7.8.09

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΥΡΙΑΝΟΣ: "ΜΕ ΛΕΝΕ ΕΦΗ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ"


Σχιζοφρενής; Σαρκαστικός; Σατιρικός; Σταρ ή αντισταρ; Ο άνθρωπος που έγραψε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ελληνικής δισκογραφίας τα τελευταία 30 χρόνια, προσπαθεί να απαντήσει (κυρίως, στον εαυτό του) αν είναι ο ίδιος άνθρωπος που γράφει τραγούδια στην Έφη Σαρρή και στον Νταλάρα, στον Ρουβά και στην Λέανδρος, στη Βανδή και στην Πρωτοψάλτη.



Παίρνει μισό λεξοτανίλ, μου λέει πως αισθάνεται ταχυπαλμίες που του συμβαίνουν συνήθως όταν ανεβαίνει η αδρεναλίνη του, απολογείται για τις δέκα φορές που μου ανέβαλε τη συνέντευξη, που με άφησε να περιμένω στο café κοντά στο σπίτι του μία ώρα μέχρι να μου δώσει το ok για να ανέβω «στο ησυχαστήριό του» επειδή «ήταν μεγάλη βραδιά η προηγούμενη», σηκώνεται συνεχώς από την καρέκλα του γραφείου του με θέα που βλέπει στο άλσος Παγκρατίου και στον Λυκαβηττό (στα 25 περίπου τετραγωνικά του δώματος που μένει), πηγαίνει κάθε 20 λεπτά στην τουαλέτα για να πλύνει τα χέρια του (τη μοναδική Καλοκαιρινή μέρα που έριξε χαλάζι- αρχές Ιουλίου), μου λέει για το μεγάλο του απωθημένο, τη Χαρούλα Αλεξίου, για τις τελευταίες του συνεργασίες στο δίσκο του Μπουγά με τον Δάντη και τον Μητροπάνο, αφηγείται τη ζωή του, τη ζωή των τραγουδιστών που ανέδειξε, απόσταγμα ενός παράξενου σουρεαλισμού εμπειριών. Ασύλληπτα, όμως, γοητευτικών.
Η ΡΙΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΡΟ«Η ζωή δεν είναι συνέχεια χαχανητό, ούτε μόνο λύπη. Στα τραγούδια δεν πρέπει να περιχαρακωνόμαστε στον πουτσοκαημό, μία μανιέρα δηλαδή με την οποία να κάνεις τον πελάτη να ανοίξει την φιάλη ουίσκι για να γίνει η επιτυχία με το κλασσικό μοτίβο ζεϊμπέκικο, χασάπικο, τσιφτετέλι. Στο “Εγώ δεν πάω Μέγαρο” είχα κάνει αυτή την προσπάθεια. Ήταν Μεγάλη Πέμπτη και έβλεπα διάφορες κυρίες με γκρίζα ταγιέρ που, αντί να πηγαίνουν στον Επιτάφιο, έτρεχαν να ακούσουν Μπαχ και τα Κατά Ματθαίον Πάθη. Η πρώτη εκδοχή του τραγουδιού έλεγε “Δεν πάω κενοτάφιο, θα πάω στον Επιτάφιο”- ήθελα να σατιρίσω αυτή την εικόνα. Αυτό όμως δεν μπορούσε να το πει η Ρίτα Σακελλαρίου. Όταν αργότερα είχε γίνει πολύ μεγάλη επιτυχία το “Μέγαρο”, της είχα πει “τώρα θα γράψω το Να ζήσουν οι τσολιάδες μέχρι και το τρεις χιλιάδες!”. Η απάντηση της Ρίτας, θεϊκή: “Όλες τις μαλακίες, εγώ θα τις λέω;”».
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ«Με τον Χατζιδάκι συνεργαστήκαμε το 78 στο Τρίτο Πρόγραμμα. Ήμουνα 20 χρόνων, είχα πάει να τον βρω στον Αυλό, με το που συναντηθήκαμε με ρώτησε “τι θέλεις να γίνεις;” του απάντησα “σκηνοθέτης”, μου λέει “αριστούργημα, θα ξανακάνω τους Όρνιθες, θα τους σκηνοθετήσεις εσύ και θα έχουμε μεγάλη επιτυχία”. Εγώ του είπα “θέλω όμως να γίνω ραδιοσκηνοθέτης” και μου απάντησε “άμα είναι για ραδιοσκηνοθέτης, τότε θα πρέπει να κάνουμε ένα δοκιμαστικό, αλλιώς δεν μπορώ να σε προσλάβω”. Έτσι κι έγινε. Καταρχήν, ήθελα να ανεβάσω το “Τρίτο Στεφάνι”. Η πρώτη σκέψη, ήταν να πρωταγωνιστήσουν σ αυτό η Μερκούρη και η Δέσπω Διαμαντίδου. Σηκώθηκα με ένα περίεργο θράσος, πήγα και βρήκα τη Μελίνα, αλλά αυτή δεν ήθελε να παίξει στην ΕΡΤ γιατί “έκανε αντίσταση”. Κατεβαίνοντας- με νεύρα- προς το Ρεξ, είδα ότι εκεί έπαιζε σε μία επιθεώρηση η Ρένα Βλαχοπούλου, η οποία μου είπε ότι ήταν το μόνο βιβλίο που είχε διαβάσει αλλά “θα το έκανε για το Χατζιδάκι”. Συνήθως, αυτό συνέβαινε με όλους.
Τελευταία, βλέπω κάθε βράδυ τον Χατζιδάκι στον ύπνο μου και μου λέει να αναλάβω το Τρίτο Πρόγραμμα, το οποίο σήμερα έχει γίνει κάτι άθλιο, ένα θλιβερό γεροντίστικο πρόγραμμα, σαν να ακούς τις μασέλες των γέρων από μέσα. Είναι σαν την τηλεόραση της Βουλής που έχει δείξει Ταρκόφσκι 300 φορές. Και μη νομίζεις. Εγώ δεν είχα τηλεόραση, πρόσφατα απέκτησα. Την πτώση των δίδυμων Πύργων, στις εφημερίδες την είδα».
Ο ΠΡΩΤΟΣ GAY ΔΙΣΚΟΣ«Το “Μόνον άντρες” ήταν ο πρώτος gay δίσκος που είχε βγει, δεν υπήρχαν ραδιοφωνικοί σταθμοί για να τον παίξουν, υπήρχε όμως ένα υπόγειο ρεύμα. Αυτός ήταν ο πρώτος μου δίσκος, τη στιχουργική την έμαθα στην πράξη. Ο Μαρίνος είχε ένα μεγάλο ταλέντο: Όποιον νέο του έκοβε το μάτι του ότι του έκανε, του έδινε ευκαιρία. Του το χρωστάω. Καθόμασταν με τον Κραουνάκη και τον Σέμση στο σπίτι του στον Νέο Βουτζά για εβδομάδες, μας φιλοξενούσε ένα ολόκληρο Καλοκαίρι. Ένα βράδυ ήρθε στην παράσταση του Μαρίνου η Βουγιουκλάκη, άκουσε τα τραγούδια, ρώτησε “ποιος τα χει γράψει;”, ο Μπονάτσος της είπε “Ο Παύρης” και μου πρότεινε να της γράψω στίχους για το “Βίκτωρ Βικτώρια” που θα ανέβαζε».
«Η ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ ΜΟΥ ΕΚΟΨΕ ΛΕΦΤΑ, ΕΠΕΙΔΗ ΤΡΩΓΑΜΕ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ»«Mε τη Βουγιουκλάκη, είχαμε συμφωνήσει να πληρωθώ 40 χιλιάδες δραχμές για το κάθε τραγούδι που θα της έγραφα. Όταν όμως πήγα να πληρωθώ, μου έδωσε τελικά 30 χιλιάδες. Τι είχε γίνει; Όταν πηγαίναμε στο σπίτι της Αλίκης με το Βλάση, ορμούσαμε στο ψυγείο, τρώγαμε ό,τι βρίσκαμε, η Αλίκη όμως υπολόγισε τα χαβιάρια και τα ουίσκι και τα έκοψε από το μισθό μου. Θυμάμαι επίσης, όταν έπρεπε να της παραδώσω τη δουλειά, με είχε κλείσει μέσα στο καμαρίνι της, με κλείδωσε, μου έδωσε ένα μπουκάλι ουίσκι και μου είπε “δεν θα βγεις από εδώ, αν δεν μου γράψεις το τραγούδι”. Ακόμη και για τουαλέτα, πήγαινα με συνοδεία τη Νότας. Κλεισμένος εκεί- για περίπου έξι ώρες- βλέποντας τις φωτογραφίες και τις αφίσες από τις παραστάσεις, της έγραψα το “ο άντρας της ζωής μου είμαι εγώ”.».
Η ΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΗ ΒΙΚΥ ΛΕΑΝΔΡΟΣ«Το 1989 μου είχαν πει να γράψω για τη Βίκυ Λέανδρος. Εγώ τρελάθηκα, γιατί ήμουνα μέγας θαυμαστής της Βίκυς. Πήρα το αεροπλάνο, πήγα στη Γερμανία, κάθε πρωί ερχόταν η οικονόμος, έκανα ένα καυτό ντους και έκλαιγα μέσα στο μπάνιο γιατί ήμουνα σε μία πολύ περίεργη ψυχολογική κατάσταση- με χαμηλή αυτοεκτίμηση και συντετριμμένος ψυχολογικά, μεγάλη κρισάρα-, και μετά πήγαινα στον Πύργο της Βίκυς. Ήθελα όμως να βγει ο δίσκος τέλειος. Επί δέκα μέρες, έπρεπε κάθε μέρα να γράφουμε ένα τραγούδι. Την τρίτη μέρα κατέρρευσα, αλλά δεν το είχα πει στη Βίκυ γιατί μου το είχε αποκλείσει με τη συμπεριφορά της. Κάθε μέρα είχα έτοιμο το τραγούδι της προηγούμενης νύχτας και, από μία τέτοια κατάρρευση, έγραψα τον “Πυρετό του έρωτα”. Έκανα εικόνα αυτό που μου δημιουργούσε την κρίση: “Μ έχεις αρρωστήσει κι είχα συνηθίσει να πετάω σαν ελεύθερο πουλί….”. Είναι από τα λίγα μου τραγούδια που βγήκαν εν θερμώ».
Ο ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ«Με τον Γιώργο Νταλάρα είχαμε γνωριστεί μέσω της Άννας Νταλάρα, με την οποία ήμασταν φίλοι. Ο Νταλάρας έχει πολλές δουλειές, βαριέται πολύ εύκολα και, στην προσπάθειά του να μην βαρεθεί, κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα, δεν μπορείς να τον παρακολουθήσεις. Αυτό παρεξηγείται, αλλά άδικα. Όταν όμως συνεργαζόμαστε για μια δουλειά ή για ένα τραγούδι, αφοσιώνεται. Είχα το προνόμιο να βρεθώ σε κάποιες ηχογραφήσεις του, κάτι σαν μυσταγωγία, μπορεί να καθίσει ώρες για μία μόνο νότα και να την παιδεύει μέχρι να πετύχει το τέλειο αποτέλεσμα, μέχρι να καταρρεύσουν όλοι . Μπορώ με υπερηφάνεια να πω ότι κάπου στο βάθος του μυαλού του, ίσως και να με θεωρεί φίλο του. Είμαστε δύο διαφορετικοί κόσμοι, αλλά μπορεί γι αυτό να ταιριάζουμε. Τον ιντριγκάρουν πολύ οι στίχοι μου, όταν τους διαβάζει ενθουσιάζεται. Αυτό έγινε και με το “Σε τι Θεό πιστεύεις” και με το “Να με θυμάσαι”. Στον τάφο μου θα ήθελα να γράψουν στίχους από αυτό το τραγούδι: “Να με θυμάσαι, όταν θα τελειώσει ξαφνικά το Καλοκαίρι, όταν θα χω φύγει μακριά σε κάποιο αστέρι, τις βραδιές που δεν κοιμάσαι, να με θυμάσαι. Γιατί σ αγαπούσα πιο πολύ κι απ τη δική μου τη ζωή”. Το είχα γράψει, όταν πέθανε ο πατέρας μου».
ΟΙ ΨΑΡΟΣΟΥΠΕΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ«Η Πρωτοψάλτη είναι λιγότερο απόλυτη από τον Νταλάρα, σε ρωτάει κι εσένα. Γι αυτήν έγραψα το “έλα για λίγο” και τα “χαρτοκιβώτια νουνού”. Όταν δουλεύαμε μαζί της στο σπίτι του συνθέτη Στάμου Σέμση, πήγαινε και μας έπαιρνε ψαρόσουπες, καθόταν με τις ώρες και έκανε 500 ντέμο μέχρι να έχει το τέλειο αποτέλεσμα. Και γι αυτό πέτυχε. Η οργάνωσή της είναι μοναδική».
Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΑΚΗ ΡΟΥΒΑ«Με τον Σάκη είχαμε γνωριστεί στο Show Center- προτού βγάλει καν τον πρώτο του δίσκο-, την περίοδο που τραγουδούσε εκεί. Ο Σάκης, θυμάμαι, έμενε τότε στη Δάφνη με μία Αγγλίδα. Οικονομικά δεν έπαιρνε τίποτα σπουδαίο, έπρεπε να ζήσει, να επιπλώσει το σπίτι του, είχε διάφορα έξοδα. Ο οποιοσδήποτε, θα μπορούσε να προσφέρει στον Σάκη ό,τι ήθελε, αλλά αυτό ήταν το καλό και το κακό του ταυτόχρονα, γιατί ήξερε ότι πίσω από αυτό υπήρχε μία ερωτική σκοπιμότητα. Ο ίδιος μου έλεγε πάντα “εγώ είμαι ευγενικός, αυτοί νομίζουν ότι αποδέχομαι αυτή την κατάσταση και αυτό μου τη σπάει”. Είμαι σίγουρος: Ο Σάκης, δεν έχει καθόλου ομοφυλοφιλικά. Αλλά, εν αγνοία του, μπορεί να σου βάλει μεγάλη καψούρα. Εγώ, είχα πάθει σοκ όταν τον είχα δει για πρώτη φορά, ήταν σαν να είχε ένα φωτοστέφανο στο κεφάλι του που έλεγε “είμαι φτιαγμένος, έχω λάμψη”. Είναι κάτι που δεν μπορείς να το παραγνωρίσεις όταν τον βλέπεις. Στην εταιρεία του τότε ήθελαν να του αλλάξουν όνομα, να τον βγάλουν Σεβαστιανό, αλλά επενέβηκα. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ποπ, υπήρχαν υπολείμματα του Πασχάλη, η Αλέξια και ο Καλλίρης. Ο Σάκης ήταν πολύ όμορφος, τραγουδούσε συμπαθητικά και είχε μία σκηνική εμφάνιση που καταλάβαινες ότι αυτό το παιδί πάει να γίνει σταρ. Η δυσκολία μου ήταν να εφεύρω έναν καινούργιο τρόπο γραφής για να εξυπηρετήσω τον Σάκη, αυτό το νέο είδος που ερχόταν εκείνη την εποχή- αρχές της δεκαετίας του 90- στην Ελλάδα. Τότε έγραψα το “Πάρτα” και το “1992”, τα τραγούδια του άρεσαν, αλλά δεν είχε και άλλη δυνατότητα διότι το να κάνεις δίσκο εκείνη την εποχή θεωρείτο- καταρχήν- συγκλονιστικό.
Ο Σάκης είχε, από τη φύση του, ευγένεια και μία τρομερή αυτοσυγκράτηση- ποτέ δεν έχανε την ψυχραιμία του. Αν του συνέβαινε κάτι κακό, είχε ένα λυπημένο βλέμμα, μελαγχολικό, χειρότερο και από το να σου αρχίσει τις μπουνιές, σαν να σου έλεγε “δεν το αξίζω αυτό που μου κάνεις τώρα”. Σεβόταν όλο τον κόσμο. Πρότυπά του, ο Έλβις και ο Michael Jackson. Κάποια στιγμή χαθήκαμε με τον Σάκη, είχε γίνει ο δίσκος του, τον έπαιρνα τηλέφωνο, δεν απαντούσε. Εγώ θεώρησα ότι απλά έκανε τη δουλειά του και εξαφανίστηκε. Θα μάθαινα μετά, πολύ μετά, ότι αυτός είναι ο νόμος στη δισκογραφία. Εγώ είχα φανταστεί για τον Σάκη ότι θα ήμουνα ο μέντοράς του, ο Πυγμαλίωνάς του, ότι θα του έγραφα στίχους κάθε χρονιά, ότι εγώ θα κινούσα τα νήματα.
Του είχα πει θυμάμαι, κάποια στιγμή, “ο Χατζιδάκις θέλει να σου γράψει τραγούδια”. Η απάντησή του ήταν “όχι. Όπου αλλού θέλεις, αλλά στον Χατζιδάκι δεν πάω”. Σοφά ποιών, ο Σάκης, ήθελε να γίνει σταρ, ο Χατζιδάκις όμως έπνιγε τους τραγουδιστές κι ύστερα δεν ήθελε να τον λένε “τεκνό του Χατζιδάκι” ή “τραγουδάει Χατζιδάκι επειδή είναι μαζί”. Ο Χατζιδάκις μου έλεγε, σαν αστείο, “θα του γράψω ένα τραγούδι που να λέγεται Δώστα”. Από τότε μέχρι τώρα έχω το ίδιο συναίσθημα για τον Σάκη: Σαν να έχω κάνει ένα παιδί, να έχει μεγαλώσει, να έχει ανεξαρτητοποιηθεί, να έχει πάρει το δρόμο του και εγώ να λέω “ας είναι καλά και ας κάνει ό,τι θέλει”. Παρόλα αυτά συνεργαστήκαμε ξανά, μετά από 15 χρόνια, στο “Σ έχω ερωτευθεί”. Ήταν ένα τραγούδι για το οποίο πάλεψα να το πει ο Σάκης. Είχα πει μάλιστα τότε στην Μαργαρίτα Μάτσα, ότι θέλω προκαταβολή ένα εκατομμύριο δραχμές. Η απάντηση της ήταν “Γιώργο είναι αδιανόητο αυτό, είναι πολύ ωραίο το τραγούδι, αλλά αν θέλεις προκαταβολή πάρτο και φύγε”. Επειδή όμως είχα πάρει ήδη τα λεξοτανίλ μου, ήμουνα ήρεμος και δεν την έπιασα τελικά από το λαιμό. Τελικά, το “Σ έχω ερωτευθεί”, αγοράστηκε από την εταιρεία δωρεάν και πήρα- από ένα τραγούδι που έσυρε τον δίσκο, κάνοντας τον πλατινένιο, που ακούστηκε από τα ραδιόφωνα εκείνη τη χρονιά όσο κανένα άλλο- 5 χιλιάδες ευρώ. Δηλαδή, ούτε το ένα τρίτο που παίρνει κάποιος τραγουδιστής κάθε βράδυ, στα νυχτερινά μαγαζιά. Με τον Σάκη συναντηθήκαμε τελικά στην παρουσίαση του δίσκου και του έδωσα να υπογράψει δύο αυτόγραφα για τις ανιψιές μου. Δεν ήταν όμως, σαν την πρώτη φορά: Ήμασταν πια, και οι δύο, επαγγελματίες. Δεν ήταν αυτό το “ρε γαμώτο, να ξαναβρεθούμε…”».
Ο ΣΠΑΡΑΓΜΟΣ ΤΟΥ ΜΑΖΩΝΑΚΗ«Αν ο Σάκης είναι η ποπ εκδοχή μου σαν στιχουργός και σαν ψυχισμός, ο Μαζωνάκης είναι η λαϊκή. Αισθάνθηκα υπέροχα όταν τραγούδησε το “Αλλάξανε τα πλάνα μου, κοιμήθηκα στη μάνα μου” και το “Παιδί της νύχτας”, τα ξεκλείδωσε με τον τρόπο που ήθελα, τα είπε με έναν ασύλληπτο σπαραγμό. Είναι από τα αγαπημένα μου τραγούδια, μαζί με το “ Όταν το τηλέφωνο χτυπήσει” που έγραψα για την Ελίνα Κωνσταντοπούλου. Τότε που ο Μαζώ έκανε αυτές τις επιτυχίες, πήγαινα στα καμαρίνια, καθόμουνα- μου άρεσε, μέχρι να βγει στην πίστα. Ένα βράδυ, γυρνάει, μου λέει “Πάυρη, πιάσε αυτό” και μου πετάει ένα φάκελο. Μέσα στο φάκελο είχε ένα εκατομμύριο δραχμές. Γύρισα και του είπα “Γιώργο μου, ό,τι θέλεις από μένα γιατί αυτό δεν το κάνουν εύκολα οι τραγουδιστές”. Και το εννοούσα».
«Η ΒΑΝΔΗ ΕΙΧΕ ΑΙΣΘΑΝΘΕΙ ΠΟΛΥ ΑΣΧΗΜΑ, ΟΤΑΝ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΗΣΕΙ ΦΟΙΒΟ».«Αυτό έκανε και η Δέσποινα Βανδή: Μου είχε δώσει για ένα τραγούδι- για το “Δεν εισ εδώ”-, 200 χιλιάδες δραχμές. Εγώ είμαι ερωτευμένος με την Βανδή και, κυρίως, με την παλιά Βανδή. Όταν είδα αυτό το μελαχρινό κορίτσι για πρώτη φορά, την ερωτεύτηκα. Θα ήθελα να ξαναέχουμε επαφή. Η ίδια θυμάμαι είχε αισθανθεί πολύ άσχημα όταν έπρεπε να κάνει τον πρώτο της δίσκο με το Φοίβο, τις “Δέκα Εντολές”, αλλά έπρεπε να το κάνει. Το ήθελε και αυτή, γιατί ήξερε ότι εκεί θα είχε το σουξέ καραντί. Είχα θυμώσει με τη Δέσποινα γιατί νόμιζα ότι της είχα φτιάξει ένα ίματζ που πίστευα ότι της ταίριαζε τέλεια, είχα κάνει το ίδιο λάθος που έκανα και με τον Σάκη».
Η ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ ΤΗΣ ΣΑΡΡΗ«Όλοι μου λένε για την Έφη, “γιατί την κάνεις παρέα;”. Εγώ την Έφη την αγαπάω. Είναι ένα κορίτσι σχιζοφρενές, αλλά έχει κάτι που μου κάνει- δεν ξέρω τι. Είναι ένας χαρακτήρας, ένας ρόλος, κάτι σαν την Τζέσικα Ράμπιτ. Τη στιγμή που διάφορες δήθεν σοβαρές τραγουδίστριες έκαναν σούξου μούξου για τον “Αφρικανό”, η Έφη- όχι από επιλογή, αλλά μη έχοντας τίποτε άλλο- το λέει. Αν σκεφτείς ότι ο “Αφρικανός” έχει τώρα 350 χιλιάδες επισκέψεις στο you tube, χωρίς όμως κανένα οικονομικό όφελος, δείχνει ότι όλο αυτό το κάνουμε για την τρέλα μας. Ο “Αφρικανός” είναι το πιο έξυπνο αντιρατσιστικό τραγούδι που έχει γραφτεί ever. Οι φίλοι μου μου λένε “Παυριανέ, αποφάσισε, με ποιον είσαι: Με την Έφη Σαρρή ή με τον Μάνο Χατζιδάκι;” Η απάντησή μου σ αυτό, είναι: Λέγομαι Έφη Χατζιδάκι! Μου επιτρέπεις τώρα να πάρω το υπόλοιπο λεξοτανίλ μου;».
Δημοσίευση στο περιοδικό Nitro Αυγούστου 2009- Τεύχος 166