Χρειάστηκε μεγάλη υπομονή για να πειστεί τελικά η Ρούλα (η
φωτογράφος των εξωφύλλων και των stars για 22 συνεχή χρόνια και μία από τις διασημότερες της
Ελλάδας) να δώσει την πρώτη της συνέντευξη. «Θα θέλει κι’ αυτός να με ρωτήσει
για τον Τότσικα, τη Μακρυπούλια και όλους αυτούς που φωτογραφίζω», ίσως να
σκεφτόταν. Κι’ ήταν λογικό. Αλλά η ζωή της, αυτή που μου αφηγήθηκε εκείνο το
μεσημέρι του Σαββάτου που βρεθήκαμε στο Κολωνάκι, είναι-όπως υποψιαζόμουν,
βλέποντας κάποιες από τις εικόνες της-πολύ πιο συναρπαστική από τη σχέση με τον
σύντροφό της και τους διάσημους φίλους της.
«Υπήρξα ένα παιδί που έζησε την παιδική και εφηβική του
ηλικία σε δύο κύκλους: τον πολύ συνεσταλμένο, ντροπαλό, και “κλειστό” στην αρχή
και, στην εφηβεία μου, τον πολύ επαναστατικό, αντιδραστικό, ενίοτε φτάνοντας,
πολλές φορές, ακόμη και την ίδια μου τη ζωή, στα άκρα της-δεν ήταν οι λίγες οι
στιγμές που πλησιάζα κυριολεκτικά στην άκρη του γκρεμού, αλλά η ευθύνη της
επιβίωσης δεν με άφηνε τελικά να πέσω. Θα σου εξηγήσω. Μεγάλωσα στο Πασαλιμάνι,
στον Πειραιά. Οι γονείς μου, όταν με γέννησαν, ήταν ήδη 16 και 19 χρόνων-είχαν
μάλιστα αποκτήσει άλλο ένα παιδί δύο χρόνια προηγουμένως, την αδελφή μου. Είχαν
ερωτευτεί πολύ οι γονείς μου όταν πρωτογνωρίστηκαν, κλέφτηκαν, τους πιάσανε,
τους πάντρεψαν, κι εμείς, τα παιδιά, ουσιαστικά μεγαλώσαμε με την γιαγιά και
τον παππού, τους γονείς του μπαμπά μου. Ήμασταν πάρα πολύ φτωχοί, κι αν δεν
υπήρχε η γιαγιά και ο παππούς μου να μας βοηθάνε, δεν θα τα καταφέρναμε. Οι
γονείς μου, όμως, έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα, ξεκίνησαν να μην τα
πηγαίνουν καλά μεταξύ τους. Καθόλου καλά. Κι’ όλο αυτό που ζούσα είχε ως
αποτέλεσμα να αλλάξω ραγδαία, να μεταβληθώ ουσιαστικά σε ένα άλλο άνθρωπο: ενώ
πριν από την εφηβεία μου ήμουν η πάρα πολύ καλή μαθήτρια που συμμετείχε στις
γιορτές του σχολείου, που ασχολείτω με τον αθλητισμό, που έπαιρνε βραβεία, που
οι καθηγητές έλεγαν στη μάνα μου “μην την αφήσεις χωρίς να στη στείλεις κάπου
να σπουδάσει”, έγινα ένα κορίτσι οργισμένο με όλους και με όλα, που ξεκίνησε να
έχει πολύ έντονη ζωή, να καπνίζει πολύ, να πίνει αλκοόλ, να κάνει συνεχείς
απουσίες στο σχολείο, να μπαίνει μέσα σε χώρους αναρχικών, που τελικά άρχισε να
μένει μόνο του από τα 17 του χρόνια. Κι’ όλο αυτό ξεκίνησε απ’ τον μπαμπά μου: ενώ
του μοιάζω, μετά από όλα αυτά, συν το γεγονός ότι δεν δούλευε και δανειζόταν
δεξιά κι αριστερά, με αποτέλεσμα να έχουμε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα, με
έκανε, κυριολεκτικά μέσα σε μία μέρα, να τον μισήσω! Κι’ έτσι, απομακρύνθηκα
από την οικογένειά μου. Κυρίως, γιατί δεν άντεχα άλλο να βλέπω τη μητέρα μου
λυπημένη. Γιατί εκείνη ήταν ο ήρωας της ζωής μου, το πρότυπο μου, η “κούκλα”
μου, η “θεά” μου, η αγάπη μου η μεγάλη-αυτή και η αδελφή μου είναι οι
μεγαλύτερες λατρείες της ζωής μου, πιο δυνατές και οι δύο κι’ από 10 άντρες
μαζί...Έκανα πάρα πολλά για να φύγει ο πατέρας μου από τη ζωή μας-κυρίως για να
το συνειδητοποιήσει η μάνα μου και να το αποφασίσει η ίδια-, αλλά δεν έφυγε
ποτέ. Για να καταλάβεις, μόλις πριν από λίγα χρόνια αποφάσισαν τελικά να
χωρίσουν, όταν πια ο μπαμπάς μου ξεκίνησε να μένει με μία άλλη γυναίκα. Αυτά τα
λέω για όλα αυτά τα νέα παιδιά που, αυτή τη στιγμή, αντιμετωπίζουν κάποιο
παρόμοιο οικογενειακό πρόβλημα: εμένα, αυτό που με έσωζε πάντα, ήταν το
συναίσθημα της αγάπης που εισέπραττα από την μάνα μου και την αδελφή μου, καθώς
και η σκέψη του “δεν μπορεί κανείς να με γλιτώσει αν συμβεί κάτι! Πρέπει μόνη
μου να φροντίσω για όλα!”».
«Ανάμεσα σε πολύ κόσμο που γνώριζα στην εφηβεία μου, ήταν και κάποια παιδιά που πήγαιναν στην “σχολή Σταυράκου”. Μου άρεσε όλο αυτό που μου περιέγραφαν, που έρχονταν κάθε φορά ενθουσιασμένοι και μου διηγούνταν τα μαθήματά τους, κι’ έτσι πήγα και γράφτηκα κι’ εγώ στη σχολή, ώστε να ασχοληθώ με την φωτογραφία. Υποσυνείδητα, και αναλύοντας το, σήμερα πια, στα 40 μου, θα σου έλεγα ότι το έκανα γιατί ήθελα να δημιουργήσω έναν παράλληλο κόσμο, εντελώς διαφορετικό από τον πραγματικό μου, πιο παραμυθένιο, πιο ονειρικό, λίγο “ψεύτικο”. Θέλησα να ορίσω εγώ η ίδια τις εικόνες που επιθυμούσα να ζήσω. Φυσικά δεν είχα βοήθεια από κανέναν στην απόφασή μου για τη σχολή. Έτσι, πήγαινα το πρωί στη σχολή μου και το απόγευμα εργαζόμουν στα Goody’s, στο ταμείο, για να καταφέρνω να τα βγάζω πέρα-ουσιαστικά, αν σκεφτείς ότι τα περισσότερα από τα χρήματά μου τα έδινα για τη σχολή, επιβίωνα με τα απολύτως απαραίτητα: φορώντας τα ίδια ρούχα και παπούτσια για μήνες, τρώγοντας μακαρόνια και ρύζι, χωρίς εξόδους εννοείται, χωρίς διασκεδάσεις. Η ζωή μου, για αρκετό καιρό, ήταν σχολή-Goody’s και λίγες ώρες στο σπίτι που νοίκιαζα με τον τότε σύντροφό μου. Ο δάσκαλος μου στην σχολή επέμενε ότι είχα ταλέντο και, με δική του παρότρυνση, πήγα και δούλεψα μαζί του. Ήταν ο Στέφανος Πάσχος, και ήταν ο πρώτος μου εργοδότης, για τρία χρόνια. Ξεκίνησα να δουλεύω πάρα πολύ! Ατέλειωτες ώρες! Χρωστάω πάρα πολλά σ’ αυτό τον άνθρωπο! Εκεί, στο studio του, ερχόταν και η Μάρα Δεσύπρη, η οποία τότε εργαζόταν ως μοντέλο και στυλίστρια. Όταν ξεκίνησε να δουλεύει η Μάρα ως φωτογράφος, έγινα βοηθός της. Η μάνα μου, μέχρι πολύ πρόσφατα, μου έλεγε “να σοβαρευτείς, να κάνεις μια δουλειά” και μέχρι να της πάρουν κάποιες γειτόνισσες περιοδικά και να της δείξουν το όνομα μου γραμμένο στα credits των εξωφύλλων, λέγοντάς της “να, κοίτα εδώ, η κόρη σου έκανε την τάδε”, θεωρούσε ότι η δουλειά μου δεν ήταν “κανονική”».
ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ
«Τότε που ξεκίνησα να εργάζομαι, ήταν και η εποχή που ζούσαμε όλοι την “χρυσή εποχή των περιοδικών και του life style”. Δεν θα σου πω για τα ταξίδια που κάναμε απλά για ένα shooting-μία μέρα στο Παρίσι, 10 άτομα, βοηθοί βοηθών, όλα τα έξοδα πληρωμένα-, ή για τα πανάκριβα ρούχα των μοντέλων, ή για τα ξενοδοχεία που τα είχαν όλα στα πόδια μας, για τις υπερπαραγωγές των φωτογραφίσεων σε τραγουδιστές και ηθοποιούς. Θα σου αναφέρω μόνο ένα περιστατικό, για να καταλάβεις το μέγεθος της υπερβολής: κάναμε, θυμάμαι, παραγωγή στη Γλυφάδα, για το “Κλικ” τότε, και κάψαμε τρία αυτοκίνητα-τα οποία πλήρωσε η εταιρεία-απλά “για να βγει ωραία η φωτογράφιση”! Εγώ, λοιπόν, ναι μεν το ζούσα όλο αυτό, αλλά ως μικρή και βοηθός ακόμη, πληρωνόμουν ελάχιστα. Υπήρξε περίοδος που πήγαινα από το σπίτι όπου έμενα τότε, στη Δάφνη, μέχρι το Ψυχικό, όπου έμενε η Δεσύπρη, με τα πόδια, γιατί δεν είχα λεφτά ούτε καν για το λεωφορείο. Και δεν διανοούμουν αυτό να το πω ποτέ στη Μάρα για να με “λυπηθεί” ή για να μου κανονίσει ταξί. Πηγαίναμε, για παράδειγμα, για να φωτογραφίσουμε την τάδε κυρία στο σπίτι της στην Κηφισιά, μετά με άφηνε η Μάρα στην Κηφισίας, με ρωτούσε “πως θα πας σπίτι;” και της έλεγα “θα πάρω ταξάκι”, γιατί ντρεπόμουν να της πω “δεν έχω λεφτά, θα πάω με τα πόδια, δυο ώρες δρόμο, μέχρι τη Δάφνη”. Γιατί, ξέρεις, είχα, και έχω, πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα της υπερηφάνειας-το αποκάλυψα μάλιστα όλο αυτό στη Μάρα μόλις πριν από λίγα χρόνια και έπαθε σοκ. Ήξερα, όμως, επειδή αγαπούσα πάρα πολύ την φωτογραφία, αυτό τον “παράλληλο”, “δικό μου κόσμο” και δούλευα σαν σκυλί χωρίς να υπολογίζω Χριστούγεννα, ώρες ή Κυριακές, ότι κάπου καλά θα με βγάλει. Και ευτύχησα στην πορεία να μου συμβεί. Όταν, πριν από λίγα χρόνια, αγόρασα-με τα λεφτά της δουλειάς μου-το σπίτι μου στο Λυκαβηττό, και μπήκα πρώτη φορά μέσα, είχα ξαπλώσει στο κρεβάτι και έκλαιγα με αναφιλητά όλο το βράδυ...
Ξέρεις, όποιος ζει μέσα στο life style και τους celebrities-είτε φωτογράφος είναι, είτε κομμώτρια, είτε δημοσιογράφος-είναι πολύ φυσιολογικό, ιδιαίτερα στην αρχή της καριέρας του, να ξεφεύγει. Εγώ ποτέ δεν το έπαθα αυτό. Κοιτούσα τα μωρα στην παιδική χαρά όπου έπαιζαν μαζί τους οι γονείς τους κρατώντας τα απ’ το χέρι, δίπλα από το σπίτι που έμενα τότε, και ενθουσιαζόμουν! Για μένα, με βάση αυτά που έζησα και σου περιέγραψα προηγουμένως, αυτό ήταν το μοναδικό, πρωτότυπο και συναρπαστικό, όχι τα υπόλοιπα. Το φυσιολογικό ήταν για μένα το extreme.
Μου χρωστάνε, για παράδειγμα, λόγω της περιόδου της κρίσης, πολλές χιλιάδες ευρώ-με πληρωμένο από εμένα τον ΦΠΑ. Όταν, όμως, σκέφτομαι “εσύ που έχεις περάσει τόσα και έχεις πεινάσει…”, ηρεμώ και λέω “εσύ δεν είχες καν δεύτερο ζευγάρι παπούτσια για τόσα χρόνια…”».
«ΠΟΛΛΟΙ ΔΙΑΣΗΜΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΕΣ»
«Αρκετοί από τους celebrities έχουν δεκάδες ανασφάλειες. Ωστόσο, τους συμπονώ και τους αγαπώ βαθιά, γιατί αυτό που κάνουν είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο-δουλεύουν ακόμη και όταν πηγαίνουν για καφέ με μία φίλη τους, δηλαδή τη στιγμή που θα περάσει κάποιος και θα τους πει “να βγάλουμε μία φωτογραφία;” εκείνοι επανέρχονται στη δουλειά τους όταν όλοι οι υπόλοιποι απλώς ξεκουραζόμαστε. Και οι περισσότεροι έχουν την αγωνία του πότε θα σταματήσουν. Έχω καταλήξει στο εξής: οι μόνοι που επιβιώνουν, πέρα από τα 10 χρόνια που είναι στο top τους-αυτό θεωρώ “χρυσή περίοδο” για κάθε έναν που είναι μέσα σ’ αυτή τη δουλειά-, είναι μόνο εκείνοι που δουλεύουν ασταμάτητα και ψάχνονται συνεχώς. Όσοι επαναπαύονται τα κάνουν πάντα σκατά-λάθος χειρισμοί, λάθος άνθρωποι, λάθος “αυλές”, πολλή μοναξιά. Και επίσης, η δουλειά που κάνουμε-δημοσιογράφοι, στυλίστες, φωτογράφοι-είναι δουλειά για νέους! Οι υπόλοιποι, από ένα σημείο κι’ έπειτα, απλά μπορούμε να συντηρούμε, με έξυπνους χειρισμούς, το όνομά μας.
Ναι, έχω διαφωνήσει με κόσμο-αν και ελάχιστες φορές-γιατί εγώ λατρεύω τους celebrities, τους κατανοώ, τους έχω μέσα στην ψυχή μου, διότι θεωρώ ότι είναι “παιδιά” που ήρθαν στον κόσμο για να μας πουν κάτι. Υπήρξε, όμως, γυναίκα ηθοποιός που πάντοτε καθυστερούσε να έρθει στις φωτογραφίσεις και στην τελευταία εξωφυλλική φωτογράφιση που θα κάναμε, στη μισή ώρα που την περίμενα και δεν ερχόταν, σηκώθηκα κι έφυγα. Ήταν θέμα αυτοσεβασμού πια. Επίσης, κάνω και το εξής: επειδή λέω πάντα την αλήθεια στους celebrities, υπάρχουν και κάποιοι που ενδόμυχα μπορεί και να με αντιπαθούν, αλλά εγώ να μην το ξέρω. Αν η τραγουδίστρια έχει πάρει 10 κιλά και με ρωτήσει “πως σου φαίνομαι;”, δεν θα της πω “είσαι θεά!”. Θα της απαντήσω πολύ απλά, όπως θα έλεγα στον καθένα, “πάχυνες! Πρέπει να κάνεις δίαιτα”. Αυτό, κάποιες φορές, μπορεί να έχει και κόστος στη δουλειά μου, αλλά δεν μπορώ να το αλλάξω. Δεν γίνεται ο άλλος να μου λέει “τι θα κάνω με τα μαλλιά μου;” και να περιμένει να του πω κάτι άλλο, εκτός από το ειλικρινές “ναι, όντως, πέφτουν! Κάτι πρέπει να κάνεις μ’ αυτό το πράγμα”. Μου είναι αδύνατον!».
«ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΕΝΙΩΣΑ ΝΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΠΑΙΔΙΑ»
«Με τον Αποστόλη ζούμε σαν παντρεμένοι. Και νομίζω πως, τώρα πια, είμαι έτοιμη να κάνω παιδιά. Μαζί του. Αν και πάντα ήμουν μέσα σε σχέσεις-δεν έχω μείνει ούτε μία μέρα single και υπήρξα τυχερή με τους άντρες που πέρασαν από τη ζωή μου-, ποτέ δεν ήθελα να κάνω τα δικά μου παιδιά, μάλλον από υπερβολικό αίσθημα ευθύνης. Τώρα, με τον Αποστόλη, αισθάνομαι έτοιμη. Είναι ο μόνος άντρας που μου έχει βγάλει να θέλω να κάνω παιδιά. Αφού, καμιά φορά, του λέω “αν σταματήσουμε ποτέ να είμαστε ζευγάρι, θα γίνουμε οι καλύτεροι φίλοι. Η σχέση μας είναι καρμική. Σου έτυχε να είσαι με μία γυναίκα λίγο μεγαλύτερή σου. Ε, με αυτήν θα ζήσεις!”.
Γνωριστήκαμε σε μία φωτογράφιση για το περιοδικό “Status”, στα 21 του, όταν θα έπαιζε στις “Νύφες”. Από την αρχή είχα εντυπωσιαστεί από την ενέργεια του! Από την ομορφιά του; Καλέ, χέστηκα γι’ αυτό. Έχω δει εκατομμύρια όμορφους! Δεν τα φτιάξαμε όμως τότε με τον Αποστόλη, αλλά τρία χρόνια μετά, όταν τον φωτογράφισα για το πρώτο του εξώφυλλο, για το “Down Town”. Θυμάμαι ότι είχε καθυστερήσει να έρθει στη φωτογράφιση, του είχα πει “συγνώμη, ποιος νομίζεις ότι είσαι, αγόρι μου;”, του έλεγα να βγάλει το μπλουζάκι του στα shootings αλλά εκείνος αρνιόταν και σχεδόν λογομαχήσαμε-τελικά, το έβγαλε γιατί αυτές τις οδηγίες είχα απ’ το περιοδικό, λέγοντάς του μάλιστα, κάποια στιγμή, “πότε θα το βγάλεις ρε το μπλουζάκι, όταν θα γίνεις σαν χλαπάτσας;”-, κι έτσι αναπτύξαμε μία σχέση εμπιστοσύνης, δέσαμε στην πορεία και σε ανθρώπινο επίπεδο, ξεκινήσαμε να κάνουμε αρχικά παρέα σαν φίλοι και μετά να χωρίσουμε από τις τότε σχέσεις μας και να τα φτιάξουμε. Είμαστε 8 χρόνια μαζί. Και είναι ο πρώτος άντρας στη ζωή μου που, αν θες το πιστεύεις, δεν με κάνει να ζηλεύω. Με ησύχασε ο Αποστόλης. Με ηρέμησε».
«Η ΦΙΛΗ ΜΟΥ, Η ΖΕΤΑ»
«Νόμιζα ότι είμαι καλή φίλη με πολλούς celebrities, αλλά έκανα λάθος. Κολλητή μου, δοκιμασμένη με δέκα χιλιάδες τρόπους, είναι μόνο η Ζέτα Μακρυπούλια. Στην αρχή την αμφισβητούσα. Σκεφτόμουν “she is too good to be true”, δεν γίνεται, κάτι υπάρχει από πίσω. Τελικά, τσεκάρωντάς την, διαπίστωσα ότι είναι ένας πολύ φυσιολογικός άνθρωπος κι’ αυτή η βαθιά φιλία είμαι σίγουρη πως θα κρατήσει για πάντα! Πολύ κοντά επίσης αισθάνομαι με την Άννα Βίσση, την Ελένη Μενεγάκη, τον Αντώνη Ρέμο, τον Πέτρο Φιλιππίδη, την Έλλη Κοκκίνου-με πολλούς που, αυτή τη στιγμή, δεν μου έρχονται στο μυαλό και ας με συγχωρέσουν κάποιοι αν, άθελά μου, τους ξεχνάω. Σε αυτή τη δουλειά όμως, ακόμη και να μου είναι αδιάφορος κάποιος, εγώ θα προσπαθήσω να βρω κάτι δικό του και να το αγαπήσω. Αλλιώς, δεν θα βγει καλή η εικόνα-φαίνεται αν δεν είμαι καλά, αν έχω κάτι προσωπικό ή αν δεν συμπαθώ αυτόν που φωτογραφίζω, αν και είμαι επαγγελματίας. Γιατί η φωτογραφία είναι το κλικάρισμα της ίδιας μου της ζωής. Αυτό επίσης που κατάλαβα από τη ζωή μου είναι ότι το πιο σημαντικό είναι οι άνθρωποι να ακολουθούμε τις δυνατότητές μας. Κι εγώ-και αυτό είναι που θέλω να μεταφέρω στους νέους ανθρώπους-, ανάμεσα σε χιλιάδες προβλήματα που είχα σαν παιδί και σαν έφηβη, δεν τις άφησα ποτέ, δεν τις ξέχασα, δεν τις εγκατέλειψα. Ποτέ μου δεν ένιωσα “λίγη”, ακόμη κι’ όταν ήμουν ταμίας στα Goody’s, γιατί ποτέ δεν πίστευα ότι ανήκω εκεί».
Δημοσίευση στο "Omikron" Κύπρου, τον Ιούλιο του 2014.
http://like.philenews.com/el-gr/people-sunantisis/1478/28123/i-fotografos-ton-diasimon