31.8.12

ΜΑΡΙΑΝΤΑ ΠΙΕΡΙΔΗ: "ΕΓΩ ΦΤΑΙΩ ΓΙΑ ΤΟ ΧΩΡΙΣΜΟ ΜΟΥ!"

Συναντιόμαστε σε κάποιο κεντρικό café της Γλυφάδας, σε ένα από τα διπλανά τραπέζια γευματίζει ο Αντώνης Ρέμος, χαιρετιούνται από μακριά, εκείνος σηκώνεται, πλησιάζει, τη φιλάει σταυρωτά, της κάνει κομπλιμέντα για το τρομερά fit σώμα της και την καλλίγραμμη σιλουέτα της και της προτείνει κάτι από το μενού του μαγαζιού. «Λογικά, θα τους ξέρεις όλους τους τραγουδιστές, όλα αυτά τα χρόνια που τραγουδάς, μια και φέτος συμπληρώνεις 10 χρόνια δισκογραφίας», της λέω. Συμφωνεί, αν και, το καταλαβαίνω στο βλέμμα της, το μυαλό της κάπου αλλού «τρέχει». Άλλωστε, δεν είναι και κάτι απλό να χωρίζεις έπειτα από 8 χρόνια από τον «άντρα της ζωής σου», εκείνον με τον οποίο δήλωνες, μέχρι πέρσι, πως «είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα τη σχέση μας και να παντρευτούμε». Παραγγέλνει έναν γαλλικό καφέ χωρίς ζάχαρη και της θυμίζω την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε, πριν από δύο χρόνια, στο Romeo της παραλιακής, όπου τραγουδούσε, τότε που λόγω μίας διαφωνίας του Δημήτρη με άνθρωπο του μαγαζιού, από τον εκνευρισμό του για κάτι που αθετήθηκε στη συμφωνία με τη Μαριάντα, με τη γροθιά του άνοιξε μία μεγάλη τρύπα στην τουαλέτα του καμαρινιού της Μαριάντας όπου βρισκόμασταν. «Σε προστάτευε πολύ ο Δημήτρης…», της επισημαίνω, «λειτουργούσε πάντα ως ο “φύλακας άγγελός” σου». Συμφωνεί και το βλέμμα της παίρνει ξανά εκείνη την μελαγχολική έκφραση που είχε όταν συναντηθήκαμε.
-Ήταν επώδυνος ο χωρισμός σου;
-Αν σκεφτείς ότι με το Δημήτρη ήμασταν 8 χρόνια μαζί, ακόμη και η συνήθεια χρειάζεται χρόνο για να ξεπεραστεί- αν ξεπερνιέται ποτέ. Για 8 χρόνια ξυπνούσα δίπλα από αυτό τον άνθρωπο, ήμασταν συνέχεια μαζί, η καθημερινότητά μας ήταν απόλυτα συνδεδεμένη κι έτσι, κάποια πράγματα που είχες μάθει τα κάνεις μαζί με τον σύντροφό σου, τώρα θα πρέπει να τα κάνεις πια μόνη σου.
-Δεν είναι πιο ωραίο να ξυπνάς μόνη σου στο κρεβάτι;
-(χαμογελάει) Δεν θα το λεγα, πάντα θέλεις έναν σύντροφο δίπλα σου… Τώρα ξυπνάω παρέα με τα δύο μου σκυλάκια. Κοιμόμαστε μαζί.
-Ήταν δική σου απόφαση ο χωρισμός σας;
-Και ναι και όχι. Κάποια στιγμή, είχαμε αρχίσει να πιεζόμαστε και οι δύο. Είχαμε πει πως θα ξεπεραστεί, αλλά μετά ξεκίνησαν να χειροτερεύουν τα πράγματα αντί να καλυτερεύουν. Πιστεύαμε πως απλά περνάμε μία κρίση η οποία θα τελείωνε κάποια στιγμή-κάτι, άλλωστε, που συμβαίνει σε όλα τα ζευγάρια που ζουν για πολλά χρόνια μαζί, είτε είναι παντρεμένα είτε όχι-, αλλά δυστυχώς δεν τα καταφέραμε (συγκινείται). Μάλλον είχε χαθεί αυτό που έχουν τα ζευγάρια μεταξύ τους και υποθέτω πως είχε αρχίσει να γίνεται πιο φιλική η σχέση μας.
-Δεν υπήρχε πια το πάθος;
-Κάποια στιγμή είχε αρχίσει κι αυτό να φθείρεται. Αν και το συγκεκριμένο θέμα δεν είναι κάτι που μπορώ να καταλογίσω σε μένα ή στο Δημήτρη- γιατί ο Δημήτρης, όπως όλοι όσοι τον γνωρίζουν ξέρουν, είναι ένας άνθρωπος πολύ παθιασμένος, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του. Απλά, μάλλον είχαμε σταματήσει να είμαστε «ζευγάρι» και γίναμε λιγάκι «συγγενείς». Τον Δημήτρη τον αγαπούσα-και τον αγαπώ- πάρα πολύ, που τον νιώθω σαν αδελφό μου! Τόσο πολύ! Αλλά αυτό μάλλον είναι και που έδωσε το τέλος στην μεταξύ μας σχέση ως ζευγάρι.
-Μήπως φταις κι εσύ για το χωρισμό σας;
-Εννοείται! Φταίω. Ίσως γιατί δεν έδινα αρκετό χρόνο στη σχέση μας, επειδή ήμουν πολύ απορροφημένη στα προβλήματα της δουλειάς, της καθημερινότητας-κάτι που τελικά έκανε κακό στην προσωπική μου ζωή.
-Φταις περισσότερο απ το Δημήτρη;
-Θα έλεγα πως ναι.
-Ωστόσο, εμείς πέρσι το Καλοκαίρι σας βλέπαμε να φωτογραφίζεστε μαζί και να μιλάτε για «επικείμενο γάμο».
-Το είχαμε συζητήσει με τον Δημήτρη και σκεφτήκαμε ότι ένας γάμος ή ένα παιδί-κάτι που τελικά δεν συνέβη- θα βοηθούσε ώστε να αναζωπυρωθεί η σχέση μας. Εξάλλου και όλοι οι φίλοι μου μου έλεγαν ότι αυτό βοηθάει ή πως πάντα ένα παιδί δίνει άλλο νόημα στη σχέση και αλλάζει πολλά. Τελικά, ακόμη και αυτή η διαδικασία του γάμου προστέθηκε σε όλα τα άλλα θέματα που είχαμε και κατέληξε σε μία ακόμη ταλαιπωρία, σε ένα επιπλέον άγχος.
-Πως και δεν μπήκες στη διαδικασία να κάνεις ένα παιδί μέχρι τώρα;
-Δεν ήρθε, δεν έκατσε. Επιδίωξα να μείνω έγκυος, αλλά αυτό ήθελα να συμβεί χωρίς άγχος- κάτι άλλωστε που ήταν και η συμβουλή του γυναικολόγου μου. Το να καταφέρει μία γυναίκα να αποκτήσει το δικό της παιδί και να επιτύχει αυτό το παιδί να το γεννήσει καλά και με υγεία, χρειάζεται ηρεμία και διακοπές, κάτι που εγώ, με το συνεχές στρες της δουλειάς- δεν είχα ποτέ, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου στο τραγούδι. Ποτέ, δηλαδή, δεν είχα την «πολυτέλεια» να «καθίσω» ακόμη και για ένα μήνα. Από τη μία λέω «δόξα τω Θεώ» γιατί έτσι είχα πάντα δουλειά, από την άλλη σκέφτομαι όμως μήπως όλο αυτό το «κυνήγι της καριέρας» ίσως να στοίχησε στην προσωπική μου ζωή. Προσπάθησα να τα συνδυάσω- γιατί και η μουσική είναι κάτι που λατρεύω στη ζωή μου-αλλά μάλλον δεν τα κατάφερα. Όμως, θα το προσπαθήσω ξανά. Έχω ακόμη τα περιθώρια να κάνω ένα παιδάκι- δεν με πιέζει ο χρόνος ηλικιακά.
-Ακόμη και εκτός γάμου;
-Ναι, ακόμη και εκτός. Ο Δημήτρης ήθελε πολύ ένα παιδί- και ακόμη θέλει. Δεν ήταν κάτι που αποτρέψαμε, απλά δεν προέκυψε.
-Με δύο γάμους και μία μακροχρόνια σχέση, που είναι σαν γάμος, θα έλεγες πως έχεις ζήσει μία πολύ έντονη προσωπική ζωή;
-Ναι και νιώθω ευγνώμων γι αυτό. Μόνο στο δεύτερό μου γάμο ταλαιπωρήθηκα, γιατί ο τότε σύζυγός μου ήταν μία πολύ κακή επιλογή συντρόφου. Σε αντίθεση με τον Δημήτρη βέβαια, που είναι ο καλύτερος σύντροφος και ο καλύτερος φίλος που θα μπορούσε να έχει μία γυναίκα.
-Σε τι ηλικία παντρεύτηκες πρώτη φορά;
-Στα 19 μου. Όπως όλες οι Κύπριες τότε, έτσι και η μαμά μου, με παρότρυνε, μου είπε «όλες οι Κυπραίεες μικρές παντρευόμαστε, να κάνετε και το παιδί σας γρήγορα» και το είδα πολύ θετικά επειδή και το συγκεκριμένο αγόρι ήταν μία πολύ καλή περίπτωση ανθρώπου. Δυστυχώς, πήραμε διαζύγιο μετά από ένα μόλις χρόνο, αλλά παραμείναμε πολύ καλοί φίλοι γιατί είναι ένας εξαιρετικός άντρας και μία πολύ καλή πάστα ανθρώπου. Σε αντίθεση βέβαια με τον δεύτερό μου σύζυγο, που ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος είχε προβλήματα με τον νόμο, τα οποία δεν γνώριζα προτού παντρευτούμε. Όταν τα ανακάλυψε όλα η μητέρα μου, επειδή είναι δικηγόρος, φρόντισα να πάρω άμεσα διαζύγιο. Γιατί, προφανώς, είχα αγαπήσει ένα ψέμα. Όσο κι αν πληγωνόμουν, όσο κι αν είχα στενοχωρηθεί τότε, έπρεπε να βγάλω αυτή την ιστορία απ τη ζωή μου.
-Είσαι έτοιμη να ερωτευτείς ξανά;
-Όχι. Ακόμη είμαι στην κηδεία...(συγκινείται)
-Τι θα άλλαζες από τη ζωή σου, Μαριάντα;
-Θα ήθελα να είχα κάνει ένα παιδί στα 19 μου! Με τον τότε σύζυγό μου. Θα ήμασταν σαν αδέλφια τώρα. Αυτό θα θελα να το αλλάξω.
-Πως είναι σήμερα η σχέση σου με τον Δημήτρη;
-Είμαστε εντάξει.
-Μετά από έναν χωρισμό μπορείς να παραμείνεις φίλη με τον πρώην σύντροφό σου;
-Ναι, μπορείς. Γιατί δεν έχει συμβεί κάτι άσχημο μεταξύ μας, δεν έχουμε απατήσει ο ένας τον άλλον, δεν κάναμε κάτι κακό που να μην θέλει ο ένας να βλέπει τον άλλον-ούτε καν ανταλλάξαμε άσχημα λόγια ή βαριές κουβέντες. Χωρίσαμε πολύ καλά και με σεβασμό. Και να σου πω και κάτι; Μπορεί μετά από κάποια χρόνια να ξαναβρεθούμε με τον Δημήτρη. Ποτέ δεν ξέρεις. Δεν αποκλείω τίποτα.
-Δεν θα σε ενοχλήσει αν δεις το Δημήτρη με νέα σύντροφο;
-Αυτό δεν το ξέρω. Αλλά, δεν έχω πια το δικαίωμα να του απαγορεύσω να προχωρήσει στην προσωπική του ζωή.
-Η εκπομπή που κάνεις κάθε βράδυ στον Sfera λειτουργεί και ως «ψυχοθεραπεία» πια για σένα;
-Απ τη φύση μου είμαι αισιόδοξη ούτως ή άλλως. Αλλά, είμαι και καρκινάκι και παθαίνω κι εγώ τις μελαγχολίες μου και τις κρίσεις μου. Η εκπομπή μου, λοιπόν, στον Sfera είναι ένα πολύ μεγάλο «δώρο» για την μεταβαλλόμενη ψυχολογία μου-και αυτό το επιβεβαίωσα περισσότερο ειδικά μετά το χωρισμό μου. Το ραδιόφωνο είναι μαγεία! Και χαίρομαι που έχω και τόσο καλούς και φανατικούς ακροατές. Μου έρχεται τώρα στο μυαλό ο Γρηγόρης-με τον οποίο δεν γνωριζόμαστε προσωπικά-που μένει στην Κύπρο, με ακούει από τον Sfera Κύπρου, και η κοπέλα του, η Έβελυν, βρίσκεται στην Αθήνα. Αν δεν μου στείλει την πρώτη «καλησπέρα» της εκπομπής και το πρώτο «κάνε μία αφιέρωση στο κορίτσι μου, την Έβελυν», δεν θα μου πάει καλά η εκπομπή. Κι αν δεν δω το μήνυμά του, θα ανησυχήσω μήπως κάτι του συνέβη. 
Δημοσίευση στο "Down Town Κύπρου", τον Αύγουστο του 2012. Η φωτογραφία είναι του Βαγγέλη Κύρρη, από το naked issue του "Down Town", οι εισπράξεις του οποίου θα δίνονταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς.

29.8.12

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ: "ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΩ"

«Δεν πιστεύω ότι οι άντρες είναι πιο αθώοι από τις γυναίκες. Ένα μεγαλύτερο μερίδιο αθωότητας το έχουμε εμείς οι γυναίκες- ίσως γιατί εμπιστευόμαστε πιο εύκολα και είμαστε πιο δοτικές. Απ την άλλη βέβαια, εμείς οι γυναίκες μπορούμε πιο εύκολα να αντιληφθούμε πράγματα, λόγω του ενστίκτου που μας χαρακτηρίζει. Εγώ πάντως, μέχρι τώρα, δεν χρειάστηκε να μπω στη διαδικασία του να χρησιμοποιήσω τη “γυναικεία πονηριά μου” για να ξεγελάσω κάποιον άντρα. Μην σου πω ότι μ αυτά τα θέματα είμαι τελείως χαζή και ηλίθια, γιατί δεν μπορώ να πω ψέματα ή να προσποιηθώ κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά έχω μέσα στο μυαλό μου».
«Δεν ξέρω αν με έχουν απατήσει ποτέ. Ή τουλάχιστον δεν μου έχει συμβεί ποτέ και να το μάθω. Από εκεί και πέρα, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρη…».
«Μετά τη Eurovision, με φλερτάρουν πιο δύσκολα οι άντρες. Ίσως να νομίζουν ότι, αν με φλερτάρουν, θα τους ρίξω χυλόπιτα, ότι δεν θα έχουν ανταπόκριση. Ενώ παλιά, με φλέρταραν πιο εύκολα. Γενικά πάντως, δεν ανταποδίδω εύκολα το φλερτ. Ειδικά όταν δεν θέλω. Μου λένε μάλιστα ότι έχω την ικανότητα να το κόβω αμέσως: Με το ύφος μου και χωρίς καν να γίνομαι κακιά ή αγενής. Επίσης, δεν μου έχει τύχει ποτέ να φλερτάρω εγώ πρώτη. Είμαι πουριτανή σ αυτά: Θέλω ο άντρας να κάνει πάντα την πρώτη κίνηση και αυτός να είναι ο κυνηγός, όχι εγώ».
«Για να υπάρχει “σχέση” πρέπει να συμμετέχουν και οι δύο σ αυτήν, αλλιώς δεν υφίσταται σχέση και τότε θα πρέπει αυτοί οι άνθρωποι να χωρίσουν. Το δικό μου κριτήριο για να ονομάσω αυτό που βιώνω “σχέση” είναι η επικοινωνία».
«Αυτό που ξενερώνει στους άντρες είναι η αδιαφορία: Το να μην με ρωτάει πως κύλησε η μέρα μου, να μην ενδιαφέρεται για μένα, να μην κοιτάει ίσως κάποιες αλλαγές που έχω κάνει στην εμφάνιση μου και να μην τις προσέχει, να μην μου κάνει εκπλήξεις και να μην νιώθω ότι με διεκδικεί καθημερινά. Αυτά δείχνουν ότι το τέλος του έρωτα πλησιάζει».
«Δεν ζηλεύω στις σχέσεις μου. Ίσως γιατί δεν μου αρέσει ούτε εμένα να με ζηλεύουν. Γενικά, δεν μου αρέσει η πίεση, ο έλεγχος, τα “που ήσουν;”, “με ποιον μίλησες;”, “τι έκανες;”, “γιατί άργησες;”. Όλα αυτά με πνίγουν».
«Στις σχέσεις μου πηγαίνω με το feeling. Κι ας διακινδυνεύσω».
«Μου αρέσουν οι μελαχρινοί άντρες, αυτούς θεωρώ sexy. Όχι οι πολύ γυμνασμένοι και “φουσκωτοί”, αλλά εκείνοι που έχουν ένα ωραίο fit αθλητικό κορμί. Πάντως, το καλύτερο αφροδισιακό για μια γυναίκα δεν είναι τόσο η εξωτερική εμφάνιση όσο η προσωπικότητα και ο αυθορμητισμός που διαθέτει ένας άντρας. Ένα κοφτερό μυαλό μπορεί να διαλύσει κάθε “ατέλεια” στην εξωτερική εμφάνιση».
«Είμαι 23 χρόνων, δεν έχω ζήσει ακόμη πολλά πράγματα στον ερωτικό τομέα, δεν έχω μπει μέχρι στιγμής σε μία μεγάλη σχέση, να τη ζήσω, να βιώσω καταστάσεις όμορφες ή άσχημες, που να μπορώ να μιλάω μετά γι αυτές. Ωστόσο, θα ήθελα πολύ να μπω κι εγώ σε μία τέτοια μεγάλη- και ίσως σημαδιακή- για τη ζωή μου σχέση, γιατί πιστεύω ότι αυτό θα είναι κάτι που θα μου αφήσει πολλά και θα με ολοκληρώσει- μέσα από την εμπειρία- ως προσωπικότητα, ως άνθρωπο».
«Είναι σημαντικό για μία γυναίκα να νιώθει ασφάλεια με κάποιον άντρα και να υπάρχει κατανόηση. Αυτά είναι δύο πολύ σημαντικά στοιχεία στην επιλογή του συντρόφου που θα ήθελα να βρεθεί δίπλα μου».
«Θεωρώ πιο κολακευτικό αν μου πει ο σύντροφός μου “μου αρέσει η τάδε”, παρά “μου αρέσει ο Παναγιώτης και γι αυτό θέλω να χωρίσουμε”. Τότε μάλλον θα πρέπει να αρχίσω να ανησυχώ για μένα».
«Έχω στεναχωρεθεί για κάποιον άντρα, αλλά δεν έπεσα και στα πατώματα. Τουλάχιστον μέχρι τώρα, στην ηλικία που βρίσκομαι, κάτι τέτοιο δεν το χω ζήσει».
«Το σενάριο “γάμος”, “παιδιά”, “οικογένεια”, είναι πολύ απομακρυσμένο αυτή τη στιγμή από τη ζωή μου. Γι αυτό το θέμα θα ξαναμιλήσουμε σε 10 χρόνια. Αυτή τη στιγμή “χτίζω” στην καριέρα μου».
«Οι φίλες μου, ιδιαίτερα οι παιδικές, από τότε που πήγαινα σχολείο στο Φρέναρος, είναι πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής μου. Και σίγουρα σημαντικότερο από το ερωτικό κομμάτι. Οι φίλες μου είναι οι άνθρωποι που θα στραφώ αν μου συμβεί κάτι, εκείνες στις οποίες θα ακουμπήσω και θα νιώσω καλά στην άσχημη στιγμή. Και αυτό που σου λέω είναι τσεκαρισμένο».
«Αυτή τη στιγμή προτεραιότητα στη ζωή μου έχει η καριέρα μου. Είμαι πάρα πολύ αφοσιωμένη σ αυτό το κομμάτι και αγωνίζομαι πολύ σκληρά για να τα καταφέρω. Δεν έχω καθόλου ελεύθερο χρόνο- ούτε καν για την προσωπική μου ζωή. Έχω περάσει πια το στάδιο της αναγνωρισιμότητας, της πρώτης επιτυχίας, και αυτό που με ενδιαφέρει πλέον είναι η διάρκεια. Στόχος μου είναι να δημιουργήσω πράγματα σε αυτό που μου δίνει αναπνοή και λόγο ύπαρξης. Και αυτό είναι το τραγούδι και η μουσική».
«Θα ξαναπήγαινα στη Eurovision. Γιατί σε σκληραγωγεί, σε κάνει πιο πειθαρχημένο ως καλλιτέχνη, σε βάζει σε μία πορεία, σε ένα δρόμο, είναι ένα πολύ καλό κομμάτι κάθε επαγγελματία στο τραγούδι. Είναι μία απίστευτη εμπειρία, φτάνει να έχεις θέληση. Αν δεν έχεις θέληση για τη Eurovision, φτάνεις στο σημείο που κάποια στιγμή εξαντλείσαι».
«Κάνω αυτό που μου αρέσει, εμφανίζομαι όπως με εκφράζει και δεν πουλάω μία “sexy εικόνα” επειδή ίσως αυτό “πρέπει να γίνει”. Είναι κάτι που τυχαίνει κάποιες φορές, χωρίς όμως εγώ να το επιδιώκω και να το κάνω επί τούτου. Στην καθημερινότητά μου είμαι απλή- η σκηνή και φωτογραφικός φακός είναι που με μεταμορφώνουν. Γενικά, δεν μου αρέσει να προκαλώ».
«Εγώ δεν μπορώ να πω ότι αισθάνομαι sexy. Είμαι γυναίκα και, όπως κάθε γυναίκα, έχω κι εγώ τις ανασφάλειές μου. Παρόλα αυτά δεν θα άλλαζα κάτι στην εμφάνισή μου, με δέχομαι όπως είμαι: Με τα ελαττώματά μου, με τις τυχόν ατέλειές μου. Άλλωστε, κανείς δεν είναι τέλειος».  
«Το πιο ωραίο κομπλιμέντο που μπορεί να μου κάνει κάποιος είναι να μου πει ότι είμαι τσαμπουκάς και πεισματάρα. Γιατί αυτά τα δύο στοιχεία θεωρώ ότι είναι μεγάλα προσόντα για έναν χαρακτήρα. Θέλω να πιστεύω ότι τα έχω αυτά τα δύο χαρακτηριστικά, αλλά δυστυχώς είμαι και πολύ τεμπέλα. Όταν βέβαια γκαζώσω και βάλω ένα στόχο, δεν υπάρχει περίπτωση να μην τον φέρω εις πέρας με επιτυχία».
Δημοσίευση στο περιοδικό "Icon" τον Αύγουστο του 2012. 

ΕΛΕΝΗ ΚΑΣΤΑΝΗ: "ΧΕΙΡΙΖΟΜΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ, ΣΑΝ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΛΕΠΤΗ"

Με περιμένει στο café του «Πανελληνίου», κοντά στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, όσο ο γιος της θα κάνει την προπόνησή του εκεί, σε κάποιο άθλημα που του αρέσει. «Εδώ χαλαρώνω. Είναι χαρά θεού!», μου λέει καθώς ζητάει έναν διπλό μέτριο ελληνικό και λίγα κουλουράκια, «απ τα ωραία σας!». «Ό,τι θέλει η Ελένη μας!», φωνάζει ο σερβιτόρος απ το μικρό κουζινάκι και γελάει.
-Πάντα ήσασταν η ψυχή της παρέας; Έτσι όπως σας βλέπω τώρα, εξωστρεφή και κοινωνική;
-Ναι, ήμουν το κεντρικό πρόσωπο, είχα πλάκα, έκανα χιούμορ. Ανέκαθεν. Μου έλεγαν, θυμάμαι, οι δάσκαλοι μου στο σχολείο ότι τους θύμιζα ένα κοριτσάκι που έπαιζε σε μία διαφήμιση στη Merenda-που να ξεραν τότε ότι στο μέλλον θα γινόμουνα ηθοποιός; Από τότε μάλιστα που αναλογίζομαι τον εαυτό μου-ασυνείδητα στην αρχή- στεκόμουν μπροστά στον καθρέφτη και έκανα την ηθοποιό ή χόρευα τουίστ στα τραπέζια. Τέτοια τρέλα! Έχω κάνει όλες τις «γελοιότητες» που κάνουν τα μικρά κοριτσάκια! Ενσυνείδητα πια έγινε όταν είδα πρώτη φορά θεατρική παράσταση, στα 10 μου χρόνια. Κόντευε να σταματήσει η καρδιά μου όταν είχε ανοίξει η αυλαία! Και να σκεφτείς ότι οι γονείς μου δεν είχαν καμία σχέση με τα καλλιτεχνικά: Ο πατέρας μου δούλευε στο δήμο και η μητέρα μου ήταν μοδίστρα-έραβε μάλιστα πολύ ωραία ρούχα κι εγώ είχα μεγαλώσει μέσα στα υφάσματα.
-Από μικρή είχατε τόσο χιούμορ; Πάντα γελούσατε;
-Όχι πάντα. Έχασα το πατέρα μου όταν πήγαινα στην πρώτη γυμνασίου-ήμουν τότε 12 χρόνων. Και πάντα είχα μια βαθιά στεναχώρια μέσα μου κι έναν βαθύ καημό για το θάνατο του πατέρα μου... Νομίζω μάλιστα πως αυτό με έκανε να παίζω και τόσο καλά το δράμα. Επειδή έχω πονέσει πολύ μικρούλα. Το χιούμορ, λοιπόν, ήταν πλέον η σανίδα σωτηρίας μου. Γιατί μου έλειπε πολύ ο μπαμπάς μου, του είχα μεγάλη αδυναμία. Ήταν 52 χρόνων όταν πέθανε.
-Το ξεπεράσατε ποτέ;
-Ποτέ! Τις πρώτες μέρες θυμάμαι ότι πήγαινα στο σχολείο με την αδελφή μου, ντυμένες και οι δύο στα μαύρα...(συγκινείται) Κοίτα, ο χαμός του μπαμπά μου είναι μία πληγή που δεν έκλεισε ποτέ. Ποτέ. Κι εγώ, ακόμη και στις ερωτικές ή στις φιλικές μου σχέσεις, πάντα αναζητούσα έναν πατέρα. Σκέψου ότι ακόμη και ο άντρας που παντρεύτηκα, έμοιαζε πολύ με τον μπαμπά μου: Ήταν μελαγχολικός, δεν μίλαγε πολύ, ήταν σοβαρός-όπως ακριβώς και ο μπαμπάς μου.
-Εσείς είστε εσωστρεφής;
-Πολύ! Και νομίζω ότι όλοι οι ηθοποιοί που θεωρούμαστε κωμικοί, είμαστε εσωστρεφείς. Τάσεις μελαγχολίας δεν έχω αλλά, όσο περνάνε τα χρόνια, κάνω λιγότερο ξόδεμα σε πράγματα που αφορούν στη ζωή μου.
-Ξοδευόσασταν άσκοπα παλιά; Αυτό νιώθατε;
-Ναι. Τώρα η ζωή μου είναι διαφορετική-ίσως και λόγω του παιδιού μου. Ο γιος μου πλέον είναι η μεγάλη προτεραιότητα στη ζωή μου, ενώ παλιά ήταν η καριέρα. Από τότε, όμως, που γεννήθηκε το παιδί μου, ποτέ δεν έπαιζα και θέατρο και τηλεόραση ταυτόχρονα, γιατί δεν ήθελα να λείπω από το παιδί μου απ το πρωί μέχρι το βράδυ. Τα κανόνιζα με τέτοιο τρόπο τα πράγματα, που να είμαι μαζί με το γιο μου.
-Και δεν είχατε ανασφάλειες μήπως σας «ξεχάσουν»;
-Όχι. Είναι το φυζίκ μου έτσι που δεν ξεχνιέμαι εγώ (γελάει). Δεν είμαι εγώ «η όμορφη» που θα περάσει η μπογιά μου! Μην σου πω ότι προτιμώ να είμαι μία «καλή ηθοποιός» παρά «η όμορφη». Και επειδή δεν ήμουν ποτέ η ενζενί, άργησα και να προχωρήσω στη δουλειά μου-έπαιζα αρχικά στα ΔΗ.ΠΕ.Θ.Ε και μετά στην Αθήνα. Κατάλαβα, όμως, ότι όσο πιο αργά κάνεις καριέρα, τόσο πιο σίγουρα και δικά σου είναι τα πράγματα, τόσο πιο σωστές επιλογές κάνεις.
-Ήταν τροχοπέδη στην αρχή της καριέρας το ότι δεν ήσασταν «η όμορφη»;
-Θα ήταν τροχοπέδη αν δεν το συνειδητοποιούσα και νόμιζα ότι είμαι «η θεά»! Και να λέω «γιατί δουλεύει η Ματσούκα και δεν δουλεύω εγώ;». Ή να έχω παράπονο, γιατί να παίζει ένα συγκεκριμένο ρόλο η Ματσούκα και να μην τον παίζω εγώ; Το θέμα σε αυτή τη δουλειά δεν είναι μόνο το να έχεις ταλέντο, είναι και το να στοχεύσεις και σωστά: Να ξέρεις που πρέπει να αποταθείς, πώς να διαχειριστείς το ταλέντο σου. Και πολλοί άνθρωποι καταστρέφονται επειδή δεν ξέρουν πως να διαχειριστούν το ταλέντο τους. Απ την άλλη, οι πραγματικά ταλαντούχοι άνθρωποι, ποτέ δεν χάνονται. Αν χαθεί κάποιος ταλαντούχος, κάτι άλλο θα φταίει- ίσως να μην είναι συνεργάσιμος, να μην αφήνει χώρο στους διπλανούς. Εγώ, για παράδειγμα, θέλω να παίζω με άτομα που είναι καλύτερα από μένα, για να έχω να φτάσω κάποιον. Τι πληκτικό που θα ήταν να είσαι εσύ ο σπουδαίος και όλοι οι άλλοι δίπλα σου οι ποταποί! Το μόνο που απαιτώ εγώ από αυτή τη δουλειά, είναι να αμείβομαι σωστά. Αυτό.
-Ποια είναι η σχέση σας με τα χρήματα;
-Δεν είναι καλή. Είμαι του ξοδέματος, δεν κάνω αποταμιεύσεις. Θυμάμαι, όταν ήμουνα φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη- στη Βιομηχανική-, ό,τι χρήματα μου έδινε η μητέρα μου τα ξόδευα όλα! Μπορεί να αγόραζα μία μπούρδα, ένα μαξιλάρι που μου άρεσε και να έμενα νηστική για μία εβδομάδα. Δεν ζήταγα όμως επιπλέον χρήματα, ούτε δανειζόμουν-γενικά η λέξη «δάνειο» είναι κάτι έξω από εμένα. Σκέψου ότι δεν κάνω δάνεια, δεν έχω βίζες, δεν έχω παίξει ποτέ λεφτά σε τυχερά παιχνίδια ή στο χρηματιστήριο. Ξοδεύω μόνο όσα έχω, αλλά μου έρχονται. Κι είμαι μάλιστα και από τις τυχερές που έχω βγάλει καλά λεφτά και από τις διαφημίσεις.
-Ποτέ δεν καβαλήσατε το καλάμι;
-Ποτέ. Την καριέρα μου την έχτισα σιγά σιγά. Ξεκίνησα ανοίγοντας μία πόρτα, μετά άνοιγα δύο πόρτες και ύστερα ήρθαν τα πρώτα λόγια. Έτσι άρχισα στο θέατρο. Επειδή έκανα καλά τη δουλειά μου, μου έδιναν λίγο παραπάνω κάθε φορά.
-Και δεν χρειάστηκε ποτέ να πείτε «εγώ είμαι η Καστάνη»;
-Αυτό το λέω μόνο όταν πρόκειται να πληρωθώ. Όταν έκανα παλιά μία διαφήμιση είπα «επειδή θα το κάνω πολύ καλά, θέλω να πάρω αυτά τα χρήματα». Και μου τα έδωσαν. Τότε όμως…
-Περάσατε ποτέ κρίση ηλικίας;
-Τώρα μπορεί να την περάσω. Αλλά δεν με αγχώνει η ηλικία, δεν ήμουν ποτέ ο μίσχος που θα χαθεί και θα μαραθεί το λουλούδι-μην τρελαθούμε! Είμαι πολύ γήινη, τα πόδια μου είναι πολύ καλά βιδωμένα στη γη, δεν πετάω στα σύννεφα. Και με τη δουλειά μου έτσι λειτουργώ. Ξέρεις τι πιστεύω; Όσο ψηλά και να φτάσεις σε αυτή τη δουλειά, ουσιαστικά δεν κάνεις τίποτα. Γιατί είναι αέρας η δουλειά μας!
-Είχατε ποτέ άγχος με την εμφάνιση σας, με τα επιπλέον κιλά σας;
-Τον εαυτό μου τον έχω απέναντι και τον πυροβολώ. Χάλια είμαι! Το φαγητό, όμως, είναι ένα πάθος, όπως πολλά άλλα. Άλλοι πέφτουν στα ποτά, άλλοι στα ψυχοφάρμακα, εγώ έχω πέσει στο φαί. Τι να κάνουμε; Έχω κάνει άπειρες δίαιτες, τα δοκίμασα όλα, έχω πάει σε διατροφολόγους, σε διαιτολόγους, τίποτα. Επίσης μαγειρεύω πολύ καλά- θα μπορούσα να κάνω καριέρα και ως μαγείρισσα στο μέλλον- και αυτό συμβάλλει, όπως καταλαβαίνετε, ακόμη περισσότερο στην αύξηση των κιλών. Αυτοσαρκάζομαι κιόλας μ αυτό. Δεν έχω πρόβλημα.  
-Έτσι ήσασταν και στην εφηβεία σας; Αυτή τη σχέση είχατε με το σώμα σας;
-Επειδή στην εφηβεία μου δεν ήμουν χοντρούλα, πολλές φορές τώρα στην ζωή μου εθελοτυφλώ, νομίζω ότι είμαι αδύνατη! Και χειρίζομαι το σώμα μου, σαν να είμαι λεπτή. Ακόμη και στις ερωτικές μου σχέσεις, κινούμαι σαν να είμαι λεπτή (γελάει)! Σκέψου ότι στην εφηβεία μου ταυτιζόμουνα με τη Μάρθα Καραγιάννη που είχε καμπύλες, όχι με τη Λάσκαρη. Κοίτα, ο σημερινός άνθρωπος, στη σημερινή κοινωνία, με την πίεση που δέχεται από παντού, κάπου θα ξεσπάσει. Ε, εγώ το κάνω με το φαγητό! Και ευτυχώς που έχω τη μεγάλη τύχη να κάνω μία δουλειά η οποία είναι ψυχοθεραπευτική-γιατί το θέατρο μου γιατρεύει την ψυχή. Αν και παρόλο που είναι πολύ σκληρή η δουλειά μας, πολλές φορές έχω φύγει κλαίγοντας απ αυτήν.
-Για ποιο λόγο;
-Γιατί είναι πολύ ανταγωνιστική δουλειά, είναι πολύ σκληρή, είναι πολλές φορές μία ζούγκλα την οποία δεν μπορώ να αντέξω. Είμαι σχεδόν 30 χρόνια στο θέατρο, και ακόμη δεν έχω συμβιβαστεί με κάποια πράγματα.
-Συνεχίζετε να κάνετε όνειρα;
-Το παντοτινό μου όνειρο είναι να είμαι ξαπλωμένη σε μία ξαπλώστρα στη θάλασσα (γελάει). Είναι πολύ ταπεινό και ποταπό το όνειρό μου, αλλά αυτό μ αρέσει: Η πλήρης ακινησία. Θα μπορούσα να ζω για πάντα σε ένα ξενοδοχείο και να μην κάνω τίποτα. Και να ναι μαζί μου και το παιδί μου βέβαια.
-Πως είναι η σχέση σας μαζί του, τώρα που μπαίνει στην εφηβεία;
-Πολύ καλή. Και με τον μπαμπά του θέλω να έχει πολύ καλές σχέσεις, γιατί πιστεύω ότι πιο σημαντικό ρόλο παίζει ο πατέρας στη διαμόρφωση ενός αγοριού, παρά η μάνα. Πρέπει να είσαι κοντά στα παιδιά, προσπαθώ να εξηγώ στο γιο μου, να του λέω την αλήθεια. Για το σχολείο, για παράδειγμα, του λέω «αυτή είναι η δουλειά σου», ή «κοίταξε πόσο πολύ δουλεύει η μαμά». Με πρακτικά παραδείγματα, για να γίνεται πιο κατανοητό.
-Πάντα θέλατε να κάνετε ένα παιδί;
-Πάντα. Και θα μπορούσα να έχω κάνει πολλά παιδιά. Γιατί η μητρότητα δεν διδάσκεται-ή το χεις ή δεν το χεις. Αν δεν έκανα, λοιπόν, αυτή τη δουλειά, θα έκανα πολλά παιδιά.
-Έχετε καθόλου ανασφάλειες στη ζωή σας;
-Είμαι ατρόμητη! Και να μου πεις «πήγαινε εκεί να πολεμήσεις», θα το κάνω. Δεν φοβάμαι τίποτα-ίσως να είναι κι ο χαρακτήρας μου τέτοιος. Είμαι σαν τα βουνά της Κρήτης, της πατρίδας μου: Ό,τι και να μου ρίξουν εγώ θα το σηκώσω. 
Δημοσίευση στο "Down Town Κύπρου", τον Αύγουστο του 2012. 


28.8.12

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΕΝΙΔΙΑΤΗΣ: IN MEMORIAM

Φεβρουάριος 2006. Με τον «κύριο Μιχάλη» (έτσι τον είπα, από την πρώτη στιγμή που με καλωσόρισε στην πόρτα της μονοκατοικίας του) είχαμε συναντηθεί για τις ανάγκες μίας «οικογενειακής» φωτογράφησης και συνέντευξης για το «Down Town», στο σπίτι της οικογένειας Μενιδιάτη, στην Κηφισιά. Με είχε κεράσει καρυδόπιτα («απ τις ωραίες που φτιάχνει η γυναίκα μου, που είναι μαστόρισσα στην κουζίνα»), λίγο ουζάκι («απ το μεσημέρι ουζάκι, κύριε Μιχάλη;», «Απ το μεσημέρι. Τι; Μωρό είσαι, μωρέ;»), μου μίλησε για τη «Φαντασία», τις τουρνέ που έκανε σε όλο τον κόσμο, τις «ζημιές» που γίνονταν με το «Λίγο λίγο θα με συνηθίσεις», το «Όχι, όχι μην με παρατάς» το «Περιφρόνα με γλυκειά μου», το «Τι σου είπανε για μένα», την αποθέωση... Τότε που οι τραγουδιστές ήταν τα είδωλα, και τα τραγούδια οι θεοί. Μου μιλούσε αρκετή ώρα-για πολλά. Προσεκτικός, ευγενικός και λεβέντης.
«Ωραία χρόνια ζήσαμε. Χρόνια που έλεγε ο κόσμος το ψωμί ψωμάκι, αλλά και χρόνια πραγματικά ευτυχισμένα. Τότε που ήξεραν οι άνθρωποι τις αξίες τις ζωής- αυτό που πραγματικά πρέπει να ονομάζουμε αξίες- και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο κόσμος, αν και μεγαλύτερα από τα σημερινά, ήξερε να τα αντιμετωπίζει με χαμόγελο και καλή διάθεση. Θυμάμαι έναν κόσμο πονεμένο, μαυροφορεμένο και πεινασμένο αλλά και έναν κόσμο που μπορούσε να κοιτάει το μέλλον με το κεφάλι ψηλά. Το πρώτο μου μεροκάματο θυμάμαι, το 1961, ήταν 40 δραχμές. Ήτανε τότε που μεσουρανούσαν στη δισκογραφία και στα μαγαζιά ο Τάκης Μπίνης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Τσαουσάκης ο Τσιτσάνης, ο Χιώτης, ο Δασκαλάκης… Ποιους να πρωτοθυμηθώ; Τότε που δεν γινόταν να πάμε στη δουλειά αν δεν είχαμε τα πάντα στην εντέλεια, με την τέλεια τσάκιση στο παντελόνι, το κόντρα ξύρισμα, τα καλά ρούχα; Οι θαμώνες των μαγαζιών ήταν καλεσμένοι μας κι εμείς, σαν καλοί οικοδεσπότες, έπρεπε να τους υποδεχτούμε με ό,τι καλύτερο είχαμε πέρα από τη δεδομένη καλή μας διάθεση. Και σήμερα υπάρχουν τέτοια παιδιά, νέοι τραγουδιστές που θα σεβαστούν τον κόσμο που κάθεται στα τραπέζια, που έχουν κάτι από την καλή στόφα των παλιών τραγουδιστών. Τότε μάλιστα υπήρχαν τριών ειδών λογοκρισίες: Η πρώτη ήταν ο κόσμος, η δεύτερη ήταν η εταιρία και η τρίτη ήταν η Ε.Ρ.Τ. Άμα περνούσες με επιτυχία από αυτές τις τρεις “εξετάσεις”, είχες πετύχει. Δεν ήταν εύκολο πράγμα, όπως καταλαβαίνεις, να γίνεις τότε τραγουδιστής. Σου βγαινε η Παναγία! Καλά είναι όλα αυτά που θυμόμαστε. Και οι επιτυχίες, και τα λεφτά, και οι καλές και σημαντικές συνεργασίες, αλλά πιο ωραίο πράγμα στη ζωή απ την οικογένεια δεν υπάρχει. Πάντα το έλεγα αυτό. Και όταν ήμουνα νέος το έλεγα, απλά τώρα, όσο μεγαλώνω, βλέπω πως αυτό είναι που έχει τη μεγαλύτερη σημασία στη ζωή ενός ανθρώπου. Δεν τον καλόμαθα το Χρήστο μου, το γιο μου. Το αντίθετο. Ήμουν αυστηρός μαζί του, δεν ήθελα να είναι ούτε ο κανακάρης, ούτε το παιδί που του κάνουν όλα τα χατίρια. Και ειδικά τώρα που θέλει να ακολουθήσει αυτό το δρόμο του τραγουδιού, προσπαθώ όσο γίνεται να του λέω κάποια πράγματα που ξέρω πως δεν χάνονται στα χρόνια- όσο κι αν άλλαξαν οι εποχές. Ήθελα απ την αρχή της ζωής του να είναι ο άνθρωπος που θα μπορούσε, ανά πάσα στιγμή, να σταθεί στα πόδια του, να είναι προσεκτικός και να έχει καλοσύνη. Αυτονόητα πράγματα θα μου πεις, ποιος γονιός δεν συμβουλεύει τα παιδιά του; Ελπίζω με τη μάνα του να τα καταφέραμε. Συνήθως λέω στα παιδιά να κάθονται φρόνιμα, άμα δεν ξέρουν τις συνέπειες για κάτι να κάθονται στ αυγά τους. Κι εμένα η ίδια η ζωή μου τα μαθε αυτά, δεν ξύπνησα ένα πρωί και τα σκέφτηκα. Όταν είσαι καλός άνθρωπος δεν σε πειράζει κανένας. Ήθελα κυρίως, όχι μόνο ο Χρήστος που είναι ο μεγαλύτερος γιος και όπως καταλαβαίνεις σημαίνει πολλά για μένα, αλλά και η κόρη μου η Μαρία και ο μικρότερος γιος μας, ο Βαγγέλης, να έχουν ευγένεια. Σπουδαίο πράγμα ο άνθρωπος να έχει ευγένεια . Αυτό ξεχωρίζει σήμερα τους ανθρώπους. Εκεί φαίνεται η αγωγή και η καλή ανατροφή. Η ευγένεια είναι πολιτισμός άλλωστε, δεν το ξέρεις; Από κει ξεχωρίζει η καλή πάστα του ανθρώπου….».
Δημοσίευση στο "Down Town" τον Φεβρουάριο του 2006. Στη μνήμη του...

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΠΑΛΙΑΡΑΣ: "ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΧΩ ΚΟΡΕΣΤΕΙ ΑΠ ΤΟ SEX..."


Κάποια παρατεταμένα «αχχχχχ», μερικά βλέμματα (όχι όμως τόσο αδιάκριτα όσο θα νόμιζε κανείς κοιτώντας το κορμί του Γιάννη Σπαλιάρα καλυμμένο μόνο με ένα μαύρο μαγιό), πόζες μπροστά στο φωτογραφικό φακό (τύπου αμέριμνες, αλλά με φανερή την εξοικείωση- σχεδόν ερωτική- που έχει αποκτήσει πια ο Γιάννης με τις κάθε είδους κάμερες στα τόσα χρόνια που βρίσκεται στο χώρο της showbiz) και ένα χαλαρό-με κάπως βαριά, αγουροξυπνημένη φωνή- «τι θες να με ρωτήσεις τώρα εσύ; Τι “αποκάλυψη” να σου κάνω; Δεν αρκούν οι φωτογραφίες;». Α, ναι, προσθέστε στο σκηνικό της προηγούμενης ζεστής Τετάρτης της Αθήνας-του καύσωνα και των 41 βαθμών κελσίου- και κάποια παγωμένα μπουκάλια νερό, μερικά από τα οποία θα έπρεπε να βρέχουν το ήδη ιδρωμένο κορμί του Γιάννη μετρώντας έναν έναν τους 6 pack κοιλιακούς του στην κάθοδο του νερού στους μηρούς. Για τις ανάγκες της φωτογράφησης πάντα.
-Θα σου φαινόταν παράξενο αν περπατούσες στην παραλία με το μαγιό σου και δεν σε κοιτούσαν;
-Η αλήθεια είναι ότι θα μου φαινόταν κάπως ασυνήθιστο. Γιατί έχω συνηθίσει να με κοιτάνε- και ειδικά στην παραλία. Και, μην με παρεξηγείς, δεν το λέω ψωνίστικα.
-Καλέ, τι ψωνίστικα; Το είδα με τα μάτια μου τι γινόταν με σένα καθώς πόζαρες. Αλήθεια, πως καταφέρνεις και διατηρείς αυτό το σμιλευμένο σώμα και τους θεϊκούς σου κοιλιακούς;
-Γυμνάζομαι πάρα πολύ από παιδί. Άλλωστε, ήμουν και στην Γυμναστική Ακαδημία και ασχολιόμουν εδώ και πολλά χρόνια με τον αθλητισμό παίζοντας μάλιστα, κάποια στιγμή, και μπάσκετ επαγγελματικά. Επίσης, προσέχω πολύ τη διατροφή μου: Παίρνω πάντα τροφές πλούσιες σε θρεπτική αξία- χωρίς όμως να μετράω γραμμάρια και να φοβάμαι «μην ξεφύγω». Μην μπερδεύουμε την υγιεινή διατροφή με τις δίαιτες.
-Θα συγκρατηθείς αν σου προκύψει μία δεύτερη τάρτα;
-Δεν μου αρέσουν τα γλυκά. Είμαι τυχερός σ αυτό.
-Ούτε αγχώνεσαι όταν παίρνεις μερικά κιλά παραπάνω;
-Είναι πολύ δύσκολο να παχύνω, δεν έχω ιδιαίτερα μεγάλες αλλαγές στο σώμα μου. Ο μεταβολισμός μου έχει φτάσει πια σε τέτοιο σημείο που, και να θέλω να παχύνω, δεν μπορώ.
-Αισθάνθηκες ποτέ «παρεξηγημένος» ως προς την επαγγελματική σου ιδιότητα- και ως ηθοποιός και ως μοντέλο και ως γυμναστής;
-Ποτέ δεν το ένιωσα αυτό που λες. Ούτε αισθάνθηκα «ξένος», ακόμη και στο πρώτο σήριαλ που έκανα για την τηλεόραση, τον «Έρωτα», το οποίο απ όσο ξέρω θα παίζει τώρα και σε επαναλήψεις στην Κύπρο- τη δεύτερή μου πατρίδα.
-Πως σου είχε φανεί η ζωή στην Κύπρο, όσο έπαιζες στο «Ζωή ποδήλατο»;
-Εξαιρετική. Άλλωστε, την Κύπρο την ξέρω από παιδί γιατί η μητέρα μου κατάγεται από την Πάφο, από το χωριό Φύτη. Οπότε, όπως καταλαβαίνεις, όλα τα παιδικά μου Καλοκαίρια τα έχω ζήσει εκεί. Θυμάμαι πάντα τεράστια τραπέζια με σούβλα να στήνονται όποτε φτάναμε στην Κύπρο και, όπως ξέρεις, οι Κύπριοι είναι πάντα της ποσότητας στο φαγητό. Δηλαδή, έπρεπε να φτιάξουν φαγητό για 10 άτομα και τελικά μαγείρευαν για 30! (γέλια).
-Θα μπορούσες να μείνεις μόνιμα στην Κύπρο, λόγω και της καταγωγής σου;
-Δεν νομίζω. Η Κύπρος έχει άριστη ποιότητα ζωής, είναι καλό όμως να την έχει κάποιος σαν βάση και να ταξιδεύει συνεχώς. Επίσης, το Καλοκαίρι της Κύπρου είναι υπέροχο αλλά το Χειμώνα νομίζω ότι σε περιορίζει. Τουλάχιστον εμένα επαγγελματικά με περιορίζει. Έχω συνηθίσει στις μεγάλες πόλεις και την έχω αγαπήσει πια την Αθήνα, αν και είναι μία απάνθρωπη πόλη, μία πόλη που φτιάχτηκε για 1 εκατομμύριο κατοίκους και τελικά μένουν σ αυτήν 5. Εγώ, ευτυχώς, μένω στα νότια προάστια, κοντά στην παραλία, και δεν ζω το δράμα του κέντρου. Ωστόσο, τα επαγγελματικά που είναι στο χώρο το δικό μου, κινούνται κυρίως στην Αθήνα.
-Συμφωνείς με την άποψη που υπάρχει μεταξύ των Αθηναίων ότι «οι Κύπριες γυναίκες είναι πιο συντηρητικές σε σχέση με τις Αθηναίες»;
-Σε ποιο τομέα;
-Στον ερωτικό.
-Νομίζω ότι είναι πιο συντηρητικές όσο βρίσκονται στην Κύπρο. Όταν φεύγουν, όμως, από την Κύπρο και πάνε στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσουν, οι Κύπριες δεν είναι τόσο συντηρητικές. Αλλά, επειδή η Κύπρος είναι πιο μικρή και κλειστή κοινωνία σε σχέση με την Ελλάδα λογικό το βρίσκω να είναι λίγο πιο συντηρητικές στο νησί.
-Είχες ποτέ σχέση με Κύπρια;
-Δεν έτυχε.
-Γενικά, ερωτεύεσαι εύκολα;
-Καθόλου εύκολα.
-Η τελευταία φορά που ερωτεύτηκες πότε ήταν;
-Πριν από ενάμιση χρόνο.
-Πως είσαι όταν ερωτεύεσαι;
-Είμαι φουλ στο συναίσθημα και δεν σκέφτομαι καθόλου με τη λογική μου όταν είμαι ερωτευμένος. Ο έρωτας μας αλλάζει, είναι απρόβλεπτος, κάνουμε πράγματα που, όταν το συνειδητοποιούμε, λέμε «εγώ αποκλείεται να το έκανα αυτό». Είναι τέτοια, όμως, η δύναμη του έρωτα και της αγάπης που ξεπερνάει ακόμη και εμάς τους ίδιους. Έρωτας με λογική δεν στέκει. Μπορεί να ζηλέψεις, να γίνεις καταπιεστικός, να «χαθείς»- πράγματα που, υπό «κανονικές συνθήκες» δεν θα τα κανες ποτέ. Τα έχω ζήσει όλα αυτά στο φουλ.
-Τώρα που δεν είσαι σε κάποια σχέση αισθάνεσαι πιο ελεύθερος;
-Σίγουρα. Γενικά, μου αρέσει πάρα πολύ η ελευθερία και να είμαι ανεξάρτητος. Έτσι συνήθισα από μικρός. Ζορίζομαι λίγο όταν είμαι σε μία σχέση και μου πει η άλλη «γιατί το κανες αυτό;» ή «που πας;». Δεν τα μπορώ αυτά.
-Προτιμάς να έχεις την ελευθερία σου ακόμη και μέσα στη σχέση;
-Όταν η κοπέλα σου δεν ζηλεύει πολύ και δεν σε καταπιέζει, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να μείνεις μαζί της και ακόμη λιγότερες να την κερατώσεις.
-Έχεις απιστήσει πολλές φορές;
-Έχω υπάρξει και πιστός και άπιστος.
-Τι μπορεί να σε κάνει να απιστήσεις;
-Η ρουτίνα, η φθορά που έρχεται λίγους μήνες μετά από μία σχέση.
-Συνήθως οι γυναίκες κάνουν το πρώτο βήμα μαζί σου;
-Συμβαίνουν και τα δύο, αλλά προτιμώ να κάνω εγώ το πρώτο βήμα.
-Έχεις ζήσει έντονη σεξουαλική ζωή, Γιάννη;
-Ναι...
-Έφτασες ποτέ στο σημείο να κορεστείς απ το πολύ sex;
-Έχω φτάσει σε τέτοιο σημείο, αλλά μετά από λίγο ξανάρχισα. Και η αλήθεια είναι ότι νομίζω ότι κανονικά θα έπρεπε να έχω κορεστεί με τον αριθμό που έχω συμπληρώσει.
-Με σοκάρεις! Τι εννοείς; Για τι αριθμό μιλάμε;
-(γελάει) Ε, δεν τα λέμε αυτά.  
-Στα αγόρια που σε φλερτάρουν πως αντιδράς;
-Θεωρώ ότι ο θαυμασμός και το να σε θέλει κάποιος είναι ένα καλοπροαίρετο συναίσθημα. Ακόμη και όταν προέρχεται από άντρα. Δεν αντιδρώ άσχημα. Εκτός κι αν κάνει κάποιος κάτι που με ενοχλήσει.
-Χρειάστηκε ποτέ να χρησιμοποιήσεις τη σωματική σου δύναμη σε κάποια γυναίκα;
-Ναι. Συνέβη.
-Μετάνιωσες μετά γι αυτό;
-Ναι, ναι. Ζήτησα «συγνώμη» το επόμενο δευτερόλεπτο. Πιστεύω ότι είναι αδυναμία για τον άντρα να σηκώνει χέρι σε μία γυναίκα. Δεν είναι μαγκιά. 
Δημοσίευση στο "Down Town Κύπρου" τον Αύγουστο του 2012. Οι φωτογραφίες είναι της Ολυμπίας Κρασαγάκη. 

27.8.12

ΜΑΡΙΑ ΣΟΛΩΜΟΥ: "ΟΣΟ ΜΕ ΤΡΟΜΑΖΑΝ ΤΑ 30, ΑΛΛΟ ΤΟΣΟ ΔΕΝ ΜΕ ΦΟΒΙΖΟΥΝ ΤΑ 40!"

-Γνωρίζοντας σε όλα αυτά τα χρόνια, νομίζω δεν είναι και το καλύτερό σου να γυρνάς σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο σε περιοδεία. Έστω κι αν πρόκειται για την παράσταση «Τα βαφτίσια» του Νίκου Μουτσινά, που είναι ήδη sold out παντού και περνάς σούπερ. Έτσι δεν είναι;
-Ναι, δεν είναι καθόλου το καλύτερό μου παρόλο που έχω τους καλύτερους συνεργάτες που θα μπορούσαν να μου τύχουν. Όσοι με ξέρουν καλά και ακούνε αυτό που κάνω το φετινό Καλοκαίρι, γελάνε. Βασικά, με «παρέσυραν» ο Νίκος Μουτσινάς και η Τζένη Διαγούπη όσο παίζαμε μαζί στο «Ψέκασα την Ελίζα»-λίγο λίγο μου το βάζανε μέσα στο μυαλό. Στην αρχή τους είχα πει «όχι, δεν υπάρχει περίπτωση, ξεχάστε με». Σιγά σιγά, ξεκίνησαν όλα αυτά τα «θα είμαστε παρέα, μωρέ», «θα περάσουμε καλά», και τελικά συνέβη με συνοπτικές «δημοκρατικές διαδικασίες». Ουσιαστικά, ποτέ δεν με ρώτησαν. Στην αρχή μάλιστα ξεκινήσαμε με τη λογική του να κάνουμε λίγες πιάτσες, αλλά αυτό «πέθανε» νωρίς με την ανταπόκριση που είχε τελικά η παράσταση παντού-και «δόξα τω Θεώ» να λέμε. Εν πάση περιπτώσει, απ τη στιγμή που μπήκα σ αυτή τη διαδικασία θα το κάνω μέχρι τέλους. Αν και μου έχουν συμβεί όλα!
-Δηλαδή; Τι σου συνέβη;
-Το πιο χαρακτηριστικό είναι ότι εγώ σιχαίνομαι τη φύση-έχω πρόβλημα, έχω αλλεργίες, παθαίνω διάφορα μεταξύ θάμνου και λουλουδιού. Και επίσης, δεν μπορώ να βλέπω ή να «λούζομαι» οτιδήποτε πετάει και έρπεται, να μην βρίσκω μία τουαλέτα της προκοπής ή τρεχούμενο νερό όταν το χρειαστώ. Εγώ φρίκαρα όταν μου έλεγαν οι άλλοι «καλά, έχεις να κατουρήσεις κάτω από δέντρο…». Ε, τα έζησα όλα αυτά! Μου το χρώσταγε ο Θεός! Σκέψου ότι στην πρώτη μας παράσταση προσγειώθηκε μία τεράστια ιπτάμενη κατσαρίδα επάνω στο μάγουλό μου! Αηδίασα, ξέρασα, ήθελα να πεθάνω! Είχαμε αντισηπτικό πάνω στη σκηνή, το άδειασα όλο στα μούτρα μου και έπαθα επί τόπου νευρικό κλονισμό!
-Δεν θα μπορούσες να ζεις μόνιμα στη φύση, όπως είναι το όνειρο κάποιων άλλων;
-Δεν το χω κάνει ποτέ αυτό στη ζωή μου. Κι όταν λέω «σιχαίνομαι τη φύση»-για να μην παρεξηγηθώ και μου την πέσουν διάφοροι περίεργοι τύποι- δεν εννοώ ότι δεν μ αρέσει ένα ωραίο τοπίο, αλλά το πόσο κοντά είμαι στη φύση είναι το θέμα μου. Και στην ερημιά εγώ δεν θα μπορούσα να πάω να ζήσω για πολύ καιρό. Είμαι παιδί της πόλης. Για να καταλάβεις, πάρε παράδειγμα το πιο απλό: Δεν θα έκανα ποτέ μου camping-θα θελα να είχα το σπιτάκι μου, το κρεββατάκι μου για να κοιμάμαι, την τουαλέτα μου, και να μην υπάρχει κάτι να μπουσουλάει, να ίπταται ή να έρπει μέσα στο χώρο που κοιμάμαι. Είναι παράλογο αυτό που λέω; Ε, στην περιοδεία είσαι αγκαλιά με τα ζουζούνια. Γι αυτό σου λέω: Ό,τι σιχαίνομαι πάω μετά και το λούζομαι κανονικά! Θα ήμουν η ζωντανή δυσφήμιση των Οικολόγων-Πράσινων.
-Τι ψήφισες στις εκλογές;
-Οικολόγους-Πράσινους!
-Θα με τρελάνεις! Στην δεύτερη εκλογική αναμέτρηση;
-Ναι. Στην πρώτη είχα ψηφίσει Τζήμερο-πίστευα μάλιστα ότι θα έμπαινε στη βουλή, γιατί είχε πολύ «ρεύμα»-αλλά μετά κάτι μου κανε, κάτι δεν μ άρεσε και ήθελα να πάω με τους Οικολόγους. Και ψήφισα Οικολόγους όχι για κανέναν περίεργο τάχαμου και δήθεν «εναλλακτικό» λόγο, αλλά για να μπορώ να κοιμάμαι ήσυχη με τη συνείδηση μου το βράδυ. Δεν ήμουν σίγουρη για τον Τσίπρα. Κακώς ή καλώς δεν με έπεισε ο Τσίπρας να τον ψηφίσω και σκέφτηκα «αν μία στις χίλιες βγει και τα κάνει χειρότερα, εγώ πώς θα κοιμάμαι μετά;». Το φοβήθηκα. Θεωρώ ότι υπήρχαν πράγματα στα οποία έφασκε και αντίφασκε και αυτό εμένα με τρόμαξε λίγο.
-Για τον Σαμαρά ούτε σκέψη δεν υπήρχε;
-Το θέμα ήταν να απαγκιστρωθούμε από τα ήδη υπάρχοντα μεγάλα κόμματα. Όχι να πάμε να πέσουμε ξανά στα ίδια.
-Στην παράσταση είσαι μία chick γυναίκα παντρεμένη με έναν κάπως λαϊκό άντρα. Έχει συμβεί να είσαι σε σχέση με κάποιον τέτοιου τύπου άντρα και στην προσωπική σου ζωή;
-Σε σχέση ποτέ. Αλλά, μου έχει τύχει να είμαι με κάποιον και μετά να πω «Χριστέ μου! Τι δευτεράντζα! Πως το κανα;». Αλλά, όχι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα «εγκλήματα» πρέπει να τα σκοτώνεις νωρίς. Κι όταν λέω «δευτεράντζα» εννοώ στη συμπεριφορά, όχι στην εμφάνιση. Γιατί όλα αυτά είναι στο φέρεσθαι, όχι στο τι φοράς. Όλα είναι θέμα αισθητικής- και αυτό έχει να κάνει και γενικότερα με την συμπεριφορά και την αγωγή σου ως άνθρωπος, στο πως «στέκεσαι» στην κοινωνία.
-Σε σχέση πάντως με την εικόνα σου, έχουμε την εντύπωση ότι εσύ είσαι η δυναμική persona των σχέσεών σου. Ισχύει αυτό;
-Δεν νιώθω αδύναμη, αλλά εξαρτάται με το με τι είδους άντρες είμαι. Πάντως, δεν μ αρέσει να είναι ο άντρας από κάτω. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, έχω ήδη βαρεθεί πάρα πολύ και θέλω γρήγορα να την κάνω.
-Σε αγχώνει που, σε λίγα χρόνια, θα μπεις στη δεκαετία των 40;
ιοθετώ την ατάκα που λέει ότι «η δεκαετία των 40 είναι η καλύτερη για μία γυναίκα». Κοίτα, όσο με τρόμαζαν τα 30 άλλο τόσο δεν με φοβίζουν τα 40 που έρχονται. Δεν πανικοβάλλομαι με το «πω πω, μεγάλωσα!»-το αντίθετο- αλλά νομίζω ότι θα μπω στα 40 και εγώ θα αισθάνομαι ακόμη μία μικρούλα. Τις ίδιες μπούρδες που έκανα στα 25 μου μπορώ να τις κάνω μια χαρά ακόμη και τότε-δεν θα έχω τέτοια κωλύματα. Απλά, όσο μεγαλώνεις, το μυαλό στροφάρει καλύτερα και, σε ορισμένα πράγματα, δεν είσαι πια τόσο ζαμανφού, όσο ήσουν σε μικρότερη ηλικία. Στη δεκαετία των 30 που βρίσκομαι τώρα, έχω αρχίσει να φιλτράρω περισσότερο τα πράγματα και προσπαθώ να αναλαμβάνω περισσότερες ευθύνες για τον εαυτό μου και τη ζωή μου. Από εκεί και πέρα, όλα τα άλλα είναι καλύτερα από ό,τι ήταν στη δεκαετία των 20: Είμαι πιο αδύνατη, το σώμα μου είναι καλύτερο από ό,τι ήταν στα 25, είμαι πιο ήρεμη, πιο κατασταλαγμένη, ξέρω τι ακριβώς θέλω απ τη ζωή μου, είμαι σε καλύτερη φάση. Ειδικά μετά τα 33, το πρόσωπο μίας γυναίκας κάπως έρχεται και αλλάζει και γίνεται καλύτερο-δεν ξέρω πως συμβαίνει αυτό-οπότε εμένα μ αρέσω πιο πολύ τώρα.
-Το sex αλλάζει στη δεκαετία των 40;
-Αλλάζει. Όταν θα γίνω 40 θα είμαι πιο κατασταλαγμένη στο τι ακριβώς συμβαίνει, θα ξέρω από πρώτο χέρι και θα μπορώ να σου πω τότε, αλλά έχω την εντύπωση ότι, όσο μεγαλώνουμε, το sex είναι «καμία σχέση» με ό,τι προηγήθηκε. Νομίζω ότι στα 20 το sex ήταν τύπου «η ανακάλυψη του αιώνα»-θέλεις να το κάνεις συνέχεια και πολύ και όπως να ναι και όπου να ναι, είναι δηλαδή λίγο στην ποσότητα το όλο θέμα-αλλά περνώντας σε επόμενες ηλικίες το sex γίνεται όλο και πιο εγκεφαλικό και καλύτερο.
-Δεν θα ήθελες να επέστρεφες στη δεκαετία των 20;
-Πάρα πολύ! Θα άλλαζα το σύμπαν! Για να ζούσα, όμως, μία άλλη ζωή, εντελώς διαφορετική. Θα έκανα άλλα πράγματα στη ζωή μου, δεν θα έκανα τίποτα αυτά που έχω κάνει ήδη-εκτός βέβαια απ το παιδί μου. Αυτό μην το πάρεις του τύπου ότι δεν πέρασα καλά και θέλω να τα σβήσω όλα απ το χάρτη αλλά, «αφού τα κάναμε αυτά, τα ζήσαμε, να μην κάνουμε άλλα τώρα;». Δίκιο δεν έχω;
-Σου έχει έρθει η Εφορία;
-Α, ναι! Όλα ξεράσματα! Δεν ντρέπονται λιγάκι; Πού θα τα βρούμε όλα αυτά τα λεφτά που μας ζητάνε; Δεν με πειράζει που έχουν πέσει οι μισθοί, δεν με πειράζει που έχουν μειωθεί οι δουλειές-θα βρούμε έναν τρόπο να επιβιώσουμε. Αυτό που με ενοχλεί είναι που έρχονται-ελέω Μνημονίου-και σου λένε «έχεις λίγα λεφτάκια στην άκρη; Θα στα πάρουμε! Θα βρούμε εμείς τον τρόπο. Πάντως, με την μία ή με την άλλη δικαιολογία, εμείς θα στα πάρουμε!». Ότι εγώ δούλευα τόσα χρόνια έχοντας ως συνέταιρό μου το κράτος το ξέρω, αλλά να έρχεται τώρα ο συνέταιρος που, ούτως ή άλλως με έκλεβε τόσα χρόνια, και να μου λέει «δώσε μου και ό,τι άλλο φύλαξες όλο αυτό τον καιρό που εργαζόσουν σαν το σκυλί» εμένα με τρελαίνει! Τι θέλουν δηλαδή; Να βγούμε με τα βρακιά στους δρόμους και να λέμε «μόνο αυτά έχουμε, πάρτε τα να τελειώνουμε!»; Είναι σαν να κάθονται σε ένα τραπέζι και να λένε με την Τρόικα «για φέρτε αυτήν…πόσα βγάζει; Πόσα να της πάρουμε; Μήπως δεν φτάνουν; Να της πάρουμε κι άλλα! Όλα να της τα πάρουμε!».
-Στην παράσταση «τα βαφτίσια» που παίχτηκε στον Βύρωνα βρίσκονταν στις κερκίδες και ο Μάριος Αθανασίου και ο Πάνος Μουζουράκης-κοντά, αν και σε διαφορετικά διαζώματα. Είσαι υπέρ του «σουηδικού μοντέλου» στις σχέσεις;
-Ποτέ δεν ήμουν! Τι σουηδικά μοντέλα και μπούρδες; Κοίτα, δεν μπορείς να αποφύγεις να βρεθείς σε μία πρεμιέρα με κάποιον-ειδικά όταν αυτή η συγκεκριμένη παράσταση παίζεται μόνο μία φορά στην Αθήνα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ούτε μπουνίδια ούτε αγκαλιαζόμαστε και φιλιόμαστε και είμαστε όλοι «η αγία οικογένεια». Όχι, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Απλά, πολιτισμένα. Μέχρι εκεί.
Δημοσίευση στο "Down Town Κύπρου" τον Αύγουστο του 2012. 

6.8.12

ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΤΟΤΣΙΚΑΣ: MORE THAN SEXY!


-Πως αντιμετωπίζεις τον ρατσισμό του τύπου «αυτός είναι τόσο ωραίος που δεν μπορεί να είναι και καλός ηθοποιός».
-Αυτό ακούγεται συνέχεια, αν και νομίζω ότι έχει καταλαγιάσει πια γιατί έχω δείξει ότι είμαι άνθρωπος που δεν παίρνω και πολύ στα σοβαρά τον εαυτό μου. Εγώ αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να είμαι διαφορετικός και να κάνω πράγματα τα οποία να με ανεβάζουν ένα σκαλί πιο πάνω επαγγελματικά, αλλά και προσωπικά- σαν εμπειρία, σαν οτιδήποτε.
-Σε ενοχλεί που ο καθένας, λόγω αναγνωρισιμότητας, μπορεί να έχει γνώμη για σένα;
-Η μαγκιά είναι ότι ο καθένας μπορεί να έχει γνώμη, αλλά εγώ δεν μπορώ να καθίσω να ασχοληθώ με το τι πιστεύει ο κάθε ένας για μένα. Ούτε στο παρελθόν με αφορούσε αυτό. Δεν μπορείς να αρέσεις σε όλους. Δεν γίνεται.
-Θεωρείς τον εαυτό σου υπερεκτιμημένο;
-Υπετιμημένο, από την πλευρά των περιοδικών και των καναλιών, ναι. Γιατί, δεν έγινε και τίποτα. Λες και είμαστε τίποτα χειρούργοι! Μην ακούς αυτά τα «έκανα φοβερή δουλειά!». Ηθοποιός είσαι, δεν είναι τίποτα μάγος να εξαφανίζεις και να εμφανίζεις αντικείμενα. Με μένα είχε γίνει υπερβολική έκθεση, μία διόγκωση των πραγμάτων. Αυτό, όμως, καλό μου έκανε στην καριέρα μου. Κακό δεν μου κανε. Από εκεί και πέρα, πιστεύω πως ξεκαθαρίστηκαν τα πράγματα στην πορεία. Επειδή είμαι άνθρωπος που στο παρελθόν έκρινα πολύ αυστηρά τους ανθρώπους και τον κόσμο, έχω σταματήσει πια να το κάνω.
-Τι σε χαλάρωσε από τον τρόπο που αντιμετώπιζες παλιά τα πράγματα;
-Γενικώς, ηρέμησα. Σκέφτηκα «ηθοποιός είσαι, μην τρελαίνεσαι. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν είναι γνωστοί και είναι τρεις φορές καλύτεροι από σένα». Δεν μπορείς να είσαι μέχρι τα 80 σου ο καλύτερος ηθοποιός!
-Σε βοήθησε σε αυτές τις σκέψεις σου η σχέση που έχεις τα τελευταία χρόνια;
-Πάρα πολύ! Ήταν και ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που με έκαναν να χαλαρώσω. Έχω αλλάξει. Και η Ρούλα με έχει βοηθήσει πολύ σ’ αυτό. Γιατί έχει ζήσει, έχει δει πράγματα, έχει φάει όλο το πακέτο στη μάπα. Μου έλεγε «μην τρελαίνεσαι!».
-Το ξέρεις ότι όταν είχα εξασφαλίσει την πρώτη σου συνέντευξη από το Mega ως «νέο και ωραίο τεκνό», τότε που ξεκίνησες να παίζεις στο «Μαζί σου», το 2007, μου είχες πει στο τηλέφωνο «δεν θέλω να σου δώσω συνέντευξη, γιατί δεν με εκφράζει εμένα το Down Town»;
-Σου είπα τέτοια μαλακία; Ούτε που το θυμάμαι! Και γιατί δεν με έβρισες;
-Είπα να δείξω κατανόηση.
-Ξέρεις τι φταίει σε αυτές τις περιπτώσεις; Οι παρέες! Οι «ψευτοεπαναστάτες». Δεν γινόταν να μου ζητάς συνέντευξη και εγώ να σου το παίζω «κουλτούρα»!
-Είσαι συντροφικός τύπος;
-Ναι, εννοείται. Είμαι του μονογαμικού. Δεν είμαι άνθρωπος που θα έκανε κάτι παραπάνω από αυτό που πραγματικά αγαπάει- και δεν έχει και νόημα. Οι οξείς γωνίες αμβλύνονται, εξομαλύνονται, με όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Και η συντροφιά είναι ό,τι καλύτερο. Ποτέ δεν ήμουν άνθρωπος που να έχει μία σχέση και να έχει και κάτι άλλο παράλληλα. Δεν το άντεχα εγώ. Ένιωθα ενοχή.
-Τι δεν σου αρέσει στη single ζωή;
-Αυτή τη στιγμή πραγματικά δεν ξέρω να σου πω, γιατί δεν θυμάμαι.
-Τα ‘χεις μηδενίσει όλα;
-Όταν ερωτεύτηκα, έφτασα το κοντέρ στο μηδέν, πάω κι όπου φτάσει.
-Τι ζητάς από μία σχέση;
-Να μπορώ να επικοινωνώ επί της ουσίας- όχι πολλές σπατάλες.
-Πιστεύεις ότι μπορεί να είναι απλά φίλοι ένας άντρας και μία γυναίκα;
-Δεν είχα ποτέ γυναίκες φίλες. Ήμουν συνέχεια με μία αντροπαρέα και είχα το κώλυμα «οι φίλοι προηγούνται απ’ τις γυναίκες». Μια μαλακία επαρχιώτικη! Δεν κατέληξα πουθενά με αυτό. Μόνο να βαράω το κεφάλι μου στον τοίχο.
-Τι σου αρέσει να κάνεις στον ελεύθερο σου χρόνο;
-Μ’ αρέσει πολύ το παρκούρ!
-Αν σου πρότειναν να κάνεις μία διαφήμιση που να πρωταγωνιστεί σ αυτήν το σώμα και το πρόσωπο σου, θα το έκανες;
-Βεβαίως και θα το έκανα, αν τα έβρισκα με τους ενδιαφερόμενους σε όλες τις πτυχές του πράγματος. Παλιά άκουγα «διαφήμιση» και έλεγα «άντε ρε ξεφτίλες!». Τι ξεφτίλες; Λες και ήξερα εγώ αν ο άλλος έχει δύο παιδιά ή προβλήματα με τον πατέρα του. Κάτσε ρε μεγάλε, ποιος είσαι εσύ και κρίνεις τους άλλους; Δεν μπορώ να τα ακούω αυτά, ειδικά από κάτι «ταγάρηδες», από κάτι δήθεν επαναστάτες χωρίς αιτία.
-Συνεχίζεις να κυκλοφορείς με το μετρό;
-Βέβαια!
-Κι όταν σε αναγνωρίζουν τι κάνεις;
-Τίποτα. Όταν ακολουθείς κάποια πράγματα, έχουν και τις συνέπειες τους. Και δεν το λέω με την κακή έννοια. Είναι δράση- αντίδραση αυτά τα πράγματα.
-Υπάρχουν κοριτσάκια που συνεχίζουν να παθαίνουν πανικό όταν σε αναγνωρίζουν;
-Ναι, ναι. Πλάκα έχει. Είναι ωραίο. Σκεφτόμουν και τον εαυτό μου στη θέση των παιδιών αυτών, γιατί όλοι λατρεύουμε κάποιον. Αν δω τον Κρίστιαν Μπέιλ στο δρόμο θα κάνω «Ουάουουουου!!». Θα αρχίσω να ουρλιάζω!
-Δεν έρχεσαι σε δύσκολη θέση με τις αντιδράσεις θαυμασμού που γίνονται σε σένα;
-Τώρα πια όχι. Μικρός, επειδή ήμουν πιο σεμνούλης, ναι. Είναι σαν να σου λέει ο κόσμος «συνέχισε»- και αυτό είναι ό,τι πιο ωραίο.
Δημοσίευση στο περιοδικό "Down Town Κύπρου", τον Μάιο του 2012 (φώτο: Ρούλα Ρέβη).

ΡΙΚΑ ΒΑΓΙΑΝΝΗ: Η ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ


Ενάμιση χρόνο μετά την «αναγκαστική» εγκατάστασή της στο Πέρθ της Αυστραλίας- λόγω της εργασίας του συζύγου της εκεί- η εδώ και 30 χρόνια ελληνίδα δημοσιογράφος, που έχει δουλέψει με δικές της εκπομπές στην ελληνική τηλεόραση αλλά και σε όλα σχεδόν τα έντυπα της Ελλάδας- αυτή που οι «ποιοτικοί» τη λατρεύουν γιατί, λένε, «είναι δικιά μας» και οι υπόλοιποι «γιατί η Ρίκα αυτοσαρκάζεται και έχει ευθυτενές χιούμορ»-, μιλάει πρώτη φορά για αυτή την «μακρινή» της εμπειρία που ζει στην πέμπτη ήπειρο και στέλνει «αγωνιστικούς χαιρετισμούς» διαπερνώντας μέσω των ιντερνετικών ινών δεκάδες χώρες, θάλασσες, λίμνες και ωκεανούς.
Το email της Ρίκας ήταν απροσδόκητο: Κάτι δικό μου βρήκε στο internet, κάτι σχολίασε, ξεκινήσαμε να μιλάμε, να μου λέει «ήταν ένα δώρο που μου ήρθε η Αυστραλία. Τεράστιο!» συνεχίζοντας και με άλλες διευκρινήσεις στις απορίες μου: «Εξοικειώθηκα, δυστυχώς, με ένα απειροελάχιστο κομματάκι της Αυστραλίας. Δεν την ταξίδεψα όσο θα ήθελα-έχουμε βλέπεις μια οικογένεια-επαγγελματικές υποχρεώσεις, κι έναν πιτσιρίκο να φροντίσουμε. Απολαμβάνω, όμως, κάθε  δευτερόλεπτο, αυτής της εμπειρίας: Ακόμα και τις στιγμές της  αβεβαιότητας, της μοναξιάς, της μεγάλης νοσταλγίας. Στο κάτω-κάτω, κανείς δεν μας υποσχέθηκε τον παράδεισο, στην Ελλάδα, στην Αυστραλία- τουλάχιστον όχι  πριν τα τινάξουμε. Και τότε ακόμα… δεν υπάρχει εγγύηση». Συμφωνήσαμε να κάνουμε μία συνέντευξη για την Κύπρο- θα ήταν η πρώτη φορά που θα μιλούσε τόσο πολύ για αυτήν την απροσδόκητη, για εμάς, «μετανάστευσή» της, λόγω της εργασίας του συζύγου της εκεί. Και ίσως αυτή η συνέντευξη να γίνει και ένας μικρός «φάρος» για όλους εκείνους που σκέφτονται τελευταία ότι «η Αυστραλία είναι ο μόνος προορισμός»- από έναν άνθρωπο που, μέσα από τη δημοσιογραφία για 30 περίπου χρόνια, ξέρει πολύ καλά να αποκωδικοποιεί σωστά ανθρώπους, γεγονότα, καταστάσεις. 
-Πως είναι η καθημερινότητά σου στην Αυστραλία; Τι κάνεις κάθε μέρα; Πως κυλάει ο χρόνος σου εκεί; Τι ώρα ξυπνάς; Τι ώρα κοιμάσαι;
-Ξυπνάω στις έξι το πρωί, πολύ αργά για τις συνήθειες  του  Πέρθ: Αφού  για να καταλάβεις, εδώ με θεωρούν ακαμάτρα και υπναρού που σηκώνομαι τόσο…αργά- στις έξι το πρωί είναι ήδη  όλοι στο δρόμο, τρώνε πρωινά πλακώνονται στα τζόκινγκ, στα σέρφ, στα μπρέκφαστ, τα καφενεία, τα εστιατόρια, οι δρόμοι, γεμάτα! Εγώ φροντίζω σπίτι, παιδί, νηπιαγωγείο, κι από τις έξι το απόγευμα, μαζευόμαστε στο σπίτι- όπως όλες οι οικογένειες εδώ. Ύπνος κατά τις δέκα-για τους άλλους-, κατά τη μία για το δικό μας σπίτι-είμαστε το μόνο φως στη γειτονιά ανοιχτό μετά τις έντεκα, θα μας βρεις εύκολα μέσω δορυφόρου! Τώρα εδώ είναι κατακαλόκαιρο, οπότε έχουμε τα που-σου-κου για εκδρομές,  βουτιές, και καμιά βεγγέρα σε ελληνικά στέκια. Όχι κι άσχημα, αλλά δυσκολεύομαι, βρε παιδάκι μου, να συνηθίσω τα ωράρια. Προχτές το πρωί ξύπνησα-να ήταν εξήμιση; Επτά παρά τέταρτο το πρωί;-  κι από το παράθυρο μου είδα μια έγκυο γυναίκα, ντυμένη αθλητικά, να τρέχει σαν δαιμονισμένη σπρώχνοντας ένα καρότσι μ ένα νεογέννητο- έκανε την πρωινή της γυμναστική!  Την καμάρωσα για τα κότσια της αλλά- τι τα θες-, είναι κάτι στιγμές σαν αυτή, που νομίζω ότι έχω προσγειωθεί από άλλο πλανήτη- και δεν έχω και πολύ άδικο.
-Πού δουλεύεις;
-Δουλεύω αναγκαστικά μόνο γράφοντας. Ευτυχώς έχω κρατήσει –με την ψυχή στο στόμα- κάποιες  αραιές, έκτακτες συνεργασίες στην Αθήνα, -είμαι πάντα και σταθερά μέλος του www.protagon.gr Tώρα εξετάζω το ενδεχόμενο να συνεργαστώ με  ομογενεικές εκδόσεις στη χώρα. Ευτυχώς υπάρχει υλικό και ενδιαφέρον- δεν έχω παράπονο. Χρόνο δεν έχω!
-Foul time job δεν έχεις εκεί;
-Για foul time δουλειά στην Αυστραλία, πολύ δύσκολο, όταν έχεις μικρό παιδί και σπίτι να κρατήσεις. Δεν συμβιβάζονται τα ωράρια. Εδώ οι γυναίκες επιστρέφουν στην εργασία-χωρίς πρόβλημα, όταν «ξεπαιδίζουν».  Υπάρχουν επιδοτούμενα πανεπιστήμια και προγράμματα που τις ενθαρρύνουν να εργαστούν, όταν μεγαλώσουν τα παιδάκια και η μαμά έχει ελεύθερο χρόνο. Κανείς δεν πάει  χαμένος εδώ,  αρκεί να θέλει να δουλέψει: Η ανεργία είναι πολύ χαμηλή- μόνο οι τεμπέληδες λουφάρουν.
-Για ποιο λόγο φύγατε πέρσι οικογενειακώς για την μακρινή αυτή ήπειρο; Είχε συμβάλει στην απόφασή σου αυτή και η εργασιακή ανασφάλεια που αισθανόσουν στην Ελλάδα για την ανανέωση ή όχι κάθε σεζόν των συμβάσεων που είχες με την ΕΡΤ;
-Δεν είχα κανένα παράπονο από την ΕΡΤ- ποτέ.  Όλοι οι συνάδελφοι ζούμε σε μόνιμη αβεβαιότητα- αυτό ήταν συνηθισμένο για μας. Και πέρσι, και φέτος, και όλα  τα χρόνια.  Ούτε από τους εργοδότες μου στην ελεύθερη αγορά αντιμετώπισα δυσκολίες. Τους ανακοίνωσα ότι έπρεπε να λείψω για οικογενειακούς λόγους, σταυροφιληθήκαμε και πήραμε τους δρόμους μας.  Τώρα για το φευγιό: Φύγαμε οικογενειακώς- και προγραμματισμένα,  ξενιτευτήκαμε  οικογενειακώς και οικογενειακώς επιστρέφουμε.  Σε δόσεις! Ο σύζυγός μου πήρε  εκπαιδευτική άδεια από το Πανεπιστήμιο της Αθήνας για να  ολοκληρώσει έρευνες στο αντικείμενό του (ψυχιατρική), σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Αυστραλίας.  Είναι μια συνηθισμένη διαδικασία στους ακαδημαϊκούς, μόνο που πρέπει να προγραμματιστεί καιρό πριν- κι εμείς ξέραμε ότι υπήρχε στο μέλλον μας η Αυστραλία εδώ και τρία χρόνια.
-Υπάρχουν στιγμές που μετανιώνεις για την απόφαση σου αυτή; Που λες «τι λάθος έκανα! Σαν την πατρίδα μου, πουθενά άλλη! Πικρό το ψωμί της ξενιτιάς!»;
-Δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Κάθε μέρα  νιώθω ευγνωμοσύνη που απέκτησα την εμπειρία να ζήσω σε αυτή τη χώρα: Την ενδιαφέρουσα, προκλητική, γεμάτη μέλλον Αυστραλία, ένα κράτος  καλοκουρδισμένο, αποτελεσματικό, που το «μελετώ» σαν αξιοθέατο. Μη φανταστείς ότι έχουν αγγίξει την τελειότητα, αλλά σίγουρα σέβονται πολύ τον άνθρωπο. Το κράτος είναι στην υπηρεσία του πολίτη και ο πολίτης «νοιάζεται» για την κοινωνία του, όπως νοιάζεται τα παιδιά του. Αυτά τα θαυμάζω  και τα παρατηρώ  κάθε μέρα. Και κάθε νύχτα κάνω σάλτο στη  νοσταλγική μαυρίλα: Δεν αντέχω τόση ευρυθμία,  μού ρχεται να τρέξω νύχτα στο αεροδρόμιο, να προσγειωθώ με αλεξίπτωτο σ΄ ένα ταβερνάκι στην Αθήνα, να λέω σαχλαμάρες με τους κολλητούς μέχρι τις τρεις το πρωί, με το αμάξι μου διπλοπαρκαρισμένο στο πεζοδρόμιο, με τα αλάρμ να αναβοσβήνουν, δίπλα στον ξέχειλο κάδο με τα σκουπίδια που έχουν να μαζευτούν δέκα μέρες. Κι όλα αυτά να είναι συνηθισμένα και κανείς να μην εντυπωσιάζεται. Α, κι ένα ψωραλέο αδέσποτο να τρίβεται στα πόδια μας για ένα κομμάτι μπριτζόλα. Εδώ δεν έχουμε αδέσποτα. Δεν έχω δει ούτε ένα στην πόλη, στη γειτονιά, εδώ και δεκαοκτώ μήνες. «Τι τα κάνουν;», ρώτησα. «Καλύτερα να μην ξέρεις» μου είπαν.
-Είναι αλήθεια ότι εκεί υπάρχει πολύ ισχυρή παροικία Ελλήνων και Κυπρίων που βοηθούν ο ένας τον άλλον, κάτι σαν την «εβραϊκή μασονία», ή είναι όλα αυτά άλλος ένας μακρινός μύθος και το αλληλοφάγωμα διαπρέπει και εις την αλλοδαπήν;
-Συγγνώμη που θα σου κάνω πουρέ τις θεωρίες συνωμοσίας, αλλά εδώ, όπως και παντού, στο εξωτερικό, το μόνο κριτήριο να σε «βοηθήσει» κάποιος, είναι οι ικανότητές σου, τα προσόντα σου. Δεν έχει καμιά σημασία αν είσαι Έλληνας, εξωγήινος , μουσουλμάνος, βουδιστής, Εβραίος ή Κινέζος. Κάνεις για τη δουλειά; Προσλαμβάνεσαι. Δεν κάνεις;   Δεν παίρνεις τη δουλειά.  Τόσο απλά, τόσο ξεκάθαρα. Ακούγεται σκληρό για κάποιους, αλλά για μένα αυτό είναι μία ανακούφιση…
-Τι σου λένε οι Αυστραλοί φίλοι σου για την κατάσταση στην Ελλάδα έτσι όπως έχει πια διαμορφωθεί; Μισούν κι αυτοί τους έλληνες, σου λένε «εσείς φταίτε για όλα, γιατί είστε λαμόγια και τεμπέληδες»;
-Με τίποτα! Ξέρουν στην Αυστραλία, από πρώτο  χέρι, ότι οι  ελληνικής καταγωγής  μετανάστες είναι δουλευτεράδες, έντιμοι, άψογοι στα  φορολογικά τους, κοινωνικά δίκαιοι και τίμιοι. Οπότε, ο Αυστραλός δεν μασάει στην όποια  ακραία προπαγάνδα: Αφού σκέφτεται-και πολύ λογικά-, ότι οι Έλληνες της Αυστραλίας που ο ίδιος γνωρίζει, οι γείτονες, οι συνάδελφοι, οι συμμαθητές του, είναι άνθρωποι έντιμοι, αυτοδημιούργητοι, που συνέβαλλαν στην προκοπή της χώρας. Αναγνωρίζουν ότι κάναμε επιπολαιότητες στο χειρισμό των οικονομικών μας στην Ελλάδα, αλλά συχνά διαβάζω στις  Αυστραλιανές εφημερίδες  ότι οι Έλληνες «τιμωρούνται», και μάλιστα με ιδιαίτερη σκληρότητα: «Πόσες αυτοκτονίες, , πόσες αναταραχές, πόση φτώχεια,  πρέπει ακόμα να αντέξουν  οι έλληνες εργαζόμενοι;» ήταν  το ερώτημα που έθετε η μεγαλύτερη εφημερίδα της  Δυτικής Αυστραλίας σε ολοσέλιδο αφιέρωμά της, μόλις πριν λίγα εικοσιτετράωρα. Άδικο έχουν;
-Σκέφτεσαι καθόλου «θεέ μου, ευτυχώς που έχω γλιτώσει εγώ την οικονομική κρίση!»;
-Τρελάθηκες; Η «πλούσια» αλλά σεμνή στον τρόπο ζωής αυτή χώρα, είναι η καλύτερη «προπόνηση» για την ελληνική κρίση: Μαθαίνεις να απλώνεσαι μέχρι εκεί που φτάνει το πάπλωμα σου, χωρίς σουσουδισμούς και άχρηστες επιδείξεις πλούτου-που εδώ, στο χαλαρό Περθ, μεταξύ άλλων, θεωρούνται και ασύλληπτα κακόγουστες! Μεταξύ μας, δεν ήμουν ποτέ και ο τύπος που έκανε τρέλες για να εντυπωσιάσει, αλλά εδώ πλέον βεβαιώθηκα δια παντός  ότι το χαμηλό προφίλ είναι το αιώνιο chic. Ποτέ δεν χάνεις, όταν   ζεις διακριτικά. 
-Τι σε δυσκολεύει πιο πολύ στην καθημερινότητα σου εκεί;
-Η… «κυπριακή» οδήγηση- τη βάζω πρώτη, επειδή είναι αδύνατον να συνηθίσω να οδηγώ στο «άλλο» ρεύμα. Κατά τα άλλα, σοβαρό ζήτημα είναι η αβάσταχτη ακρίβεια στα βασικά είδη στέγασης και διατροφής- δεν είναι μόνο δικό μου πρόβλημα, απλώς μένουμε σε μια Πολιτεία που έχει χάσει τη μπάλα στις τιμές: Όλος ο κόσμος, ακόμα και οι πλούσιοι, βογγάνε και παραπονιούνται. Θες ένα παράδειγμα;  Τριάντα δολάρια το κιλό τα σκόρδα! Επίσης, πολύ αστυνομία βρε παιδί μου- έχει αστυνομία εγκλημάτων, αστυνομία μετανάστευσης, αστυνομία ποδηλάτων, ιπτάμενη αστυνομία, πλωτή αστυνομία, έφιππη αστυνομία, αστυνομία  για πατίνια, τροχαία αστυνομία, κάθε γωνία και ραντάρ, κάθε στροφή και αλκοτέστ, έχουμε βαρεθεί να ξεφυσάμε σε μπουκαλάκια!  Πίνουμε ένα κρασί και μας βγαίνει ξινό, αν θα φτάσουμε σπίτι μας ίσια, ή με τα βραχιολάκια και την κλούβα. Δεν κάνω βλακείες: Ακολουθώ  και σέβομαι κανόνες της χώρας που έχω την τιμή να με φιλοξενεί, αλλά δεν είμαι και συνηθισμένη σε τόσο στενό μαρκάρισμα. Αυτός ο «Αδελφός» είναι κομματάκι μεγάλος…
-Προσαρμόστηκες εύκολα; Θυμάσαι μικρά ή μεγάλα λάθη που έκανες σε πρακτικά πράγματα στην αρχή, τα οποία για τους Αυστραλούς θεωρούνται αυτονόητα;
-Στη  αρχή, είσαι ψαρωμένος, σε πιάνουν εύκολα κορόιδο οι επιτήδειοι που ξέρουν να «μαδάνε» τον ξένο σαν κοτόπουλο, αλλά σε λίγες βδομάδες- και με τη βοήθεια καλών ανθρώπων-, μαθαίνω να αποφεύγω τις παγίδες.
-Κυκλοφορούν καγκουρό στους δρόμους;
-Ναι, κυκλοφορούν στους δρόμους, και ο θεός  να σε φυλάξεις αν τρακάρεις με καγκουρό-μοσχάρι. Νικάει το καγκουρό, όχι το αυτοκίνητο.  
-Κοιμάσαι τα βράδια με κοάλα;
-Όχι,  δεν  έχω κοιμηθεί με κοάλα. Μπορεί να πάτησα τα πενήντα, αλλά τόσο απελπισμένη δεν είμαι!
-Κολύμπησες τα Χριστούγεννα στις παραλίες αγκαλιά με τον Άγιο Βασίλη;
-Ναι, κολύμπησα τα Χριστούγεννα με τον Άγιο Βασίλη: Είναι παράδοση να βγάζεις τα Χριστούγεννα στην παραλία, με βουτιές, τοπικό κρασί και σαντουϊτσάκια, στην άμμο, ντυμένος Ρούντολφ με μαγιό ή χριστουγεννιάτικο δέντρο.  
-Ερωτεύονται οι Αυστραλοί όπως οι Έλληνες; Σου έκανε κάποιος καμάκι στο δρόμο όταν κυκλοφορείς; Είναι και αυτοί νευρικοί; Βρίζουν στα φανάρια; Υπάρχουν εκεί τρόποι διασκέδασης σαν τα δικά μας ελληνικά μπουζούκια για να ξεφεύγουν από την καθημερινότητά τους;
-Στα τα φανάρια, και παντού στο δρόμο, με βρίζουν- αυτό είναι σίγουρο-, γιατί ακόμα αφαιρούμαι και οδηγώ Ελλαδίτικα. Νευρικοί, καθόλου- ήσυχοι είναι οι άνθρωποι, και υπομονετικοί. Καμάκι; Ε, ίσως κάποιο κομπλιμέντο μου κάνουν, αραιά και που, το οποίο  το δέχομαι πολύ ευχαρίστως. αφού μεταξύ μας, στην ηλικία μου- έκλεισα τα 50 πριν τρεις Κυριακές- δεν…βρέχει και κομπλιμέντα κάθε μέρα.  Καμάκι ποτέ. Ούτε στην Αυστραλία, ούτε στην Ελλάδα, ούτε στο Βόρειο Πόλο. Συνοδεύομαι. Αλλά και μόνη μου όταν κυκλοφορώ, πάλι «συνοδεύομαι», νομίζω μια γυναίκα το δείχνει αυτό χωρίς να το λέει. Μπουζούκια για τους έλληνες, όποιος ψάχνει βρίσκει. Και διασκεδάζει και καψουρεύεται όμορφα κι ωραία, όπως τα ξέρουμε. Αλλά οι Αυστραλοί έχουν θέμα με το ποτό: Το πάνε στα άκρα, είναι κοινωνική πληγή. Συνήθως πίνουν και βγαίνουν για να γίνουν κομμάτια: Έχω δει να πέφτουν κάτω, να  κάνουν εμετό στους δρόμους, να  παραπατάνε, καμιά φορά να δέρνονται άνευ λόγου, για εκτόνωση. Και την άλλη μέρα να είναι οι άψογοι κύριοι και κυρίες. Δεν το χουν αυτό το «διασκεδάζω όμορφα, κάνω τα γούστα μου». Του στυλ «θα πιώ ένα ποτάκι, σ ένα κούλ μέρος θα γελάσω λίγο, θα μαζευτώ σπίτι». Αλλά δεν είναι πολλά αυτά τα μέρη εδώ στο Πέρθ- θα χρειαστεί να πάς μια Μελβούρνη, ένα Σίδνεϋ, για να έχεις περισσότερες  επιλογές. Εδώ στο Πέρθ έχει όμως καταπληκτικές συναυλίες, και παραστάσεις  από Στήβι Γουόντερ μέχρι Sade,  όπερα,  εκδηλώσεις φανταστικές, μέχρι ελεύθερες για το κοινό, εκθέσεις, τέχνη, εβδομάδα μόδας, μουσεία, μπαλέτα, δεν είναι μια πόλη χωρίς κουλτούρα- το αντίθετο: θεάματα δρόμου, καμπαρέ, υπαίθριες εκθέσεις γλυπτικής, και δεν συμμαζεύεται.  O,τι θες το βρίσκεις, αν έχεις βέβαια χρόνο και λεφτά, γιατί τα περισσότερα είναι τόσο ακριβά...
-Κάποιοι φαντάζονται τους Αυστραλούς και την Αυστραλία κάτι σαν «επίγειο παράδεισο»- μία πλούσια χώρα με πολιτισμένους και πάντα χαρούμενους κατοίκους. Υπάρχει πουθενά λύκος στο παραμύθι με την κοκκινοσκουφίτσα;
-Εδώ είναι ο Παράδεισος- κι η κόλαση εδώ. Όπου κι αν μένεις. Πάντα  εκτιμάς τον οργανωμένο, ξένοιαστο, χωρίς άγχος, αυστραλέζικο τρόπο ζωής. Και πάντα, την ίδια στιγμή, κάτι αποζητάς από τον τόπο σου κάτι  νοσταλγείς. «Τι λείπει, τι φταίει, και η καρδιά μου κλαίει;».
-Υπάρχουν πολλοί Έλληνες και Κύπριοι που σκέφτονται τελευταία- λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών- να μεταναστεύσουν εκεί. Τι θα τους συμβούλευες; Να το ρισκάρουν; Πού να απευθυνθούν; Ποιες είναι οι μικρές λεπτομέρειες που θα πρέπει να προσέξουν μην πέσουν ξαφνικά από τα σύννεφα;
-Να βεβαιωθούν ότι θα έρθουν νόμιμα, με καλό  βιογραφικό και σαφείς  προοπτικές εργασίας, να μελετήσουν και να συμβουλευτούν κατά γράμμα τις οδηγίες που δίνει η κυβέρνηση της χώρας για το αν η ειδικότητά τους έχει ζήτηση, σε ποιες Πολιτείες, και για ποιες ηλικίες. Να μην πέσουν στα νύχια επιτήδειων που υπόσχονται  τρελά πράγματα. Να εμπιστευτούν τις ιστοσελίδες της Αυστραλιανής υπηρεσίας μετανάστευσης- είναι σαφείς και σωστές.
-Ποια είναι τα καλά και ποια τα κακά του να είσαι μετανάστης σε μία τόσο μακρινή χώρα, από τη δική σου εμπειρία μέχρι τώρα;
-Τα καλά είναι ο ήρεμος , χαλαρός τρόπος ζωής, άγχος μηδέν! Τα όχι καλά νέα εδώ στη Δυτική  Αυστραλία -δεν ξέρω για τις άλλες πόλεις ή πολιτείες, είναι πολύ μακριά, δεν έχω άποψη- είναι ότι θυσιάζεται, χάνεται, εξαφανίζεται η ελληνικότητά σου. Η γλώσσα εγκαταλείπεται. Αυτό είναι το τίμημα ακούγεται πολύ σκληρό για μας που δεν γεννηθήκαμε εδώ, αλλά δεν ενοχλεί τους συμπατριώτες μας της δεύτερης και τρίτης  γενιάς που έχουν αφομοιωθεί στο περιβάλλον. Σε γενικότερο επίπεδο, με τι φόντα να τους κάνω εγώ κηρύγματα, με  τι θάρρος να κάνω κριτική;  Έφτασαν εδώ Έλληνες πριν εκατό, πενήντα, σαράντα χρόνια, πέρασαν δια πυρός και σιδήρου για να προκόψουν, με σκληρή δουλειά, σε τρομερές εποχές, με απερίγραπτες θυσίες. Εγώ; Μια περαστική, τουρίστας είμαι. Αυτό μου έλειπε, να βγάλω και γλώσσα. Μόνο το σεβασμό μου μπορώ να εκφράσω στα κότσια τους. Και μια ευχή: Να μη χαθούν τα ελληνικά τελείως- η γλώσσα μας είναι ήδη είδος προς εξαφάνιση εδώ, στην ελληνική παροικία…
-Με το χέρι στην καρδιά, δεν λες καμιά φορά «Το παιδί μου στην Ελλάδα ήθελα να μεγαλώσει, ρε γαμώτο, κι όχι στα ξένα μέρη!»;
-Το παιδί μας  θα μεγαλώσει ακριβώς και όπου εκείνο γουστάρει. Δεν είναι ιδιοκτησία μας. Προς το παρόν είναι μόνο  πεντέμισι, και  όπου πάμε πάει. Είναι υποχρεωτικό! Για μετά, βλέπουμε…
-Τι σου λείπει πιο πολύ απ την Ελλάδα, εκτός από τον μουσακά, τις τηγανιτές πατάτες, τα τσιφτετέλια της Μενεγάκη, τις βόλτες σου στο Ψυχικό και το μποτιλιάρισμα στους δρόμους ως έναν καλό τρόπο για να ξεσπάς από την πιεσμένη σου ψυχολογία;
-Η μαμά μου! Είμαι πολύ μπανάλ;
-Ειλικρινά πες μου, συγκινήθηκες καθόλου τώρα που γράφοντάς μου αυτές τις απαντήσεις αναγκαστικά σκέφτεσαι τη χώρα σου και φέρνεις στο μυαλό σου εικόνες, μυρωδιές και γεύσεις αγαπημένες; Ε, Ρικάκι μου;
-Μπα! Αντιπαθώ τις κλάψες. Αν ρωτάς, ναι, ζορίστηκα. Πολύ.  Όμως, κάθε μέρα έκανα  ή μάθαινα κάτι καινούριο, που με απέκοψε  από  τις ευκολίες μου- τις παλιές, οικείες συνήθειές μου. Πήρε λίγες στροφές ακόμα το μυαλό μου, εκεί που είχα συνηθίσει στα ίδια πρόσωπα, τα  ίδια δεδομένα. Έμαθα να κολυμπάω στον ωκεανό, εκεί που δεν βουτούσα ούτε  το δαχτυλάκι μου.  Να μη φοβάμαι τα κύματα, να τα αφήνω με εμπιστοσύνη να με παίρνουν ή να βουτάω από κάτω. Αν ήμουν νεώτερη θα προσπαθούσα και για σέρφ αλλά  άσε, Γιάννη:  Μην αφήσουμε και κανένα γοφό… αμανάτι στην Αυστραλία-θα τον χρειαστούμε πίσω στην Ελλάδα! Για να …τρέχουμε, αφού τώρα μας έχουν βάλει στην τρεχάλα- και για να κυνηγήσουμε τι;  Την ουρά μας; Τη σκιά μας; Ένας Θεός ξέρει…Πάντως, το γοφό μου τον θέλω, οπότε σέρφ όχι, ευχαριστώ…
Δημοσίευση στο περιοδικό "Down Town Κύπρου", τον Απρίλιο του 2012.