγκυριακά- λόγω κοινωνικής
κατάστασης. Όταν είσαι κλεισμένος στον εαυτό σου γίνονται πράγματα τα οποία δεν
μπορείς να παρακολουθήσεις γιατί εσύ δεν είσαι εκεί, κι έτσι στο τέλος χάνεις
την ουσία και σημαντικά γεγονότα της ίδιας σου της ύπαρξης.
-Τι σε παρακίνησε να βγεις από αυτή την «γκρίζα» περίοδο;
-Το ότι αισθάνθηκα καλά, το ότι μου είχε λείψει η
επικοινωνία, το ότι ήθελα να αγαπήσω τον εαυτό μου μέσα από το ζόρι μου. Όταν
είσαι ένας άνθρωπος σφιγμένος, που έχει δέσει τα χέρια του, δεν δίνεις εύκολα
στον άλλον την ευκαιρία να έρθει και να σε αγκαλιάσει, όταν όμως αποφασίσεις να
ανοίξεις τα χέρια σου κάποιος σίγουρα θα ρθει και θα μπει μέσα στην αγκαλιά σου…
Αν η στιγμή λοιπόν που πέφτεις σου φέρνει δυστυχία, η στιγμή που σηκώνεσαι
είναι ευτυχία στην νιοστί. Τον χαίρεσαι πολύ τον εαυτό σου όταν τον βλέπεις εκεί
που είναι πεσμένος κάτω, να ακουμπάει με τα χέρια του το πάτωμα και να
σηκώνεται όρθιος ξανά. Και να ναι και δυνατός!
-Η κόρη σου και ο άντρας σου δεν ήταν σοβαροί λόγοι για να
σηκωθείς;
-Εξαιρετικά σοβαροί! Ειδικά ένα παιδί, το οποίο δεν είναι
και ενήλικο για να μπορεί να καταλάβει με ακρίβεια τι περνάς. Ένας ενήλικας
μπορεί να κατανοήσει αυτό που σου συμβαίνει και να σου πει «σου δίνω λίγο
χρόνο», αλλά το κατεπείγον ενός παιδιού σε στριμώχνει. Ωστόσο, πρέπει να σου πω
κάτι: Ανησυχώ πραγματικά γι αυτούς που δεν θα περάσουν στη ζωή τους ένα ζόρι,
ένα πέσιμο, μία κατάθλιψη. Και λέω «ευτυχώς που τα χω ζήσει όλα αυτά», γιατί όλο
αυτό είναι μία αξιοθαύμαστη και ανεπανάληπτη πορεία ωριμότητας.
-Την κατάθλιψή σου την εξέφραζες σε άλλους ανθρώπους;
-Ναι, την κοινοποιούσα. Και ίσως αυτό να μου έκανε και καλό,
γιατί έτσι ένιωθα ότι με κούραζε πια ο εαυτός μου. Και του είπα «να σου πω,
ωραίο ήταν το ταξίδι στη μαυρίλα, πάμε τώρα και για λίγο φως!». Αισθανόμουν ότι
έπρεπε πια να πάω κόντρα, να με ξανακοιτάξω, να περπατήσω απέναντι. Και είναι
πολύ ωραία η άλλη μεριά: Η φωτεινή!
-Τι σου φέρνει χαρά σήμερα;
-Όταν είμαι πάνω στη σκηνή και αισθάνομαι ότι αυτό το
κείμενο που έχει γραφτεί επικοινωνεί τόσο καλά με τον κόσμο και τον συγκινεί
όσο συγκίνησε κι εμένα, όταν είμαι μαζί με την κόρη μου, τη Νικολέττα, και
νιώθω ότι τώρα που μεγαλώνει μοιραζόμαστε κάποια πράγματα πιο ισότιμα, όταν
μπορώ να εκτιμήσω τη σημερινή λιακάδα…Μάλιστα, την πρώτη φορά που έβγαλε ήλιο-
μετά από τόση βαρυχειμωνιά που περάσαμε-, καθόμουν και κοίταζα από το παράθυρό
μου τον ουρανό- δεν ξέρω για πόσες ώρες- και, ειλικρινά, ήταν η πρώτη μέρα, που
δεν ήθελα να ρθω να παίξω στο θέατρο. Χάζεψα! Σαν μωρό παιδί που πρώτη φορά αντίκριζε
μία ζεστή μέρα. Κι είναι αυτά τα απλά πράγματα που, υπό άλλες συνθήκες, θα τα
προσπερνούσα. Και αυτό είναι το μεγάλο μας λάθος.
-Ποτέ δεν είχες αλαζονεία στη ζωή σου; Ακόμη και στις πρώτες
σου μεγάλες επιτυχίες, τότε για παράδειγμα που έπαιζες στο «Κωνσταντίνου και
Ελένης» και σε παρακολουθούσε όλη η Ελλάδα;
-Όχι. Γιατί ποτέ δεν θεωρούσα ότι αυτό που κάνω είναι
σημαντικότερο από την κοπέλα που μου σερβίρει τον καφέ ή από εκείνη που μου
βάφει τα νύχια. Οπότε, γιατί να είμαι αλαζόνας; Ποτέ δεν πίστευα ότι είναι το
άπαν η τέχνη. Η ιατρική, η αστροφυσική, η δουλειά που κάνουν κάποιοι άνθρωποι
στην Κύπρο με τα DNA των συγγενών των αγνοουμένων, είναι πολύ πιο σημαντικά
πράγματα από την τέχνη. Και αυτό στο λέω, ίσως γιατί ποτέ δεν πήρα στα σοβαρά
τον εαυτό μου. Αλλά, πήρα πάρα πολύ στα σοβαρά τους ανθρώπους και τη ζωή. Πάντοτε
αγαπούσα τη δουλειά μου -και συνεχίζω να την αγαπάω πολύ-, αλλά ξέρω ότι δεν
είναι αυτή το αλάτι της ζωής. Το αλάτι της ζωής είναι ένα φιλί, μία κουβέντα,
μια αυθόρμητη αγκαλιά. Και ίσως όλα αυτά, τα οποία ο κόσμος δεν βρίσκει πια
εύκολα στον περίγυρό του, να τα αναζητά πια και στο θέατρο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ μία
κοπέλα, η οποία ήταν 25 κιλά
γιατί υπέφερε από ανορεξία, που μου είπε σε ανύποπτο χρόνο «έπαιρνα κασέτες από
το “Κωνσταντίνου και Ελένης” γιατί κάτι μου έκανε ο τρόπος που τρως» ή ένα
παιδί, που συνάντησα στις φυλακές της Αυλώνας, που μου είπε «βλέπω την “εργαζομένη
γυναίκα” και γελάω, γιατί αυτό με κάνει να ξεχνάω τα κάγκελα της φυλακής». Αυτά
λοιπόν για μένα είναι πολύ πιο σημαντικά από το αν έκανε νούμερα η σειρά που
παίζω στην τηλεόραση ή αν εγώ θα μπω στο πάνθεον των «καλύτερων κωμικών της
Ελλάδας» ή αν υπηρέτησα σωστά την τέχνη μου. Εμένα με ενδιαφέρει, σε ό,τι κάνει
ο καθένας μας, να μπορεί να καλυτερεύει με αυτό και τη ζωή του διπλανού του- με
οποιοδήποτε τρόπο.
-Που νιώθεις ότι ανήκεις τώρα;
-Σ εμένα. Γιατί, άμα ανήκεις σε σένα και επαναπροσδιοριστείς,
τελειώνεις με ένα μεγάλο πρόβλημα που λέγεται αλληλεξάρτηση. Προσπαθώ να
εξαρτηθώ από εμένα επιτέλους τώρα, και είμαι στη φάση- ίσως και λόγω ηλικίας-
που μαθαίνω την αφαίρεση. Ξεκίνησα με την πρόσθεση, έφτασα στον πολλαπλασιασμό,
θα ήθελα να μην μάθω την διαίρεση. (ανάβει το τρίτο της τσιγάρο)
-Δοκίμασες ποτέ να κόψεις το κάπνισμα;
-Για δύο μήνες. Όταν έχασα τον πατέρα μου από καρκίνο του πνεύμονα
και μου είπαν όλοι οι γιατροί- επειδή υπάρχει μία σχέση κληρονομικότητας σ αυτό-
«κόψτο, τουλάχιστον να σωθείς εσύ». Δύο μόνο μήνες το κατάφερα.
-Και γιατί το ξανάρχισες;
-Για κάποιο λόγο, το άγχος που ένιωθα χωρίς το τσιγάρο, ήταν
πολύ πιο οδυνηρό. Αν και φοβάμαι μην πάθω αυτό που συνέβη με τον μπαμπά μου, γιατί
ο μπαμπάς μου έφυγε πολύ νέος- στα 58 του χρόνια- και νομίζω ότι όταν πατήσω κι
εγώ τα 50 θα αρχίσω να μετράω χρόνια που μπορεί να έχω παράλληλη δράση με τον
πατέρα μου (συγκινείται).
-Όταν κλαις σε ενοχλεί να σε βλέπουν οι άλλοι;
-Δεν μ έχουν δει πολλοί άνθρωποι στη ζωή μου να κλαίω...
-Ντρέπεσαι;
-Όχι. Αλλά το κλάμα το θεωρώ πιο προσωπική στιγμή και από το
να πας στην τουαλέτα.
-Είσαι ευτυχισμένη πια, Ελένη;
-Είμαι καλά και αυτό είναι για μένα ευτυχία. Ίσως τελικά η
ευτυχία να σημαίνει να είσαι απλά καλά.
Δημοσίευση στο "Down Town Κύπρου", τον Απρίλιο του 2012.