29.12.12

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΥΡΙΤΣΗΣ: "Ο ΓΑΜΟΣ ΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΝΑ ΑΚΡΙΤΑ"


Ο βουλευτής, συγγραφέας και ηθοποιός, μιλάει στο «Down Town Κύπρου» πρώτη φορά για τον ξαφνικό του γάμο με την Έλενα Ακρίτα, τη σχέση του με το γιο της Έλενας, Παύλο, την πολιτική αλλά και τη σημερινή «σκληρή» ζωή στην Ελλάδα.
Στην κρίσιμη συγκέντρωση της ΔΗΜ.ΑΡ (του κόμματος στο οποίο πρόεδρος είναι ο Φώτης Κουβέλης και συμμετέχει στην κυβέρνηση της Ελλάδας), εκεί όπου θα αποφασιζόταν την προηγούμενη Κυριακή αν θα ψηφιστούν τελικά από το κόμμα τα νέα μέτρα ή όχι, ο Γιώργος Κυρίτσης-ανάμεσα σ άλλα- αναφέρθηκε στην ομιλία του και στον «πατέρα του που γνώρισε μέσα στη φυλακή». Λίγο μετά, απέναντι από την πλατεία Μεταξουργείου, εκεί όπου βρισκόμαστε για τη συνέντευξή μας, είναι το πρώτο που του ζητώ να μου εξηγήσει: «Ο πατέρας μου καταδικάστηκε τετράκις εις θάνατον για τη συμμετοχή του στο αντάρτικο. Όταν εγώ γεννήθηκα-το θυμάμαι σαν όνειρο αυτό, γιατί ήμουν πολύ μικρός τότε- με πήρε η μάνα μου αγκαλιά και πήγαμε να επισκεφθούμε τον πατέρα μου ο οποίος βρισκόταν ήδη στις φυλακές. Έζησα πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια... Και, εκείνες τις εποχές στην Ελλάδα, αν ήσουν Αριστερός ήσουν και δακτυλοδεικτούμενος. Όλοι μας, θυμάμαι ότι δουλεύαμε από 7-8 χρόνων για να τα βγάλουμε πέρα, για να ζήσουμε, για να αγοράσουμε ακόμα και τα βιβλία του σχολείου επειδή τότε δεν δίνονταν δωρεάν. Μέχρι που ήρθε ο πατέρας της Έλενας, ο Λουκής Ακρίτας, και καθιέρωσε στην Ελλάδα τη δωρεάν παιδεία. Ποιος να φανταζόταν τότε ότι εγώ θα γνώριζα αργότερα την κόρη του, την Έλενα, και θα παντρευόμασταν;». 
-Γιατί «μπλέξατε» με την πολιτική έπειτα από τόσα χρόνια επιτυχιών και αναγνωρισιμότητας στην τηλεόραση και στο θέατρο;
-Με την πολιτική ήμουν πάντα «μπλεγμένος», με την έννοια του συνδικαλισμού κυρίως, και έχω περάσει από τα κόμματα της Αριστεράς. Τώρα, γιατί «έμπλεξα» περισσότερο; Διότι τον πρόεδρο του κόμματος τον γνώριζα πολύ καιρό πριν, μεγαλώσαμε μαζί και είμαστε φίλοι από παιδιά. Υπάρχει και ένα χαρακτηριστικό της μακροχρόνιάς μας φιλίας: Όταν έκλεισα την πρώτη μου δουλειά στο θέατρο με τον Στέφανο Ληναίο, ο πρόεδρος του κόμματος μου κρατούσε να μάθω τα λόγια. Επομένως, επειδή ξέρω το ήθος του, την εντιμότητά του και γνωρίζω πολύ καλά ποιος είναι, είπα «ναι, θα είμαστε μαζί, πάμε για μία καινούργια χώρα, πάμε για ένα νέο κόμμα, πάμε για την Αριστερά που ονειρευόμαστε, πάμε για την Ελλάδα που θέλουμε». Γι αυτό, λοιπόν, «έμπλεξα» με την πολιτική.
-Δεν σκεφτήκατε, όμως, πως όσα κερδίσατε με την αγάπη του κόσμου όλα αυτά τα χρόνια, θα μπορούσε μέσα σε λίγους μήνες να τα χάσετε-μέσω της ψήφισης νομοσχεδίων, μέτρων και περικοπών που δεν είναι αρεστά;
-Αυτό ήταν ένα πολύ μεγάλο δίλημμα. Γιατί, όταν μέχρι τώρα εισπράττεις συνεχώς την αγάπη του κόσμου, σκέφτεσαι ότι από δω κι έπειτα αυτό μπορεί να μην συμβαίνει. Όμως, τη συγκεκριμένη περίοδο που περνάει η χώρα, δεν περισσεύει κανένας. Αν θέλουμε να τα βάλουμε κάτω τα πράγματα και να τα ζυγίσουμε και αν πούμε ότι η χώρα «κατέρρευσε, καταρρέει και θα χρειαστεί πολλά χρόνια για να ξαναφτιαχτεί», τι θα σκεφτείς; Τον εαυτό σου, τη χώρα ή τα παιδιά σου, τη νεολαία που δεν έχει πια καμία προοπτική; Είπα, λοιπόν, να τα θυσιάσω όλα αυτά που «κέρδισα» και να το κάνω για την χώρα μου. Και όχι με την έννοια την εθνικιστική. Διότι πρέπει αυτή η χώρα να έχει ένα μέλλον-όχι για μας, για τα παιδιά μας. Ξέρω πολύ καλά ότι διακινδυνεύω αυτό που με πονάει γιατί, δεν σου κρύβω, μέχρι σήμερα, όλα αυτά τα χρόνια, νιώθαμε «οι αγαπημένοι του κόσμου». Πιστεύω πως κάποια στιγμή θα δικαιωθούμε.
-Με βάση τις συζητήσεις που κάνετε στη βουλή, με συναδέλφους σας, με ανθρώπους που γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά και με Κύπριους πολιτικούς, πιστεύετε ότι και η Κύπρος θα έχει στο άμεσο μέλλον την εξέλιξη της Ελλάδας;
-Θέλω να ελπίζω πως όχι. Η Κύπρος έχει πολύ καλύτερη διοίκηση από ό,τι εμείς-ίσως γιατί αυτήν της άφησαν οι Άγγλοι ενώ στους Έλληνες οι Τούρκοι, και αυτό έχει μεγάλη διαφορά-, και πιστεύω ότι θα μπορέσει να τα καταφέρει καλύτερα και πιο γρήγορα. Την Κύπρο την αγαπώ ιδιαίτερα. Θυμάμαι μάλιστα ότι, παιδί ακόμα, είχα πάει κι εγώ στην πλατεία Τρικάλων, είχαμε κλείσει τα σχολεία και κατεβαίναμε στους δρόμους ζητώντας την Ένωση. Κι όσες φορές κατέβηκα στην Κύπρο, στο πέρασμα των χρόνων, πέρασα υπέροχα. Θεωρώ ότι κάτι πρέπει να γίνει με την Κύπρο και μακάρι να μπορούσε η Ελλάδα να βοηθήσει, ώστε να μην περάσει και η Κύπρος τα ίδια. Την Ελλάδα, όλο αυτό, τη βρήκε «στον αέρα»-κανείς δεν φρόντισε να την προειδοποιήσει ότι «έχεις πτωχεύσει από το 2007». Μακάρι, λοιπόν, η Ελλάδα να λειτουργήσει έστω ως «παράδειγμα» και να μην περάσει και η Κύπρος τα ίδια.
-Είναι διαφορετικό όταν πηγαίνετε με την Έλενα στην Κύπρο;
-Θα σου φανεί περίεργο, αλλά με την Έλενα δεν έχω πάει ποτέ στην Κύπρο. Προσπαθεί μάλλον να με απομονώσει από αυτό που αγαπάει περισσότερο (χαμογελάει). Απλώς μου δείχνει τις φωτογραφίες συγκινημένη, λέγοντάς μου «εδώ μεγάλωσα, εδώ γεννήθηκε ο πατέρας μου, εδώ έπαιζα με τα ξαδέλφια μου, εδώ πήγαινα καλοκαιρινές διακοπές και τώρα αυτή η πόλη ανήκει στους Τούρκους». Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα κατέβουμε και μαζί στην Κύπρο.
-Το μοιραίο με την Έλενα είναι ότι ήταν βουλευτές ο παππούς της, ο πατέρας της-ο Μορφίτης Λουκής Ακρίτας-, η μητέρα της. Και, λίγο πριν από το γάμο σας, εκλεγήκατε κι εσείς στο ελληνικό κοινοβούλιο.
-Συνέβη. Θα σας πω κάτι χαρακτηριστικό που θυμήθηκα: Ήμασταν τρεις μέρες πριν από τις δεύτερες εκλογές, η φωνή μου είχε κλείσει εντελώς, είχα πάει στο γιατρό από τρόμο φοβούμενος μήπως συμβαίνει κάτι άλλο, και της είχα πει ότι ο γιατρός μου είπε «θέλει αφωνία, θέλει κάποια φάρμακα». Η Έλενα δεν το πίστεψε. Και μου είπε στο τηλέφωνο: «Όπου κι αν είσαι αυτή τη στιγμή για την προεκλογική εκστρατεία, μπαίνεις στο αυτοκίνητο και γυρίζεις τώρα πίσω στο σπίτι! Τέλειωσαν οι εκλογές, τελείωσαν τα πάντα, τα έχω γραμμένα όλα μπροστά στην υγεία σου!». «Βρε καλή μου», της είχα πει, «σε τρεις μέρες θα είμαι πίσω». «Δεν μου λες αλήθεια!», επέμενε. Κι έτσι γύρισα άρον άρον στο σπίτι. Και επίσης μου είπε και το εξής: «Αν νομίζεις ότι, επειδή παντρεύτηκα βουλευτή της ΔΗΜ.ΑΡ δεν θα κάνω κριτική στη ΔΗΜ.ΑΡ, είσαι γελασμένος» (γελάει).
-Πως είναι να φοράτε τώρα τη βέρα στο δεξί;
-Δεν το χω συνειδητοποιήσει. Άλλωστε, περίπου βλεπόμαστε μισή ώρα τη βδομάδα, άρα έχει ελπίδα να μακροημερεύσει αυτός ο γάμος (γελάει).
-Γιατί, όμως, να μπείτε τώρα στη διαδικασία ενός γάμου, ύστερα από 20 περίπου χρόνια γνωριμίας;
-Γιατί, όσο ήμασταν μαζί και γράφαμε από το πρωί ως το βράδυ ως συνεργάτες, δεν υπήρχε χρόνος για οτιδήποτε άλλο. Όταν, λοιπόν, η Έλενα αφοσιώθηκε στο νέο της βιβλίο και εγώ ξεκίνησα να ασχολούμαι με την πολιτική, της είπα: «Τώρα τι συνεργάτες είμαστε; Τώρα τι θα κάνουμε;». Μας πήρε 20 χρόνια να γνωριστούμε, γνωριστήκαμε καλά, και είπαμε «ας το κάνουμε κι αυτό, να παντρευτούμε». Ήταν καιρός πια... Κοιτάξτε, όλα όσα ζήσαμε με την Έλενα μετατράπηκαν σε φροντίδα, σε μεγάλη αγάπη. Και, επίσης, μην ξεχνάς ότι η Έλενα δεν είναι και το πιο εύκολο παιδί του κόσμου (χαμογελάει). Τσακωθήκαμε, χωρίσαμε, τα ξαναβρήκαμε, ξαναχωρίσαμε, περάσαμε πολλά, ιστορίες ολόκληρες. Αλλά, τελικά, όλα κατέληξαν στο γάμο. Να φανταστείτε, πήγαμε 5 μέρες ταξίδι στη Μακεδονία μετά το γάμο μας, και αυτό το σκεφτόμασταν πολλά χρόνια, επειδή δεν είχαμε χρόνο! Λέγαμε, «μόλις τελειώσουμε από αυτό, θα ξεκινήσουμε να πάμε ένα ωραίο ταξίδι στην Ελλάδα μας που είναι τόσο όμορφη!». Ε, αυτό δεν γινόταν ποτέ με τη δουλειά!
-Δεν θα προτιμούσατε, δεδομένων των γνωριμιών και των χιλιάδων «συντρόφων» σας, να ήταν ανοιχτός αυτός ο γάμος;
-Όχι. Δεν το θέλαμε αυτό. Στο γάμο μας ήρθαν αυτά τα 40 άτομα, δεν θέλαμε περισσότερα. Άλλωστε, δεν είμαστε και στην πρώτη δημοτικού πια. Αυτά είναι για νέους που θέλουν να φτιάξουν το σπίτι τους. Εμείς θέλαμε να το κάνουμε φιλικά, να είμαστε εμείς και οι άνθρωποι που μας αγαπάνε, να ζήσουμε μία όμορφη και ήσυχη βραδιά. Πιστεύω πως τα καταφέραμε.
-Ποια ήταν η πιο συγκινητική στιγμή του γάμου σας;
-Θυμάμαι ότι πηγαίναμε στην εκκλησία με το αυτοκίνητο και της έλεγα: «Βρε Έλενα, πάμε εμείς να παντρευτούμε τώρα;». Όταν φτάσαμε πια και είδα το γιο μου, τον αδελφό μου, αγαπημένα μου πρόσωπα, αισθάνθηκα πολύ μεγάλη συγκίνηση. Κι όταν έβαλα στο τέλος και τις υπογραφές είπα: «Πάει, τέρμα. Κυρίτση, την πάτησες, παντρεύτηκες!» (γελάει).
-Τον Παύλο τον αισθάνεστε και δικό σας παιδί;
-Σαφώς. Έχω ένα γιο, 31 ετών, ερευνητή-προγραμματιστή με διδακτορικά, αλλά και ο Παύλος είναι γιος μου. Τον Παύλο τον έχω μεγαλώσει και εγώ. Σκέψου ότι τον πρωτοπήρα στα χέρια μου τριών μηνών! Να, τώρα θυμάμαι πως το αλφάβητο εγώ του το μαθα. Τον αγαπάω πολύ τον Παύλο.  
-Και αυτός το ίδιο αισθάνεται;
-Ναι, βέβαια. Αυτό πιστεύω. 
Δημοσίευση στο "Down Town Κύπρου", τον Οκτώβριο του 2012.