22.8.11

ΘΥΜΙΟΣ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ: Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ


Είναι 57 χρόνων, οδηγός ταξί από τα 24 του, στη συνέχεια ιδιοκτήτης και, όταν οι εφημερίδες της Κυριακής 7 Αυγούστου τον χαρακτήρισαν «αρχηγό της κίτρινης φυλής» αναγάγοντάς τον σε μία ιδιότυπη κατηγορία «σταρ»- όπως συμβαίνει συνεχώς τις τελευταίες 20 μέρες-, εκείνος γελάει. «Όλοι νομίζουν ότι ξέρουν τα πάντα για μένα, λένε ότι είμαι πάμπλουτος, ότι έχω σπίτια, αυτοκίνητα, αλλά κανείς δεν λέει την αλήθεια», λέει ύστερα από περισσότερα από 20 τηλεφωνήματα, μέχρι να καταφέρει να βρει 15 λεπτά για την κουβέντα μας. Από την αρχή είχαμε συμφωνήσει ότι δεν θα πούμε οτιδήποτε για τα συνδικαλιστικά, για τις «διενέξεις» του, για τα "δίκαια των ταξιτζήδων", για τις σχέσεις του με τη Νέα Δημοκρατία, για τον υπουργό Γιάννη Ραγκούση. «Η ξεκούρασή μου τώρα είναι να πηγαίνω στο χωριό κάθε Παρασκευή- για δύο μέρες- και να περιποιούμαι τις λίγες ελιές που έχω εκεί, τις πορτοκαλιές μου. Αυτό με αποφορτίζει», λέει.
-Θυμάσαι πότε ήταν η πρώτη φορά που οδήγησες αυτοκίνητο;
-Στα 15 μου πήρα για πρώτη φορά στα χέρια μου τιμόνι και προσπάθησα να οδηγήσω, στο χωριό μου, εκεί όπου γεννήθηκα, στα Πιτσά Κορινθίας. Από την αρχή, μου είχε δημιουργήσει δέος το αμάξι. Ακόμη και τώρα, όταν νιώθω κουρασμένος και πικραμένος από τις καταστάσεις, μπορεί να πάρω το αυτοκίνητο, να βγω μια βόλτα, να βάλω ένα cd να παίζει- λαϊκά ως επί το πλείστον-, και να ηρεμήσω. Είναι αρρώστια το αυτοκίνητο.
-Μικρός τι ήθελες να κάνεις στη ζωή σου;
-Ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής. Έπαιζα στον Ηρακλή Ξυλοκάστρου από 14 χρόνων και ήμουν πολύ καλός. Τελικά, δεν ασχολήθηκα επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο, γιατί έπρεπε να βγω στη βιοπάλη. Ήμουν μοναχοπαίδι, ο πατέρας μου ήταν οικοδόμος, η μάνα μου αγρότισσα. Πολύ φτωχοί άνθρωποι. Τελείωσα το γυμνάσιο και μετά μπήκα στη σχολή εργοδηγών- μηχανικών αεροσκαφών, την οποία τελείωσα στα 22 μου. Παράλληλα έκανα και διάφορες άλλες δουλειές, γιατί ο πατέρας μου δεν έβγαινε οικονομικά: Σε εργοστάσια, σε ταπετσαρίες αυτοκινήτων, στην αγορά εισαγωγέων κρεάτων, εμπόριο λαδιού στα σπίτια, πολλά. Μετά παντρεύτηκα και ξεκίνησα να δουλεύω αρχικά σαν υπάλληλος στο ταχυδρομείο.
-Πόσων χρόνων παντρεύτηκες;
-Ήμουν 22 χρόνων, όταν παντρευτήκαμε με τη Λίτσα. Ήταν μία κοπέλα από το χωριό μου, με την οποία αγαπηθήκαμε πολύ. Να σκεφτείς, η γυναίκα μου έβγαλε την τελευταία τάξη του λυκείου ούσα παντρεμένη.
-Με το ταξί πότε ξεκίνησες;
-Στα 24 μου περίπου. Κατά πρώτον, εμένα δεν μου άρεσε να έχω ξυπνητήρι στη ζωή μου και, κατά δεύτερον, είχα έρθει σε αντίθεση τότε με διάφορους «συνδικαλιστές» στο ταχυδρομείο, γίνονταν διάφορες ιστορίες και σηκώθηκα κι έφυγα. Έτσι ξεκίνησα με το ταξί.
-Κινδύνευσες ποτέ με πελάτη στο ταξί;
-Προσωπικά όχι, αλλά συμβαίνουν διάφορα σε συναδέλφους. Όμως, ο οδηγός ταξί που δουλεύει χρόνια στο επάγγελμα, αποκτά με τον καιρό την ικανότητα- από την στιγμή που σηκώνεις το χέρι σου στο δρόμο- να προσδιορίζει αμέσως τη δουλειά σου, από που προέρχεσαι, ακόμη και το μορφωτικό σου επίπεδο. Από το βλέμμα του άλλου καταλαβαίνεις αν είναι επικίνδυνος και έτσι αποφεύγεις τις κακοτοπιές. Μία φορά, είχα πάρει ξημερώματα Σαββάτου κάποιον από ένα μπαρ του Ελληνικού στο οποίο είχε πέσει πολύ ξύλο μεταξύ των αμερικανών της Βάσης, ο οποίος μπήκε στο ταξί κρατώντας ένα γκλομπ, το οποίο δεν είχα δει απ την αρχή. Φοβήθηκα, έτρεμα μήπως μου έκανε κακό. Βούιζαν τα λάστιχα από το τρέξιμο που έκανα με το αυτοκίνητο μέχρι να τον πάω εκεί που ήθελε, γιατί σκεφτόμουν μήπως, έτσι όπως ήταν μεθυσμένος, με χτυπήσει. Κάποια στιγμή, κοντά στα Λιμανάκια, με χτύπησε στον ώμο και μου είπε «μην φοβάσαι. Δεν θα σου κάνω κακό!». Μόνο τότε ηρέμησα. Γενικά, να ξέρεις ότι το επάγγελμα αυτό έχει πολλή ανθρωπιά, γιατί δημιουργεί με τους πελάτες ανθρώπινη σχέση.
-Δεν είναι παρεξηγημένο επάγγελμα;
-Είναι. Από λίγες κακές συμπεριφορές, γιατί κάποιοι το φθείρανε. Αν μπορούσε, όμως, κάποιος να δουλέψει μία εβδομάδα για 12 ώρες και να αντέξει κάτω από αυτές τις συνθήκες- με τόσο χαμηλό κόμιστρο και τόση αναδουλειά-, εγώ θα του βγάλω το καπέλο. 
-Πόσα παιδιά έχεις
-Δύο κόρες. Η μεγάλη μου, η Άντζελα, είναι 31 και η δεύτερή μου, η Αλεξία, είναι 26. Η Άντζελα είναι καθηγήτρια αγγλικής, σπούδασε στη Γλασκόβη- έχει κάνει και master- και δουλεύει στο Ναύπλιο. Η Αλεξία έχει τελειώσει δημόσια διοίκηση στο Πάντειο και είναι παντρεμένη.
-Ένιωσαν ποτέ μειονεκτικά που ο πατέρας τους ήταν ταξιτζής;
-Είναι περήφανες. Και που είμαι ταξιτζής και που είμαι πατέρας τους. Με δάνεια τις σπούδασα. Ακόμη και οδηγοί να ήθελαν να γίνουν, εγώ δεν θα χα πρόβλημα. Καμιά φορά, που ήθελαν να βγάλουν κανά χαρτζιλίκι παραπάνω, τους έλεγα «πηγαίνετε να βγάλετε δίπλωμα και πάρτε το ταξί να βγάλετε τα δικά σας λεφτά».
-Δεν έγινες πλούσιος από αυτή τη δουλειά;
-Ξέρετε κανά ταξιτζή πλούσιο; Εγώ το ενάμιση ταξί που έχω στην ιδιοκτησία μου- και δεν είναι 26, 16 ή 4 ταξί, όπως είπαν κάποιοι- το νοικιάζω 20 ευρώ τη βάρδια, με τη συντήρηση του αυτοκινήτου δικιά μου. Παλιά, μπορεί να έβγαζες τα τριπλάσια, τώρα όμως δεν υπάρχουν λεφτά στο ταξί. Θυμάμαι όταν ξεκίνησα, επειδή είχα πολλά γραμμάτια, είχα πάει δύο φορές στο πρώτων βοηθειών με βλεννώδη σπαστική κολίτιδα και την κοιλιά μου πρησμένη από το άγχος. Δούλευα κάθε μέρα από 18 έως 20 ώρες σερί και κοιμόμουν 4 ώρες. Μετά, ξανά στο τιμόνι, 7 μέρες τη βδομάδα. Όταν ήταν μικρά τα παιδιά μου, δεν με έβλεπαν στο σπίτι. Ακόμη και τώρα, μερικές φορές, οδηγώ ταξί ακόμη και στον ύπνο μου.
-Σε ποια περιοχή μένεις;
-Στα Σεπόλια. Το διαμέρισμά μου το πήρα με γραμμάτιο το 1993 και το ξεχρέωσα μόλις πέρσι.
Δημοσίευση στο περιοδικό People, τον Αύγουστο του 2011.