10.2.13

ΑΝΤΩΝΗΣ ΦΡΑΓΚΑΚΗΣ: "ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΜΕΓΑΛΩΝΩ"




«Ξεκίνησα να κάνω γιόγκα στην Αμερική, σε καθημερινή βάση, για δύο χρόνια. Μετά προσπάθησα, ερχόμενος στην Ελλάδα, να το συνεχίσω. Η γιόγκα με βοηθάει με πολλούς τρόπους. Ένα από τα καλά της είναι ότι, αν έχεις κάποιο πρόβλημα σωματικό και εγώ, επειδή έχω κάποιο θέμα με τη μέση μου, είναι ιδανική. Επίσης, μου κάνει πολύ καλό σε ο,τι αφορά στη συγκέντρωση, στην ηρεμία-έχει κάτι με την αναπνοή, με κλειστά τα μάτια είναι σαν να “φωτογραφίζεις” το εσωτερικό σου και η αναπνοή σου γίνεται “μάτι”. Παρόλα αυτά, το γιόγκα δεν το κάνω μόνο για την ηρεμία μου, το κάνω επειδή μου αρέσει. Την ξεκίνησα στη Νέα Υόρκη λόγω κρύου, αλλά τη συνέχισα λόγω ρυθμών, επειδή είναι τρομακτικά έντονοι εκεί οι ρυθμοί. Η γιόγκα ήταν ο τρόπος μου να φρενάρω και να ησυχάζω».
«Στην Αμερική ζούσα από το 1997, τότε που ξεκίνησα τις σπουδές μου, μέχρι το 2002. Στο ενδιάμεσο πηγαινοερχόμουν-είχα κάνει και δύο παραστάσεις στην Ελλάδα. Η Νέα Υόρκη είναι ένας τόπος για τον οποίο καταλαβαίνω απόλυτα αν μου πει κάποιος ότι του αρέσει πάρα πολύ και ξέρω πάρα πολύ καλά γιατί εμένα δεν μου αρέσει: Οι ρυθμοί της, ο τρόπος που οι άνθρωποι συναλλάσσονται μεταξύ τους. Είναι σαν να είσαι σε ένα αεροδρόμιο, σε transit, και υπάρχει η αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων του τύπου “είμαστε και οι δύο σε εκκρεμή θέση και η επαφή θα πάει μέχρι εκεί, αφού έτσι κι αλλιώς, σε δύο λεπτά, δεν θα σε ξαναδώ. Γιατί να ασχοληθώ παραπάνω μαζί σου;”. Στο θέατρο δεν είναι εκεί το είδος του θεάτρου που θα με ευχαριστούσε. Αλλά, σαν εκπαίδευση, ναι. Αν μου έλεγε κάποιος ηθοποιός “να πάω στην Νέα Υόρκη για σπουδές;”, θα απαντούσα θετικά, υπάρχει το αλφάβητο και μία μαθηματική προσέγγιση του τι είναι ηθοποιία. Ακούγεται πολύ ωραίο στο ξεκίνημα, αν ξέρεις ότι οι New York Times, έχουν ένα ένθετο για τις τέχνες μεγέθους όσο μία εφημερίδα ελληνική, λες “πω πω υπάρχουν τα πάντα εδώ για τις τέχνες”, αλλά τελικά είναι σαν να αδειάζεις ένα καμιόνι. Πόσα μπορείς να αφομοιώσεις; Όχι πολλά». 
«Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που να με ηρεμούν, γιατί-με τη σημερινή κατάσταση, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας και υποθέτω και στην Κύπρο-συμβαίνουν πολλά που να με εκνευρίζουν. Ωστόσο λένε, όσοι με ξέρουν καλά, ότι στο 70% του χρόνου μου, είμαι ήρεμος άνθρωπος. Κατά βάση, λοιπόν, είμαι cool. Κατ εξαίρεση- για το οποίο δεν ευθύνομαι πάντα εγώ- γίνομαι κάτι άλλο που δεν θα ήθελα να είμαι, κάτι έξω από την ουσιαστική μου φύση».
«Έζησα πολλά χρόνια στο εξωτερικό. Ακόμη, όμως, και με την κατάσταση που επικρατεί τώρα εδώ, εγώ δεν θέλω να φύγω από την Ελλάδα. Όταν έφυγα, αισθανόμουν ένα πνίξιμο εδώ και γι αυτό το κανα, αλλά ήξερα ότι θα γυρνούσα πίσω. Μου αρέσει η Ελλάδα. Στη Γαλλία έζησα 8 χρόνια, είχα φτάσει μάλιστα στο σημείο να λέω ότι εκεί είναι τα πράγματα, ότι εκεί ήταν η ζωή μου και το σπίτι μου. Αυτές οι χώρες με βοήθησαν στον τρόπο σκέψης και λειτουργίας, στο τι είναι δουλειά και πως συμπεριφέρεσαι σε έναν εργασιακό χώρο. Γι αυτό εκνευρίζομαι πάρα πολύ, πολλές φορές, στον εργασιακό χώρο της Ελλάδας. Δεν θυμώνω με τους συνεργάτες μου, στο καλλιτεχνικό δηλαδή κομμάτι, αλλά πολύ συχνά με τους παραγωγούς. Γιατί έχω δει ότι υπάρχει ένας άλλος τρόπος και δεν δέχομαι καμία δικαιολογία ότι “εκεί έχουν λεφτά!”. Είναι θέμα αλφαβήτου σεβασμού του ενός προς τον άλλον. Θυμάμαι ότι, στις πρώτες μου δουλειές στη μόδα, παίρνοντας ένα τιμολόγιο για να το υπογράψει ο πελάτης, ο υπεύθυνος εκεί μου ανέφερε “εγώ ήθελα κορίτσια, δεν σε πληρώνω εσένα” και εκείνη την ώρα έρχεται ο φωτογράφος, χωρίς να τον φωνάξει κανείς, ρωτάει “ποιο είναι το πρόβλημα;”, του λέω “δεν μου υπογράφει το τιμολόγιο” και του λέει “ούτε πολαρόιντ δεν θα δεις!”. Κανονικά, το ενδιαφέρον του φωτογράφου, με τον ελληνικό τρόπο σκέψης, είναι ο πελάτης. Δεν θα υπερασπιζόταν ποτέ ένα μοντέλο! Στο εξωτερικό, αυτό που είναι ξεκάθαρο, είναι ότι στην ελεύθερη εργασία, ο ένας υποστηρίζει τον άλλον. Ανεξάρτητα από ιδέες, θέσεις, συνδικαλιστικά και λοιπές μπούρδες».
«Ποτέ δεν μετάνιωσα που ασχολήθηκα με την ηθοποιία μετά τα 30 μου και όχι προηγουμένως. Αν υπάρχει κάτι για το οποίο μετανιώνω, είναι που δεν ασχολήθηκα πιο πριν με το χορό. Όταν δούλεψα με την Οκτάνα, είπα “κοίτα να δεις, τι ωραία που είναι αυτή η τέχνη!”.  Η ηθοποιία τη μία μέρα μου αρέσει, την άλλη μέρα δεν μου αρέσει, τη μία τη σιχαίνομαι, την άλλη τη λατρεύω. Αυτό που πραγματικά μου αρέσει στην ηθοποιία, δεν είναι ακριβώς στο να υποδύομαι έναν ρόλο, είναι πιο πολύ η διεργασία που γίνεται στην πρόβα και αυτή την ίδια να τη συνεχίζω και στην ώρα της παράστασης- με ενδιαφέρει, δηλαδή, η έρευνα του πράγματος».
«Τίποτα δεν είναι αυταπόδεικτο. Ούτε η εξωτερική εμφάνιση. Αν δεν είχα κάνει και καρι΄λερα μοντέλοτυ και έκανα μία άλλη δουλειά που δεν είχε σχέση με την εξωτερική εμφάνιση, δεν θα υποήρχε όλη αυτό το “πανηγύρι”. Δεν λέω ότι είμαι άσδχημος, αλλά είναι απλά μία εικόνα. Το τιο εικόνα βλέπει ο καθένας δεν αφορά εμένα, δεν ασχολιούμαι εμ το αποτέλεσμα. Προσωπικά, δεν κάνω κάποια προσπάθεια ώστε να δίεξω κάτι συγκεκριμένο γιατί τότε θα ήξερα και λίγα πράγματα παραπάνω για μένα».
«Μεγάλωσα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ο πατέρας μου ήταν στρατιωτικός, γεννήθηκα στην Αθήνα, και πηγαίναμε σε πολλά μέρη της χώρας λόγω των μεταθέσεων του πατέρα μου. Στην Κύπρο, για παράδειγμα, κάναμε δύο χρόνια- από τριών έως πέντε ετών-, αφού ο πατέρας μου ήταν διοικητής εκεί, στις ειδικές δυνάμεις. Νομίζω μάλιστα ότι, για ένα διάστημα, μέναμε κοντά στο Σταυροβούνι. Αυτό που έκανε καλό σ εμένα όλο αυτό, είναι ότι μου είναι πολύ εύκολο να αλλάζω. Στη ρυθμολογία μου μέσα, είναι η αλλαγή. Είμαι εύκολος στις αλλαγές, αλλά μετά θέλω το χρόνο μου για να προσαρμοστώ. Ήμουν ταυτόχρονα και μοναχικό και κοινωνικό παιδί. Όταν ήμουν παιδί και με ρωτούσαν “τι θέλεις να κάνεις;”, απαντούσα “τίποτα! Θέλω να παίζω”».
«Το μόντελιγκ το έκανα συνολικά για 5 χρόνια. Για ένα χρόνο, είχε πλάκα. Στο μόντελιγκ ήμουν τυχερός γιατί, το 90% των περιπτώσεων των συνεργασιών μου, ήταν εξαιρετικοί άνθρωποι. Μου άρεσε να τους παρακολουθώ και να μαθαίνω-όπως κάνω και με την ηθοποιία. Ωστόσο η λέξη “επάγγελμα” εμένα μου δημιουργεί μία δέσμευση και, ενώ λατρεύω τους ανθρώπους που αφοσιώνονται σε κάτι, τους θαυμάζω απεριόριστα και σε αυτούς προσκολλούμαι για να μάθω, εγώ δεν το χω αυτό. Αντίθετα, στους ανθρώπους αφοσιώνομαι απόλυτα. Τη σχέση μου με τους ανθρώπους τη χτίζω κάθε μέρα. Έχω εξαιρετικούς φίλους. Και προτιμώ να έχω επαφή με λιγότερους ανθρώπους παρά με πολλούς, για να έχω έτσι και το χρόνο ώστε να τους τον δώσω και να τον πάρω».
«Ο έρωτας είναι ανάλογα με του τι καταλαβαίνει ο άλλος τι σημαίνει έρωτας. Φαντάζομαι ότι ο έρωτας λειτουργεί ανάλογα και με τον τρόπο που προσεγγίζεις εσύ τη ζωή. Κοίτα, τα πράγματα πρέπει να τα κάνεις από αγάπη. Σε ό,τι σε κινεί, πρέπει να υπάρχει αγάπη μέσα σ αυτό. Από υποχρέωση, εγώ δεν μπορώ αν κάνω κάτι. Αν έχω αναλάβει μία δέσμευση θα τη βγάλω, αλλά δεν θα μείνω εκεί και του χρόνου». 
«Είμαι γεννημένος τέλη του 1963- θα γίνω 50 χρόνων σε λίγο καιρό. Μου αρέσει να μεγαλώνω. Πολύ. Ίσως γιατί αυτό σημαίνει λιγότερες αγωνίες, λιγότερη ματαιοδοξία, συνειδητοποιείς ότι δεν θα τα πιάσεις όλα, με ηρεμεί, μου φεύγει το πολύ μεγάλο άγχος». 
Δημοσίευση στο "Omikron" Κύπρου, τον Δεκέμβριο του 2011. Οι φωτογραφίες είναι του Κωνσταντίνου Ρήγου.