8.8.09

ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΟΥΡΟΣ: "Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΟΥ, ΕΙΝΑΙ ΔΟΥΛΕΙΑ ΒΙΤΡΙΝΑΣ"




29 χρόνια στο θέατρο έχει επιβεβαιωθεί πολλές φορές, έχει καλύψει τις ανασφάλειες του, έχει ζήσει υπέροχες, αλλά και πολύ δύσκολες στιγμές. Ό,τι είναι σήμερα, λέει πως το χρωστάει μόνο στις μεγάλες του δυσκολίες, αυτές διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα που σήμερα έχει, θα προτιμούσε μάλιστα, να είχε ζήσει άλλες τόσες για να γίνεται, κάθε μέρα, καλύτερος άνθρωπος.
Στο παιδικό πάρτι που είχε πάει τη μέρα που κάναμε την κουβέντα μας, Κυριακή μεσημέρι των εκλογών, κάποιοι γονείς έλεγαν στη γυναίκα του, τη Λένα, ότι «έχεις δίπλα σου έναν πάρα πολύ καλό άνθρωπο, μία γενναιόδωρη, καλή ψυχή και αυτό φαίνεται από τα μάτια του». Όταν του το αναφέρω μου λέει πως δεν θα θελε να το γράψω, γιατί θα ακουστεί υπερφίαλο και υπερβολικό, ότι «καλό είναι να είμαστε ταπεινοί». Διαφώνησα. Ό,τι μου είχαν πει μέχρι εκείνη τη μέρα σε παλαιότερες συναντήσεις μας τα παιδιά του- ο Στέφανος και η Μαρία Λουίζα- για τον πατέρα τους, περικλείνονταν σε αυτή τη φράση: «Είμαστε πολύ ευνοημένοι απ τη τύχη, που πατέρας μας έτυχε να είναι ο Γιάννης». Και αυτή είναι η αλήθεια του.
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ, ΤΑ ΛΑΘΗ, ΟΙ ΒΙΝΤΕΟΚΑΣΕΤΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 80.«Το θέατρο έχει το κομμάτι που του αναλογεί στη ζωή μου, δεν είναι όμως το πιο σημαντικό. Έχω την οικογένειά μου, τα παιδιά μου, μία ευρύτερη οικογένεια ανθρώπων που αγαπάω και με αγαπούν. Παρόλα αυτά, το θέατρο είναι το κομμάτι εκείνο που μου έχει επιτρέψει να υπάρχω, να επιβιώνω- και από οικονομικής πλευράς, αλλά και επί της ουσίας. Με την υποκριτική ξεκίνησα να ασχολούμαι εντελώς τυχαία όταν, ο θεατρικός όμιλος του σχολείου μου ανέβαζε το έργο “Όλα τα παιδιά του Θεού έχουν φτερά” του Ο Νιλ και ο πρωταγωνιστής- λίγο πριν από την πρεμιέρα-, αρρώστησε. Ρώτησαν οι καθηγητές “ποιος ξέρει να παίξει το ρόλο;”, εγώ σκέφτηκα ότι θα ήταν μία καλή ευκαιρία να γλιτώνω απουσίες και είπα ότι θέλω να το δοκιμάσω. Την συγκεκριμένη παράσταση, θυμάμαι ότι είχαν παρακολουθήσει ο Σπύρος Ευαγγελάτος, ο Μυταράς , η Καλογεροπούλου, ο Φέρτης, ήρθαν στο καμαρίνι, με ρώτησαν “τι θέλεις να κάνεις εσύ παιδί μου στη ζωή σου;”, τους απάντησα “κάτι με αθλητικά”, αλλά αυτοί μου είπαν να το ξανασκεφτώ, ότι θα μπορούσα να γίνω ηθοποιός. Παρόλο που ξεκίνησα να σπουδάζω δημοσιογραφία, ύστερα από δύο χρόνια έδωσα εξετάσεις στη σχολή του Εθνικού και του Κουν, πέρασα και στις δύο σχολές, αλλά τελικά πήρα υποτροφία από το Εθνικό και κατέληξα εκεί.
Μεγάλωσα στη Φιλαδέλφεια, με τις αλάνες, τα θερινά σινεμά, το ποδόσφαιρο- από τότε ήμουνα φανατικός ΑΕΚτζής- τα πρώτα νεανικά φλερτ, ήταν μία γειτονιά που τα είχε όλα. Ο πατέρας μου δούλευε στο μηχανικό μέρος της Ολυμπιακής και η μητέρα μου ασχολείτο με τα οικιακά. Οι δυσκολίες μου στο θέατρο όλα αυτά τα χρόνια, είχαν να κάνουν περισσότερο με τα διλήμματα, με το αν θα διάλεγα τον ένα ή τον άλλον δρόμο. Στις αρχές, από τη λαχτάρα μου να παίξω αλλά και από την ανάγκη μου να βιοποριστώ , είχα κάνει ακόμη και λάθος επιλογές. Σημασία όμως έχει να βρισκόμαστε μέσα στο γήπεδο και να παίζουμε μπάλα, στην κερκίδα κανείς δεν θα δει αν παίζουμε καλά. Έστω και αν κάνουμε λάθος αφού, αργά ή γρήγορα, τον χρυσό παίκτη θα τον ανακαλύψουν. Μέσα στα λάθη μου περιλαμβάνονται και οι 7-8 βιντεοταινίες που έκανα, στα μέσα της δεκαετίας του 80. Δεν έγινα λαθρέμπορος, δεν έγινα σωματέμπορος, έπρεπε να ζήσω από τη δουλειά που μου προσφερόταν. Εκείνη την περίοδο είχε γεννηθεί ο γιος μου ο Στέφανος και εγώ έκανα ταξίδια, αλλεπάλληλες επαφές για τις μικροχειρουργικές επεμβάσεις που μπορεί να χρειαζόντουσαν για το γιο μου. Υπήρχε ένας συγκεκριμένος σκοπός. Όταν χρειάζεσαι λεφτά για κάποιους πολύ σημαντικούς λόγους υγείας, είναι αστείο να μιλάμε για “χτίσιμο καριέρας”. Για μένα προείχε να έχω κάποια χρήματα, ώστε να ξέρω τι συμβαίνει με την υγεία του παιδιού μου. Στη συνέχεια, όλες μου επιλογές ήταν πολύ διαφορετικές- και ως παραγωγού και ως σκηνοθέτη και ως ηθοποιού. Δες το αλλιώς: Πόσοι από τους συναδέλφους σου γράφουν σε ρυπαρά έντυπα με ψευδώνυμο για να βγάλουν 100 ευρώ παραπάνω επειδή χρειάζονται αυτά τα λεφτά; Εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό, εγώ εκτίθεμαι ακόμη και στην μικρότερη βλακεία που μπορεί να κάνω, δεν μπορώ να κρυφτώ».
Η ΚΑΚΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ.«Έχω περάσει πολλές οικονομικές δυσκολίες κατά καιρούς και αυτό δεν είναι κάτι ξένο για ανθρώπους που επενδύουν στο χώρο της τέχνης. Είμαι εντελώς χύμα με τα λεφτά, δεν έχω ιδέα πώς να τα διαχειρίζομαι. Μπορεί να φύγω από το σπίτι μου χωρίς να έχω ούτε 5 ευρώ επάνω μου, να φτάσω στα διόδια της Αττικής Οδού και να γυρίσω στο σπίτι επειδή, όταν είχα φτάσει στη μπάρα, ανακάλυψα ότι δεν είχα ούτε ένα κέρμα στην τσέπη μου. Δεν έχω καταθέσεις, δεν ασχολούμαι με τράπεζες. Ακούγεται φοβιστικό, απαξιωτικό, αλλά έτσι είναι ο χαρακτήρας μου. Ξοδεύω αφειδώς όποτε πάω να κάνω μία καινούργια παραγωγή, υπογράφω δεκάδες επιταγές, θέλω να πληρώνονται όλοι κανονικά. Δεν με αφορούν τα λεφτά, δεν έχω καν δικό μου αυτοκίνητο, αυτοκίνητο έχει η γυναίκα μου και ο γιος μου, εγώ κινούμαι στην πόλη με μία μηχανή. Δεν είμαι της ιδιοκτησίας, είμαι της χρήσης. Μου αρέσει, για παράδειγμα, οι φίλοι μου να έχουν ένα ωραίο σκάφος και να πάμε βόλτα στη θάλασσα αλλά, εμένα τον ίδιο, δεν με ενδιαφέρει να έχω κάτι τέτοιο, είναι κάτι έξω από την κοσμοθεωρία μου για τη ζωή».
ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ, ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΘΕΩΣΗΣ.«Τις δυσκολίες μου τις αντιμετώπιζα πάντοτε μόνος μου. Κλεινόμουνα για μέρες, για εβδομάδες, στους δικούς μου χώρους και εκεί ανασκεύαζα, έκανα ένα scanning στο κομμάτι της όποιας αποτυχίας- προσωπικής ή επαγγελματικής- προσπαθούσα να ξαναδώ τα πράγματα, τι θα άλλαζα, τι θα έπρεπε να κάνω, που έγινε το λάθος. Όλη αυτή η διαδικασία είναι πολύ επίπονη, αλλά αυτή είναι που με έκανε πιο αυθεντικό και, όσο γίνεται, πιο σοφό. Κυρίως όμως με έκανε πιο ταπεινό και πιο μετριόφρονα απέναντι στη ζωή. Στις δυσκολίες μου στρεφόμουνα πάντα στο υπερεγώ μου, στην ανώτερη δύναμη του υπερεαυτού μας. Δεν πηγαίνω στην εκκλησία, αν κάποιος θέλει να προσευχηθεί μπορεί να το κάνει οπουδήποτε, δεν χρειάζονται μεσάζοντες για να ακούσει ο Θεός τη δική μας προσευχή- ο όποιος Θεός.
Όλα αυτά τα χρόνια, ποτέ μου δεν καβάλησα το καλάμι. Ούτε στην πρώτη μου δουλειά, ούτε στην πρώτη μου συνέντευξη, ούτε όταν τα εξώφυλλα διαδέχονται το ένα το άλλο, ούτε όταν τα γράμματα έρχονταν κατά εκατοντάδες σε σακούλες σκουπιδιών και μου έλεγε ο ταχυδρόμος “έλα να τα πάρεις από το ταχυδρομείο, δεν μπορώ να τα κουβαλήσω”, ούτε όταν τα κορίτσια έμπαιναν στο καμαρίνι μου για να μου σκίσουνε το πουκάμισο και να μ αγγίξουν. Όλα αυτά γίνονταν τη δεκαετία του 80 αλλά εγώ καταλάβαινα- από τότε- ότι όλα αυτά δεν πρέπει να με αφορούν, αλλού είναι η δουλειά μου. Έτσι αντιλαμβανόμουν τον κόσμο. Άλλωστε, μην ξεχνάς ότι η δουλειά που κάνω είναι δουλειά βιτρίνας και είναι πολύ εύκολο να πάρεις έναν άλλον δρόμο. Αυτή η βιτρίνα, πολλές φορές υπερεκθέτει ένα προϊόν, άλλες φορές το παραμορφώνει και άλλες κρύβει την πραγματική του αξία. Ποτέ μου, όμως, δεν είχα χρησιμοποιήσει την επωνυμία μου για να προσεγγίσω κοριτσάκια, συνήθως το αντίθετο συνέβαινε. Δεν πλασαρίστικα ποτέ ως ζεν πρεμιέ, δεν ήμουνα σε καμία λίστα με τους “10 ωραιότερους άντρες της χρονιάς”, ποτέ δεν έχτισα κάτι τέτοιο».
Ο (ΠΑΡΑΛΙΓΟΝ) ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ.«Ασχολούμαι με τα κοινά από την εφηβεία μου. Στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές είχα κατέβει με το ΠΑΣΟΚ στη Β Αθηνών, αλλά δεν κατάφερα να εκλεγώ αφού είχα μόλις 3 εβδομάδες χρόνο προεκλογικής δραστηριότητας. Σε διαφορετική περίπτωση οι 27 χιλιάδες σταυροί που συγκέντρωσα θα ήταν αρκετοί, χρειαζόντουσαν μόλις 1200 ακόμη σταυροί για να εκλεγώ. Δεν νομίζω να με πλησίασαν από το κόμμα λόγω της επωνυμίας μου, η σχέση ήταν αμφίδρομη. Χαίρομαι μάλιστα που στις ευρωεκλογές κατέβηκαν υποψήφιοι πολλοί καλλιτέχνες, άνθρωποι πολιτικοποιημένοι και συνειδητοποιημένοι, ανεξαρτήτου πολιτικής κατεύθυνσης. Οι άνθρωποι του χώρου μπαίνουν στο γήπεδο να ξαναπαίξουν μπάλα και αυτό δείχνει το χρέος όλων μας να ασχολούμαστε με τα κοινά και όχι να τα απαξιώνουμε λέγοντας “τι δουλειά έχουμε με την πολιτική;”. Στην αρχαία Ελλάδα, όποιος δεν ασχολιόταν με τα κοινά, εξοστρακιζόταν».
Η ΕΥΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ.«Η σχέση μου με τα παιδιά μου είναι σχέση πατέρα παιδιών, αλλά και σχέση φίλων, πρέπει να υπάρχει μία σωστή δοσολογία. Δεν είμαι αυστηρός μαζί τους, γιατί νομίζω ότι έχουν καταλάβει ότι δεν πρέπει να κάνουν αυτά που δεν θα μου άρεσουν. Με τη Λένα είμαι παντρεμένος 13 χρόνια, είναι η κόλλα της ζωής μου, ο συνεκτικός ιστός των κομματιών της οικογένειάς μου- και σε επίπεδο προσωπικοτήτων αλλά και σε επίπεδο απλών καθημερινών δραστηριοτήτων που πρέπει να γίνουν. Έχω κάνει πολλά ακραία πράγματα λόγω έρωτα: Μιλούσαμε στο τηλέφωνο στις 7 το απόγευμα και στις 9 βρισκόμουν στην άλλη άκρη της Ελλάδας για να τη δω. Δεν υπήρχαν θέσεις στο αεροπλάνο και πήρα τη θέση του μηχανικού του αεροσκάφους, το non seat, απλά και μόνο γιατί έπρεπε οπωσδήποτε να της κάνω έκπληξη. Αν δεν ήμουνα ηθοποιός, θα μπορούσα να ήμουν θεραπευτής, να ασχολούμαι με τις ανθρώπινες αδυναμίες, με τις ψυχές και τις ασθένειες, να ακουμπάω στους ανθρώπους. Αυτό νομίζω πως θα μου πήγαινε περισσότερο».
Δημοσιέυθηκε στον "Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής"- ένθετο "ET Weeily" τον Ιούνιο του 2009