Είναι από τους ελάχιστους έλληνες άντρες-μοντέλα που δικαιωματικά
ονομάζονται «διεθνείς». Ο Παρασκευάς Μπουμπουράκας, όμως, ξέρει πως η ζωή δεν περιορίζεται
στις φωτογραφήσεις, στις πασαρέλες, στις μεγάλες διαφημιστικές καμπάνιες
παγκόσμιας προβολής που αποτελεί κομμάτι τους.
Οι αστυνομικοί που είχαν σταματήσει τον Παρασκευά εκείνο το
απόγευμα για «αναγνώριση στοιχείων», έξω από το σπίτι του, κοντά στην Γ’ Σεπτεμβρίου,
δεν ήξεραν πως αυτός ο αξύριστος ψηλός τύπος με τα μαλλιά που έφταναν μέχρι
τους ώμους καλύπτοντας λιγάκι το πρόσωπό του, τα λίγο ατημέλητα, τα λίγο
σγουρά, είναι φίλος με τη Laetitia Casta
και τη Ζιζέλ, πόζαρε πριν λίγες μέρες στον Jaume of laiguana για το Ισπανικό Horse, στον Thomas Nutzl για το
ρωσικό Elle και στον Sergi Pons για το GQ, πως έχει συνεργαστεί με όλους τους
διεθνείς οίκους μόδας, με όλους τους γνωστούς φωτογράφους και στυλίστες του
πλανήτη και θεωρείται ένα από τα πιο γνωστά μοντέλα στο εξωτερικό. Ίσως γιατί
δεν χρησιμοποίησε ποτέ τη δημοσιότητα για τους λάθος λόγους, αλλά το πρόσωπο
του, το σώμα και το βλέμμα του, εξυπηρετούσαν πάντα την εκάστοτε δουλειά του. «Γιατί
να το κάνω;», με ρωτάει. «Κάποτε μου είχαν προτείνει να συμμετάσχω στο ιταλικό Dancing With The Stars. Αντίστοιχη πρόταση μου
έχει γίνει και για το ελληνικό show.
Δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο. Δεν με ενδιαφέρει η τηλεόραση, η προβολή, η άνευ
λόγου δημοσιότητα, δεν είναι στην ιδιοσυγκρασία μου. Δεν κάνω ποτέ πράγματα που
δεν μ’ αρέσουν».
Θα μου το εξηγήσει λίγο αργότερα, καθώς δοκιμάζει τον
ελληνικό καφέ σκέτο που μόλις έχει παραγγείλει. «Άλλο η δουλειά και άλλο ο
Παρασκευάς. Η δουλειά μου αρχίζει και τελειώνει στο studio, στο εκάστοτε location», μου εξηγεί. «Στη δουλειά μου
είμαι επαγγελματίας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να το κουβαλάω, να
ταυτίζομαι μ’ αυτό όλη την ώρα και να το σέρνω μαζί μου. Ο κάθε ένας έχει τον
χαρακτήρα του, τις ανησυχίες του, τον τρόπο ζωής του, την κοσμοθεωρία του. Το
γεγονός ότι κάνω αυτή τη δουλειά δεν δηλώνει ότι θα πρέπει να έχω συγκεκριμένο life style ή
διαφορετικό τρόπο ζωής από αυτόν που εγώ θέλω. Αυτή τη δουλειά την ξεκίνησα στα
28 μου. Κι’ ήταν απλά ο πιο γρήγορος τρόπος για να κάνω τα ταξίδια που
επιθυμούσα. Αλλά ήξερα ήδη τι ήθελα, τι αποζητούσα».
Η ζωή του είναι γεμάτη αντιθέσεις. Όσο βρίσκεται στην Ελλάδα
μένει κοντά στην πλατεία Βικτωρίας, πάει γυμναστήριο στην Φωκίωνος Νέγρη και τα
πρωινά πηγαίνει τα σκυλιά του βόλτα στο Πεδίον του Άρεως. Όταν ταξιδεύει στο εξωτερικό
για δουλειά -κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά- γίνεται ο Paraskevas, ο Greek, «το διεθνές μοντέλο». Κάτι που του
αναφέρω κι’ εγώ αλλά αποστρέφεται τον χαρακτηρισμό, ονομάζοντάς τον «χαζομάρες».
«Για πολλά χρόνια ταξίδευα. Και ακόμη το κάνω», λέει. «Πήγα στο βόρειο πόλο, στην
Ινδία, στη Σκανδιναβία, στην Κένυα, στην Κουάλα Λουμπούρ, στο Σιάτλ, σε όλες
τις μεγάλες πόλεις του κόσμου, έζησα στη Νέα Υόρκη, στο Παρίσι, στο Μιλάνο, στο
Τόκυο, ταξίδεψα για ένα σαββατοκύριακο από τη Νέα Υόρκη στο Παρίσι με τις
παντόφλες-όλα λόγω της δουλειάς μου. Μου αρέσει, όμως, αυτή η αντίθεση, το να
είμαι σε ένα πολύ καλό ξενοδοχείο στην Κοπεγχάγη για μία δουλειά, ή λίγο έξω
από τη Βαρκελώνη για ένα editorial ισπανικού περιοδικού όπως συνέβη τώρα, και την επόμενη μέρα
να κάνω βόλτα στην Αριστοτέλους. Για μένα αυτό είναι μαγευτικό! Αισθάνομαι
πολίτης του κόσμου. Είναι σα να πηγαίνω σε αποστολές και όταν γυρίζω στην
Ελλάδα να κάνω μία άλλη ζωή».
Μιλάμε για το modeling. Για τον τρόπο που το αντιλαμβάνεται. Τον τόσο
διαφορετικό από πολλούς άλλους έλληνες άντρες-μοντέλα. «Κάθε δουλειά είναι και
μια ταινία», μου εξηγεί. «Και ο πελάτης δεν σε έχει κλείσει για την ομορφιά
σου, αλλά γιατί πιστεύει ότι έχεις αυτό το διαφορετικό, τον τύπο, γιατί κάτι
του βγάζεις σε σχέση με το προϊόν που λανσάρει. Η ομορφιά είναι καθαρά
γυναικείο θέμα». «Η ομορφιά δεν αφορά τους άντρες;», τον ρωτώ. «Όχι», απαντά.
Γελάει αυθόρμητα, αλλά έπειτα σοβαρεύει ξανά. «Τον άντρα τον κρίνεις ωραίο ή
όχι από το ήθος του, τις αξίες του, τη γενναιοδωρία του σε όλες τις μορφές, το
στυλ του, τη σωφροσύνη του. Δεν μου αρέσει η έκφραση “ωραίος” για το αρσενικό.
Εμένα με θεωρούσαν πάντα strong face.
Αυτό ναι, μ’ αρέσει. Είναι δυνατόν να μιλάμε στα 42 μου για ομορφιά; Είναι αστείο».
Αναρωτιέμαι για το αυτονόητο: για ποιο λόγο δεν μένει μόνιμα στο εξωτερικό παρά
πηγαινοέρχεται από την Ελλάδα στις χώρες του πλανήτη. «Για πολλά χρόνια αυτό
έκανα», μου λέει. «Σκέψου ότι στην Ελλάδα δεν είχα καν μόνιμη διεύθυνση, ακόμη
και για πρακτικά θέματα. Μετά από όλα αυτά τα ταξίδια όμως, διαπίστωσα πόσο
τυχεροί είμαστε που γεννηθήκαμε σ’ αυτή την ευλογημένη χώρα, στον τρόπο που
αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα, που εκφραζόμαστε, στον τρόπο που ζούμε»,
καταλήγει.
Οι «ναυαγοί» της ζωής
του
Η αφορμή για τη συνάντησή μας ήταν η έκθεση «Ναυαγοί I» που διοργάνωσε πρόσφατα σε
ένα loft της οδού Καπνικαρέας, με 144 ξύλινα δημιουργήματά του, κάτι
που είχε ξεκινήσει να ετοιμάζει πριν από δυόμιση χρόνια. Είναι κι’ αυτό ένα από
τα πολύτιμα κομμάτια του εαυτού του. «Ο λόγος για να κάνω αυτή την έκθεση
προέκυψε όσο βρισκόμουν στο Άγιο Όρος, μεταξύ μονής Βατοπεδίου και Εσφιγμένου,
εκεί που ξεβγάζει η θάλασσα. Τότε ήρθε ο πρώτος “ναυαγός” στα πόδια μου, το
πρώτο κομμάτι ξύλου, ένα γλυπτό της φύσης. Αυτό συνέβη σε συνδυασμό με κάποια
ταξίδια μου στη Βόρεια Εύβοια, σε πολύ ερημικές παραλίες. Τα συγκεκριμένα
κομμάτια τα έφτιαχνα σιγά σιγά στο σπίτι και έτσι προέκυψαν οι 144 “ναυαγοί”.
Ουσιαστικά έκανα τη δουλειά του “ρακοσυλλέκτη”, τρύπησα τα ξύλα χωρίς όμως να
κάνω κάποια παρέμβαση -εκτός από τα φωτιστικά- και κράτησα την αίσθηση που
είχαν όπως όταν βγήκαν από τη θάλασσα, αλλά με τη δική μου ματιά και αισθητική,
δίνοντάς τους ξανά ζωή». Τον ρωτάω για τη σχέση του με το Άγιο Όρος. Αν και δεν
θέλει να πολυμιλάει γι’ αυτό. «Στο Άγιο Όρος πηγαίνω εδώ και πάρα πολλά χρόνια,
από το 1991, για προσευχή και κατάνυξη», λέει χωρίς άλλες εξηγήσεις.
Ο Παρασκευάς ετοιμάζει επίσης αυτό τον καιρό μία ταινία
μικρού μήκους, η οποία θα προβληθεί πρώτη φορά στο Παλέρμο το ερχόμενο
καλοκαίρι, με τίτλο «the father»,
αφιερωμένη στη μνήμη του πατέρα του. «Ήταν η πιο δυνατή σχέση της ζωής μου! Το
πρότυπό μου!», λέει για εκείνον. «Και νιώθω πάρα πολύ τυχερός για τα παιδικά
μου χρόνια στον Τύρναβο, για την οικογένειά που έχω, για όσα βίωσα μικρός. Αυτό
είναι κάτι που θα ήθελα να ζήσουν και τα δικά μου παιδιά στο μέλλον, όταν κάνω
τη δική μου οικογένεια».
Σκέφτομαι πως μάλλον είναι πολύ μοναχικός. Ή τουλάχιστον
αυτό είχα καταλάβει από τη συνάντηση μας. Του το επισημαίνω και δεν διαφωνεί. «Η
φύση της δουλειάς μου είναι τέτοια, που ουσιαστικά επιβάλλεται να περνάω πολλές
ώρες μόνος μου. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είμαι αντικοινωνικός. Άλλοι θέλουν
να κάνουν clubbing, να
πάνε σε πάρτυ ή σε κάποια δεξίωση. Εγώ προτιμώ να περνάω τις ώρες μου με την
οικογένειά μου, τη γυναίκα μου, τα σκυλιά μας και κάποιους καλούς φίλους. Ή
διαβάζοντας. Το δεύτερο βιβλίο που εξέδωσα, το “respect”, ήταν αποτέλεσμα μελέτης, αλλά
και μιας βαθύτερης ανάγκης», καταλήγει.
Του προτείνω αν θέλει ένα τσιγάρο λίγο πριν μιλήσουμε για
τις γυναίκες, τους έρωτές του κι’ αναρωτιέμαι αν εκείνες ήταν που καθόρισαν τελικά
τη ζωή του. Αλλά δεν καπνίζει. Επίσης δεν πίνει αλκοόλ. Προτιμά, λέει, το
πράσινο τσάι. «Ο έρωτας, η γυναίκα, ήταν πάντα ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου,
ένα από τα πιο σημαντικά, αλλά δεν ήταν ποτέ αυτοσκοπός», απαντάει λακωνικά.
Βγαίνοντας έξω από το «café des Poets»
που ο ίδιος επέλεξε για να συναντηθούμε εκείνο το βροχερό απόγευμα Δευτέρας και
να μιλήσουμε κάτω από τις φωτογραφίες του Καβάφη, του Σικελιανού, του Ρίτσου
και του Χριστιανόπουλου, λίγα μέτρα μακριά από το σταθμό του τρένου «Βικτώρια»,
φοράει το μπουφάν του, το σκουφί του, τα γάντια του. Κι’ είναι πράγματι
εντυπωσιακός. Όχι απλά ωραίος. «Λοιπόν, Παρασκευά, δεν μετανιώνεις για τίποτα
από όσα έχεις κάνει στη ζωή σου;», τον ρωτώ πριν τον αποχαιρετήσω. «Γιατί να
μετανιώσω; Ό,τι κάνω το κάνω πάντα με την καρδιά μου. Το ζω!», λέει
διασταυρώνοντας την Γ’ Σεπτεμβρίου.
Δημοσίευση στην εφημερίδα "Πρώτο Θέμα" τον Ιανουάριο του 2015. http://www.protothema.gr/Stories/article/441876/paraskeuas-boubourakas-diethnes-modelo-42-karation/