24.9.13

ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΙΑΝΝΑΤΟΣ: "Ο ΣΠΙΛΜΠΕΡΓΚ ΜΟΥ ΕΛΕΓΕ ΣΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ: MICHAEL, YOU ARE MY GREEK SITE NOW!"



«Στον ενικό να μου μιλάς», ήταν η πρώτη του κουβέντα όταν είχα μπει στο σπίτι του στα Ιλίσια-Δεκέμβριος ήταν του 2005. Η Χάιδω, η γυναίκα του, μόλις είχε επιστρέψει από τη λαϊκή και συγύριζε τα πράγματα στην κουζίνα: Ντομάτες, αγγουράκια στο κάτω ράφι του ψυγείου, κολοκυθάκια, μελιτζάνες στο πάνω, φακές και γίγαντες μέσα στα ντουλάπια της κουζίνας, «τα φασολάκια θα τα αφήσω στον πάγκο γιατί αρέσουν στο Μιχάλη μου». Μου είχε φανεί περίεργο, σ’ εκείνο το μικρό τριάρι του πρώτου ορόφου, να μιλάμε για Hollywood, γυρίσματα στο εξωτερικό, Γκρέκορυ Πεκ, Άντονυ Κουίν και Αλ Πατσίνο…«Μην τρελαίνεσαι», μου εξηγούσε. «Δουλειά είναι όλα». Από κάποιο ράφι στο σαλόνι, είχε τραβήξει τα σενάρια από το «Εξπρές του Μεσονυχτίου» και «το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» για να δω «πως δουλεύουν εκεί», σε ένα μικρό τραπεζάκι, κοντά στο μπαλκόνι, μία κορνιζαρισμένη ασπρόμαυρη φωτογραφία με εκείνον αγκαλιά με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, σε κάποιο σημειωματάριο οδηγίες από μία Αμερικανίδα παραγωγό και ένα απόκομμα αεροπορικού εισιτηρίου «Νέα Υόρκη-Αθήνα». Μόλις είχε επιστρέψει από (άλλο ένα) ταξίδι του στο Hollywood. Εκεί όπου βρισκόταν για τα γυρίσματα μίας ακόμη ταινίας.
-Το ξέρεις ότι το «Μόναχο», η ταινία στην οποία πρωταγωνιστείς με σκηνοθέτη τον Στίβεν Σπίλμπεργκ, θα είναι ένα από τα φαβορί φέτος για να πάρει Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας;
-Μακάρι. Θα υπάρχει και μία ταινία στα βραβεία Όσκαρ στην οποία συμμετέχει ένας Έλληνας ηθοποιός.
-Είναι εντυπωσιακό πάντως ότι υπάρχει στην Ελλάδα ηθοποιός που να έχει συνεργαστεί με τα μεγαλύτερα ονόματα του ξένου κινηματογράφου και αυτό να μην είναι γνωστό στην ίδια του τη χώρα...
-Η Ελλάδα, αγάπη μου γλυκιά, τρώει τα παιδιά της. Εάν εγώ πάω τώρα και παίξω σε μια υπερπαραγωγή και πάρω βραβείο Όσκαρ πρώτου αντρικού ρόλου, με αντιπάλους τον Ρομπερτ Ντε Νίρο, τον Ντάστιν Χοφμαν, τον Αλ Πατσινο, τον Τζακ Νίκολσον, και έρθω εδώ, θα μου πούνε «ε… καημένε, και τι έγινε;». 
-Δεν νομίζω να συνέβαινε κάτι τέτοιο...
-Στην Ελλάδα επικρατούν οι άχρηστοι, οι ατάλαντοι και οι ανίκανοι.
-Γιατί έχεις αυτή την πίκρα από τους Έλληνες;
-Γιατί δεν γίνονται σωστά πράγματα. Ένας ξένος ηθοποιός έχει τον ατζέντη του. Ο Έλληνας δεν τον έχει. Ένας νέος ηθοποιός εδώ που θα παίξει σε ένα σήριαλ, έχει γίνει πρωταγωνιστής, και τύχει να γίνει και εξώφυλλο σε κάποιο από αυτά τα περιοδικά που κυκλοφορούν, τότε δεν το συζητάμε καθόλου, μας βλέπει αφ’ υψηλού. Ποιο; Αυτό το μέχρι πρότινος παιδάκι. Αυτό το έβλεπα και προχθές στην εκδήλωση που διοργάνωσε το «TV Έθνος». Φωνάξανε παιδάκια που έχουνε κάνει 3 ή 4 σήριαλ. Τι λέτε ρε κύριοι, σοβαρολογείτε;  Κοίταξε, σε κάθε γραφείο παραγωγής υπάρχει και κάποιος που κάνει το casting και λειτουργεί με δικά του κριτήρια και πλαίσια. Αυτός επηρεάζει τον παραγωγό. Εδώ, στο γόνατο γίνεται το casting, ενώ στο εξωτερικό ο casting director είναι πολύ μεγάλη υπόθεση.

4.9.13

ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ: ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΟΚΟΤΑΣ





Τραγουδιστής. Γεννήθηκε στο κέντρο της Αθήνας, ζει στο Φάληρο. Στον πλειστηριασμό των αντικειμένων της Μαρίας Κάλλας που είχε γίνει στο Παρίσι, είχαν πουληθεί και 8 δικοί του long play δίσκοι που της είχε αφιερώσει όσο ήταν φίλοι. 
«Γεννήθηκα στο «μαιευτήριο Μαρίκα Ηλιάδη» και μεγάλωσα στο κέντρο της Αθήνας, κοντά στην οδό Σόλωνος, τότε που μπορούσες ακόμη να τρέξεις με τα ποδηλατάκια στους δρόμους, να παίξεις χωρίς φόβο, να πας ωραίες βόλτες χωρίς όλα αυτά τα αυτοκίνητα στους δρόμους. Ήμασταν μεγάλη οικογένεια-τρία αγόρια, τρία κορίτσια-, ο πατέρας γιατρός, τον οποίο έχασα όσο ήμουν ακόμη μικρό παιδί. Μεγάλωσα σωστά, με πολύ καλούς τρόπους, σε σωστή οικογένεια, με μία χρυσή μάνα. Από τότε που μεγάλωνα μάθαινα από τους γονείς και τα αδέλφια μου το «σωστό». Αυτό ακολούθησα στην πορεία της ζωής μου.
Με τον Ξαρχάκο είχαμε βρεθεί όλως τυχαίως στο Παρίσι όπου είχα πάει για να σπουδάσω. Τελικά, όμως, με κέρδισε το τραγούδι όταν είχα πάρει το πρώτο βραβείο σε ένα διαγωνισμό ταλέντων. Χρωστάω πάρα πολλά στον Ξαρχάκο, διότι αυτός είχε ανακαλύψει τον Κόκοτα, εκείνος με παρουσίασε στο ελληνικό κοινό και εγώ κατάφερα και στάθηκα. Από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες που γνώρισα ήταν και εκείνη του Νίκου Γκάτσου. Ήμουν από τους πιο αγαπημένους του ερμηνευτές-σε όλες τις φωνοληψίες μου ήταν παρών. Την ευγένεια και τα σοφά του λόγια δεν θα τα ξεχάσω ποτέ-είχε ολύμπια μόρφωση και ήταν ίσως ο πιο μορφωμένος από όλους όσους έχω γνωρίσει στη ζωή μου.
Ο κάθε ένας από τους μεγάλους δημιουργούς που τραγούδησα, από το 1966 που ξεκίνησα να γραμμοφονώ-Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Γκάτσο, Ξαρχάκο, Τσιτσάνη, Παπαδόπουλο, Μούτση, Καλδάρα, Χατζηνάσιο, Σπανό, Ζαμπέτα και πολλούς ακόμη-, ήταν εξαιρετικά σημαντικός στην πορεία μου. Κανέναν από αυτούς δεν κακοκάρδισα, με όλους είχα αγαθές σχέσεις και όλοι τους μ’ αγαπούσαν. Αν πάτε σήμερα στο σπίτι του Τσιτσάνη, δίπλα από το κρεβάτι του, επάνω στο κομοδίνο, υπάρχει μία φωτογραφία 40Χ30 μ’ εμένα και εκείνον. Η φωτογραφία αυτή πρέπει να υπάρχει εκεί 30-35 χρόνια. Τόσο πολύ μ αγαπούσε! Ο Ζαμπέτας επίσης τρελαινόταν για μένα. Η ζωή του ολόκληρη ήμουνα.
Η διαφορά μεταξύ της δισκογραφίας του τότε αλλά και της αθηναϊκής νυχτερινής διασκέδασης σε σχέση με το σήμερα είναι τεράστια γιατί, εκείνα τα χρόνια, δεν μπορούσε να τραγουδήσει ο οιοσδήποτε. Έχω ζήσει πολλά στο τραγούδι, τι να πρωτοθυμηθώ; Υπήρχαν σεζόν που ο κόσμος στεκόταν ουρές-300 και 500 μέτρα, μέσα στο κρύο-για να μπει στο μαγαζί όπου τραγουδούσα, στο κέντρο της Αθήνας, και να ακούσει το «Όνειρο απατηλό», πολλές φορές τραγουδούσα στην καλοκαιρινή «Νεράιδα» μέχρι τη 1 το μεσημέρι και έλεγε στους σερβιτόρους ο φίλος μου, ο Αρίστος ο Ωνάσης, «να ετοιμάσετε αυγά για πρωινό κι ό,τι άλλο θέλουν τα παιδιά» ή κατά τη μία το βράδυ συγκεντρώνονταν θυμάμαι οι βαρκούλες που βρίσκονταν στη θάλασσα, κάτω από τη «Νεράιδα», με τα ουίσκι και τις μπίρες, για να κάνουν κι αυτοί το κέφι τους. Θυμάμαι ακόμα, σε τουρνέ μου στην Αμερική, που έλεγα το «Γιε μου» και πήγε κάποιος να ανάψει το τσιγάρο του-από πόνο, επειδή είχε χάσει το παιδί του-με αποτέλεσμα να πάρουν τα μαλλιά μου φωτιά και ο μπουζουξής να τραβάει το τραπεζομάντιλο για να τη σβήσει...

ΒΙΚΥ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ: "ΜΕ ΦΛΕΡΤΑΡΟΥΝ, ΕΝΩ ΞΕΡΟΥΝ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ"


-Πως καταφέρνεις να είσαι πάντα τόσο αισιόδοξη, παρά τα όσα μπορεί να συμβαίνουν στη ζωή σου αλλά και γενικότερα;
-Κι εγώ έχω αναρωτηθεί γι αυτό, αλλά μάλλον πρέπει να γεννήθηκα έτσι. Είναι γονιδιακό: Γεννήθηκα αισιόδοξη. Και αυτό, παρά τις δυσκολίες και παρά τα όσα συμβαίνουν στη ζωή ολονών μας. Με τον ίδιο τρόπο που κάποιος γεννιέται γαλανομάτης, ξανθός και πάει λέγοντας… 
-Έτσι ήσουν από παιδί;
-Ναι. Αυτό ήταν κάτι που μου είχε μάθει ο μπαμπάς μου-η μεγάλη αυτή πρόσφατη απώλεια της ζωής μου-αλλά και η μαμά μου. Πάντα έβλεπα μισογεμάτα τα πράγματα, ποτέ δεν είδα κάτι μισοάδειο. Πάντοτε αντίκριζα την προοπτική στο να γίνει κάτι καλύτερο και όχι στο πόσο χάλια είναι κάτι ή πόσο ατελές. Γιατί ήξερα πως, ακόμη κι αυτό το ατελές, έχει τις δυνατότητες να γίνει τέλειο.
-Και πως αντιμετώπιζες τις στιγμές που τα πράγματα στη ζωή σου δεν πήγαιναν έτσι όπως εσύ θα επιθυμούσες;
-Έλεγα πάντα ότι είναι μία δοκιμασία που θα πρέπει να την περάσω γιατί θα με κάνει καλύτερο άνθρωπο, γιατί θα μου διδάξει πράγματα. Όπως σε όλους τους ανθρώπους, έτσι και σε μένα, έχουν συμβεί πολλά άσχημα στη ζωή-δεν αποτελώ εξαίρεση. Θέματα που αφορούν στην υγεία, στην εργασία, στην οικογένεια γενικότερα. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από τα προβλήματα-αυτή είναι η ανθρώπινη μοίρα. Το έζησα και πρόσφατα αυτό, όταν έφυγε ο πατέρας μου απ τη ζωή, που τόσο πολύ αγαπούσα…Ξέρεις, είναι σαν αυτό που υπάρχει στην επιτύμβια πλάκα του Παπαδιαμάντη στη Σκιάθο: «Σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό τα βάσανα και οι στεναγμοί του κόσμου…». Και από αυτά τα βάσανα-σε διαβεβαιώ-δεν ξεφεύγει κανείς...

3.9.13

ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΤΑΝΙΣΗ





Τραγουδίστρια. Γεννήθηκε στη Νάουσα, ζει στη Γλυφάδα. Είναι χορτασμένη από πάθη και βασανισμένους έρωτες.  
«Γεννήθηκα στη Νάουσα, μεγάλωσα στη Γερμανία και ξεκίνησα να ζω στην Αθήνα από 18 χρόνων. Το σχολείο δεν το τελείωσα. Πήγα μέχρι τη δευτέρα δημοτικού, επειδή μπήκε μέσα μου το σαράκι για το τραγούδι και ο λαϊκός καημός της φωνής-από τότε που ήμουν μικρό κοριτσάκι και οι γονείς μου έφευγαν νωρίς το πρωί απ το σπίτι για να πάνε να δουλέψουν εργάτες σε εργοστάσια, λίγο έξω από τη Στουτγάρδη. Ποτέ μου, όμως, δεν το ‘χα απωθημένο που δεν ήμουνα εγγράμματη, γιατί κατάλαβα νωρίς ότι ο προορισμός του κάθε ανθρώπου είναι διαφορετικός. Καμιά φορά χαζεύω στην τηλεόραση την κυρία Αρβελέρ, τον κύριο Μπαμπινιώτη, την Ηγουμένη Φιλοθέη και άλλους πολλούς σπουδαίους και τρανούς και σκέφτομαι «τι όμορφα που τα λένε!». Κι ας μην τα καταλαβαίνω όλα. Δεν τους ζήλεψα, όμως, ποτέ. Μου φτάνει που εγώ είμαι κυρίαρχη στο δικό μου «σπίτι», στην πίστα. Εκεί δεν μπορεί να με κοντράρει κανένας τους, μόνο εγώ κάνω κουμάντο. Ξέρεις τι σημαίνει να έρχεται στο μαγαζί ένας από τους σημαντικότερους πανεπιστημιακούς καθηγητές στην Ελλάδα, να γονατίζει μπροστά στα πόδια σου και να σε λούζει με πανέρια από γαρύφαλλα, επειδή του τραγούδησες το «Σ’ έχω κάνει Θεό!» μοναχά για την πάρτη του;
Την Αθήνα την αγάπησα από την πρώτη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στην πόλη. Μου άρεσε, ρε παιδί μου, αυτό το αλισβερίσι που είχε με τον κόσμο, που ήταν όλοι με όλα, που τίποτα δεν ήταν καλά οργανωμένο όπως συνέβαινε στη Γερμανία, που οι μορφωμένοι περπατούσαν δίπλα από τους τεχνίτες, που οι κυρίες που θα έρχονταν στη «Φαντασία» περνούσαν προηγουμένως με τα αυτοκίνητά τους από τις πιάτσες των τραβεστί στη Συγγρού και στην Καβάλας αργότερα. Κι όλα ήταν φυσιολογικά. Και με νοστιμιά. Από τότε αγάπησα και εγώ το original κι έλεγα «εγώ θα τραγουδώ για τον κόσμο, θα λέω απλά και λαϊκά τραγούδια, δεν με ενδιαφέρει το κουλτουριάρικο». Δεν το μετάνιωσα ποτέ...

2.9.13

ΜΑΡΙΝΑ ΒΕΡΝΙΚΟΥ: Η ΖΩΗ, ΕΝΑ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ...




Ατόλη, New Caledonia


Cyclone reef Tufi Papua New Guinea


Ile De Pins, New Caledonia


Sefoa Papua New Guinea


Solomon Islands


Tufi, Papua, New Guinea


Tufi, Papua, New Guinea


Tufi, Papua, New Guinea


Tufi, Papua, New Guinea
Οι μαγικές φωτογραφίες που ανεβάζει τελευταία στο instagram από κάποιο απ’ τα ταξίδια της-μέρος μάλλον κι αυτά ενός ακόμη από τα επιτυχημένα φωτογραφικά της λευκώματα που θα ακολουθήσουν-με έκαναν να επικοινωνήσω μαζί της ζητώντας της άλλη μία συνέντευξη. Βρισκόταν ήδη πλάι στη θάλασσα με τα παιδιά της, σε ένα από τα νησιά του Αιγαίου...
-Είστε ήδη μια πολύ γνωστή φωτογράφος, έχοντας συμμετάσχει σε πολλές εκθέσεις και έχοντας εκδώσει μια σειρά από φωτογραφικά βιβλία. Συγχρόνως, σας αρέσουν τα ταξίδια. Πως συνδυάζετε τη φωτογραφία με τα ταξίδια; Πόσο απαραίτητο κομμάτι της ζωής σας είναι το ταξίδι και η φωτογραφία;
-Είμαι διαποτισμένη από τις ελληνικές αισθήσεις. Τώρα που όλοι έχουμε φωτογραφικές μηχανές, σημασία έχει πως τις χρησιμοποιούμε. Η φωτογραφία, για μένα, είναι οπτική εγγρήγορση και ψυχική ετοιμότητα. Είναι ένας τρόπος να μαθαίνω για τον κόσμο γύρω μας. Είναι ένα διαβατήριο στην κατανόηση. Με απασχολεί ο κόσμος, έτσι όπως είναι, και μέσα απ’ αυτόν βρίσκω τις ομορφιές που τον υπερβαίνουν. Προσπαθώ η δουλειά μου να μην είναι απλά ένα μέσο καταγραφής και απεικόνισης της πραγματικότητας, αλλά να συνδέεται άριστα με το συναίσθημα, τη μορφή και το περιεχόμενο. Φωτογραφίζω τα νησιά της Ελλάδας και αποκαλύπτω εκείνες τις ευαισθησίες που συντροφεύουν τις μυστικές μου στιγμές. Υπάρχουν ενότητες της δουλειάς μου που αναφέρονται σε συγκεκριμένο τόπο, σε συγκεκριμένη στιγμή, σε μία εικόνα και όλα να δένονται όσο γίνεται πιο αρμονικά, έντεχνα, με νόημα και συμβολισμούς. Φωτογραφίζω τα τοπία της Κύπρου, την Ακρόπολη, τις εκκλησίες της Σίφνου. Αισθάνομαι ότι είμαι ένας πολίτης του κόσμου και ταξιδεύοντας μακριά, από την Ανταρκτική, την έρημο της Ναμίμπια, τις κοσμοπολίτικες πόλεις, μέχρι την Παπούα-Νέα Γουινέα, αισθάνομαι ότι αποκτούν άλλη αξία οι αναφορές μου, οι φωτογραφίες μου που έχουν σχέση με τη ρίζα μου και τον τόπο μας...

1.9.13

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΜΙΧΑΛΗ ΑΣΛΑΝΗ...


Απέναντι από το γραφείο του, στον τρίτο όροφο του ατελιέ-σπιτιού του στου Ψυρρή, η Ακρόπολη φωτισμένη, οι κεραμιδένιες σκεπές από τα σπίτια της Πλάκας, το Αστεροσκοπείο, η Ρωμαϊκή και Αρχαία Αγορά, ο Λυκαβηττός, μικρές πλατείες και δρόμοι σε μικρογραφία – «μία άλλη Αθήνα, διαφορετική και τόσο μαγικά όμορφη όταν την κοιτάς από ψηλά», μου έλεγε. «Αυτή η εικόνα με εμπνέει», μου εξηγούσε μετά από λίγο, καθώς φορούσε το καλό του κοστούμι «για να πάμε αργότερα μια βόλτα μαζί, να πάρω λίγο αέρα», δείχνοντας μου κάτι που ζωγράφισε τελευταία με τους χρωματιστούς του μαρκαδόρους που είχε αφημένους επάνω σε ένα μικρό ξύλινο τραπεζάκι. Παντού φωτογραφίες του: Από επιδείξεις μόδας αγκαλιά με διάσημα μοντέλα που «τώρα χαθήκαμε, να ναι όμως καλά», τη Μελίνα Μερκούρη, δύο προέδρους Δημοκρατίας, κάποιους ξένους δημοσιογράφους που έρχονταν για να καλύψουν τα events και να πάρουν συνέντευξη από «τον Έλληνα σχεδιαστή που κατέκτησε τη μόδα στην Ελλάδα» (όπως έγραφε ο τίτλος από ρεπορτάζ του «Ταχυδρόμου» που είχε σφηνωμένο στη γωνία ενός μεγάλου καθρέφτη), φίλους του, ανθρώπους που κάποτε γνώριζε πολύ καλά και τον τελευταίο καιρό σκεφτόταν «που να ναι; Τι να κάνει;».Ήταν παράξενη η ψυχοσύνθεσή του τελευταία, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια που τον γνώριζα-έμοιαζε να γελούσε αλλά να κλαίει ταυτόχρονα, να μιλάει για χαρά και να εννοεί τη λύπη, να εξηγεί τις επιτυχίες αλλά να υπονοεί τις μεγάλες αποτυχίες της ζωής του...