12.8.11

ΛΕΝΑ ΜΑΝΤΑ: "Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΑΡΧΙΣΕ ΣΤΑ 28 ΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ"


Είναι η πιο πετυχημένη εμπορικά συγγραφέας των τελευταίων 10 χρόνων, αφού τα βιβλία της πουλάνε δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα κάθε χρόνο. Όσο κάποιοι τη λατρεύουν και τη θεωρούν «μεγάλο ταλέντο», άλλοι τόσοι τη μισούν και την ονομάζουν «επιφανειακή». Η συγγραφέας των μεγαλύτερων Best seller της ελληνικής λογοτεχνίας, δίνει τη δική της αλήθεια για όσα η ίδια ζει.
Με τον γραπτό λόγο τα πάει πολύ καλύτερα από ότι με τον προφορικό. Γι αυτό και θέλει να δώσει γραπτώς τις απαντήσεις της, τα λόγια της, τις προτάσεις της, τα σημεία στίξης- σαν μικρά κοσμήματα που θέλει η ίδια να βάλει σε τάξη, να μην μπάζουν από πουθενά, να είναι υπέροχα δομημένα. Είναι πολύ γλυκιά, πολύ ευγενική, έχει χιούμορ και λειτουργεί, με μία πρώτη ματιά, σαν ένας απλός και καθημερινός άνθρωπος. Έστω κι αν δεν είναι. Έστω κι αν η ίδια ονομάζεται «φαινόμενο της λογοτεχνίας» αφού, για παράδειγμα, το τελευταίο της βιβλίο, «Χωρίς χειροκρότημα», κυκλοφόρησε στην πρώτη του έκδοση από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε 50 χιλιάδες αντίτυπα και αναμένεται να επανεκδοθεί σύντομα σε άλλα τόσα. Όπως ακριβώς συνέβη και με τα προηγούμενά της βιβλία. Στο «είστε star, κυρία Μαντά!», απλώς γελάει.
-Τρομάζετε όταν γράφουν για σας ότι είστε η πιο πετυχημένη συγγραφέας των 10 τελευταίων χρόνων; «Ξεφύγατε» ποτέ, ειδικά στην αρχή αυτής της μεγάλης επιτυχίας;
-Η επιτυχία δεν πρέπει να προκαλεί τρόμο, αλλά σύνεση και η χαρά που φέρνει μαζί της αυτή η διαπίστωση, δεν έχει χώρο για αρνητικά συναισθήματα. Όσο για το αν «ξέφυγα», η απάντηση είναι αρνητική. Η όποια επιτυχία ήρθε σε μια ηλικία που ήμουν αρκετά ώριμη για να την διαχειριστώ, ενώ και σαν χαρακτήρας ήμουν πάντα πολύ προσγειωμένη.
-Ήταν εύκολος ο δρόμος για να φτάσετε μέχρι εδώ;
-Η αρχή ήταν δύσκολη, με μια συνεργασία που δεν πέτυχε, αλλά από την στιγμή που συναντήθηκα με τις εκδόσεις «Ψυχογιός», όλα κύλησαν όχι εύκολα, αλλά ομαλά. Δούλεψα και δουλεύω πολύ σκληρά και με αίσθημα ευθύνης.
-Από την αρχή είχατε αυτή τη μεγάλη επιτυχία;
-Όχι βέβαια! Το πρώτο μου βιβλίο «χάθηκε» κάπου ανάμεσα στον εκδότη και στα βιβλιοπωλεία και δεν έφτασε εύκολα στις προθήκες, ενώ με το «Βαλς», το πρώτο βιβλίο των εκδόσεων «Ψυχογιός», τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ πολύ ήρεμα. Το επόμενο, η Θεανώ, έκανε συμπαθητικές πωλήσεις και ξαφνικά οι αναγνώστες με «ανακάλυψαν» στο «Σπίτι δίπλα στο ποτάμι» και ανέτρεξαν και στα προηγούμενα. Δεν προέκυψα ως κομήτης, ούτε είμαι αποτέλεσμα ενός επιθετικού marketing, αντίθετα με όσα πιστεύουν κάποιοι. Πριν το «ποτάμι», είχα τρία βιβλία στο ενεργητικό μου, αλλά είναι κάτι που πιστεύω ακράδαντα: Δεν υπάρχει καλύτερη διαφήμιση, από τον ψίθυρο του ευχαριστημένου αναγνώστη.
-Σκεφτήκατε ποτέ να παρατήσετε το γράψιμο; Απογοητευτήκατε;
-Στην αρχή, ναι. Όταν το πρώτο μου βιβλίο δεν υπήρχε σε κανένα βιβλιοπωλείο- με εξαίρεση την Κύπρο-, όταν ο πρώτος μου εκδότης, απέρριπτε το ένα βιβλίο μετά το άλλο, ναι, σκέφτηκα να τα παρατήσω. Όταν μου απέρριψαν το «Βαλς» σε είκοσι μέρες, ήθελα να πετάξω τον υπολογιστή και να μην ασχοληθώ ποτέ ξανά με κάτι που με πονούσε αφάνταστα. Είναι πια γνωστό ότι αν δεν ήταν ο άντρας μου να τρέξει το «Βαλς» στους εκδότες, θα τα είχα παρατήσει. Αν οι εκδόσεις Ψυχογιός δεν είχαν βρεθεί στον δρόμο μου, αυτός ο δρόμος θα είχε κλείσει.
-Πάντα θέλατε να γίνετε συγγραφέας; Από μικρή;
-Ούτε που μου είχε περάσει αυτή η ιδέα από το μυαλό, ούτε μικρή ούτε μεγάλη. Έγραφα βέβαια από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, αλλά η λέξη συγγραφέας δεν υπήρχε στο λεξιλόγιό μου, ούτε αυτή η προοπτική στα σχέδιά μου.
-Έχετε κάνει κάποια άλλη δουλειά;
-Πολλές! Αλλά ξεχωρίζω τα τρία χρόνια που δούλεψα στο ραδιόφωνο σαν παραγωγός καθημερινής εκπομπής, ενώ παράλληλα είχα και την διεύθυνση προγράμματος. Ήταν μια εκπληκτική εμπειρία που την διασκέδασα τόσο, που δεν την θεώρησα ποτέ δουλειά παρ’ όλο το βαρύ πρόγραμμα που είχα.
-Έχοντας τη δική σας οικογένεια, τα πράγματα δεν είναι περισσότερο δύσκολα στο να γράφετε τα βιβλία σας;
-Καθόλου. Πρώτα απ’ όλα γράφω πάντα χειμώνα και πρωινές ώρες που το σπίτι είναι άδειο και ήρεμο. Έχω στην διάθεσή μου πολύ χρόνο λοιπόν και παράλληλα τα παιδιά μου είναι πολύ μεγάλα- ο γιος μου 25 και η κόρη μου 20- και δεν με χρειάζονται δίπλα τους είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, όπως όταν ήταν μικρά.
-Ο σύζυγός σας είναι ο πιο αυστηρός κριτής σας;
-Είναι ο πρώτος κριτής, ο πρώτος που διαβάζει κάθε μέρα ότι έχω γράψει, αλλά δεν ξέρω αν η αγάπη που μου έχει, του επιτρέπει να είναι αυστηρός.
-Δηλαδή, αν δεν του αρέσει κάτι που έχετε γράψει, το αλλάζετε;
-Δεν επεμβαίνει ποτέ στην δομή ή στην εξέλιξη της ιστορίας, αλλά από την αρχή ανακάλυψα ότι είναι ιδανικός για ν’ ανακαλύπτει λάθη στο κείμενο που αφορούν στις λεπτομέρειες του χρόνου, του τόπου κλπ. Σε αυτά βεβαίως και τον ακούω!
-Είναι αλήθεια ότι η κόρη σας δεν διαβάζει τα βιβλία σας;
-Η κόρη μου δεν διαβάζει γενικώς κι έτσι δεν το παίρνω προσωπικά! Εξάλλου, με το δεδομένο ότι ο αδελφός της είναι βιβλιοφάγος, ήταν αναμενόμενο βάση του οικογενειακού αστερισμού, ότι δεν θα πήγαινε να καταλάβει μια θέση ήδη κατειλημμένη. Εκείνη ασχολείται με την ζωγραφική και είναι εξαιρετικά δημιουργική σε άλλους τομείς.
-Δεν είναι «κληρονομικό» το γράψιμο ή θέμα γονιδίων;
-Νομίζω πως όχι, δεδομένου ότι κανείς από την οικογένειά μου δεν έγραψε ποτέ τίποτε, ούτε υπήρχε άλλου είδους καλλιτεχνική φλέβα στην οικογένεια.
-Πως είναι διαμορφωμένη η καθημερινότητά σας; Τι άλλο κάνετε εκτός από το να γράφετε καθημερινά;
ο χειμώνα που γράφω, ξυπνώ πολύ πρωί, δουλεύω το βιβλίο μου μέχρι το μεσημέρι που επιστρέφει η οικογένεια για το φαγητό και το απόγευμα ασχολούμαι με τα γράμματα των αναγνωστών. Άνοιξη και καλοκαίρι περνάω πολλές ώρες διαβάζοντας, ενώ το σπίτι μας είναι ανοιχτό σε φίλους. Επίσης, μου αρέσει να κεντάω και να πλέκω τις ελεύθερες ώρες μου.
-Είστε δηλαδή και συγγραφέας και νοικοκυρά και σύζυγος και μητέρα;
-Ναι, μόνο που εγώ έχω διαφορετική σειρά προτεραιότητας. Είμαι σύζυγος, μητέρα, συγγραφέας και νοικοκυρά.
-Πως διασκεδάζετε; Πως ξεκουράζεστε;
-Με τον άντρα μου αγαπάμε πολύ το θέατρο και παρακολουθούμε όσες περισσότερες παραστάσεις μπορούμε. Με ξεκουράζει επίσης να μένω σπίτι με φίλους, κουβεντούλα, κρασάκι και μεζεδάκια! Γενικά, αγαπάω πολύ το σπίτι μου και δύσκολα βγαίνω.
-Ποια είναι η «ιεροτελεστία» του γραψίματος ενός καινούργιου βιβλίου;
-Το βιβλίο που θα γράψω, γεννιέται συνήθως μέσα στο καλοκαίρι και τελειοποιείται στο μυαλό μου σιγά σιγά χωρίς ποτέ να κρατάω σημειώσεις. Όσο το καλοκαίρι φεύγει, τόσο οι ιδέες έρχονται και πιο πιεστικές. Καταλαβαίνω ότι είμαι έτοιμη να ξεκινήσω, όταν νιώθω το κεφάλι μου έτοιμο να εκραγεί, όταν σφύζει πια από τους ήρωες, από διαλόγους ολόκληρους που πρέπει και απαιτούν να βγουν. Τότε κάθομαι στον υπολογιστή μου έχοντας δίπλα μου τους αγαπημένους μου συντρόφους: Καφέ, τσιγάρα και ένα κομπολόι.
-Έχετε κάποιες «παραξενιές»;
-Δεν θα έλεγα ότι είμαι εύκολος άνθρωπος σε γενικές γραμμές, αλλά μια από τις παραξενιές μου, αν μπορεί κανείς να την θεωρήσει ως τέτοια, είναι ότι όλο τον χειμώνα γράφω με ανοιχτά παράθυρα, ακόμα κι αν χιονίζει έξω, λατρεύω την αίσθηση του κρύου, ενώ ξεκινώ κάθε βιβλίο με την πρώτη σταγόνα βροχής. Οι βροχερές μέρες είναι οι πιο παραγωγικές μου!
-Αισθάνεστε κάποια ευθύνη απέναντι στους αναγνώστες σας για τα επόμενά σας βιβλία, μετά από αυτή την μεγάλη επιτυχία;
-Όταν ξεκινώ ένα βιβλίο, όταν χάνομαι στις ιστορίες μου και στους ήρωές μου, όταν πονάω μαζί τους ή χαίρομαι με την χαρά τους, δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα. Εκείνους τους μήνες, στην σκέψη μου δεν χωράνε ούτε οι αναγνώστες, ούτε ο εκδότης μου, κανείς! Γράφω ότι μου αρέσει εμένα να διαβάζω, έτσι ξεκίνησα, έτσι συνεχίζω. Διαφορετικά δεν θα ήμουν εγώ!
-Πως αντιδράτε όταν κάποιοι σας αναγνωρίζουν στο δρόμο; Τι σας λένε;
-Είναι συγκινητικό και θέλω να το πω, ότι ο περισσότερος κόσμος, με προσφωνεί με το μικρό μου όνομα, για τους περισσότερους είμαι η «Λένα» και όχι η απόμακρη «κυρία Μαντά», μου μιλούν με αγάπη για τις ηρωίδες μου, σαν να πέρασαν μόλις από δίπλα μας! Με θεωρούν δικό τους άνθρωπο, είναι απίστευτο το συναίσθημα, δεν περιγράφεται! Έχω πάρει τόση αγάπη από το αναγνωστικό κοινό!
-Εκείνες τις στιγμές αισθάνεστε star;
-Εκείνες τις στιγμές, παρακαλάω ν’ ανοίξει η γη και να με καταπιεί, ντρέπομαι αφάνταστα, κοκκινίζω και προσπαθώ να πω «ευχαριστώ». Δεν μπορείς να αισθάνεσαι star, όταν ο κόσμος σου ανοίγει την αγκαλιά του, σου καταθέτει την ψυχή του.
-Αρκετοί θεωρούν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολα να επιβιώνει κάποιος στην Ελλάδα κάνοντας τη δουλειά του συγγραφέα. Εσείς τα καταφέρνετε;
-Και φυσικά είναι δύσκολο στην Ελλάδα με το 8% που έχουμε σαν αναγνωστικό κοινό, ένας συγγραφέας να το έχει ως βιοποριστικό επάγγελμα. Ευτυχώς, όταν ξεκίνησα, το σπίτι μου δεν περίμενε τα συγγραφικά δικαιώματα για να ζήσει. Ο άντρας μου φρόντιζε πάντα να μην μας λείπει τίποτα.
-Ως μία από τις πιο ευπώλητες συγγραφείς στην Ελλάδα, καταφέρατε να βγάλετε πολλά χρήματα από τα βιβλία σας; Έχετε γίνει πλούσια;
-Θα ήμουν αχάριστη και ψεύτρα, αν έλεγα ότι μετά την συνεργασία μου με τις εκδόσεις Ψυχογιός η δουλειά μου δεν πληρώθηκε στο ακέραιο.
-Η Μάνια Καραιτίδη, εκδότρια της «Εστίας», ανέφερε σε συνέντευξη της στη Lifo στις 19 Μαΐου: «Θέλουμε καλή λογοτεχνία, όχι την ευκολία. Δεν έχω να πω κάτι εναντίον της κυρίας Λένας Μαντά που πουλάει, αν και δεν έχω διαβάσει κανένα από τα βιβλία της. Μόνο που φέτος δεν θυμάται κανείς το περσινό της βιβλίο και πρέπει να γράψει άλλο ένα βιβλίο για να ξαναπουλήσει. Πάντα υπήρχαν τέτοιοι συγγραφείς- άλλοτε όμως τα βίπερ Νόρα και τα Άρλεκιν δεν είχαν μπει στο χώρο της λογοτεχνίας. Δεν θεωρούνταν κανονική λογοτεχνία». Τι απαντάτε σε τέτοια σχόλια που γίνονται για σας;
-Έχω σαν αρχή, να μην σχολιάζω δηλώσεις που με αφορούν. Μπορεί εδώ και πέντε χρόνια πολλοί να βάλλουν την Μαντά, όποτε τους δίνεται βήμα, η Μαντά όμως σιωπά. Ίσως γιατί απαντούν αντί για μένα και για μένα οι αναγνώστες με την αγάπη τους. Δεν έχω να πω τίποτα λοιπόν.
-Θυμώνετε, πικραίνεστε, αδιαφορείτε με αυτά; Τι αισθάνεστε όταν κάποιοι αναφέρονται με τέτοιο τρόπο σε σας;
-Στην αρχή σαφώς και πικραινόμουν, κάποιες φορές όταν τα σχόλια ήταν πολύ χυδαία, έκλαιγα κιόλας, με έπιανε το παράπονο, ίσως γιατί ποτέ δεν έχω θίξει κανέναν, σέβομαι την δουλειά του άλλου, έστω κι αν δεν συμφωνώ μαζί της.  Το χειρότερο είναι ότι με κατακρίνουν χωρίς ποτέ να μπουν στον κόπο ή να διαβάσουν όσα γράφω ή να ψάξουν να βρουν γιατί έχουν τα βιβλία μου τόση απήχηση στον κόσμο. Δεν πειράζει. Το πιστεύω μου ήταν και θα είναι ένα: Ψυχή βαθιά….
-Εσείς τι βιβλία διαβάζετε;
-Διαβάζω μόνο Έλληνες συγγραφείς, είναι γνωστό πια αυτό. Αγαπώ πολύ τον Όμηρο Αβραμίδη, την Ελένη Τσαμαδού, την Καίτη Οικονόμου,, την Πασχαλία Τραυλού, πρόσφατα μέσα από τα βιβλία της αγάπησα την Σοφία Βόικου, τον Γιώργο Πολυράκη και τα ιστορικά του, τον Άρη Σφακιανάκη για την παράνοια των βιβλίων του, όπως και τον Δημήτρη Μαμαλούκα για τα αστυνομικά του. Είναι τόσοι πολλοί οι Έλληνες συγγραφείς, δίνουν τόσο καλά δείγματα γραφής που δεν προλαβαίνω να τα διαβάσω όλα, παρ’ όλο που το θέλω!
-Πότε θεωρείτε ότι άλλαξε οριστικά η ζωή σας; Με ποια απόφαση; Με ποιο γεγονός;
-Η ζωή μου όχι μόνο άλλαξε, αλλά ουσιαστικά άρχισε στις 17 Φεβρουαρίου του 1983. Εκείνη την ημέρα γνώρισα τον άντρα μου, έχουν περάσει 28 χρόνια και αυτή είναι η πραγματική μου ηλικία! Τα υπόλοιπα 19 χρόνια δεν τα υπολογίζω ποτέ. Σαν να μην υπήρξαν!
-Δεν μπερδεύετε πολλές φορές στη ζωή σας η πραγματικότητα με τον κόσμο της φαντασίας;
-Όχι βέβαια! Αν γινόταν αυτό, θα τρελαινόμουν! Παραδέχομαι ότι μια ζωηρή φαντασία σαν την δική μου, μπορεί να γίνει πρόβλημα στην καθημερινότητα, αλλά την τιθασεύω τις ώρες που δεν γράφω.
-Λέτε πως τα βιβλία σας ξεχειλίζουν από συναισθήματα. Το ίδιο συμβαίνει και με σας ως προσωπικότητα;
Είμαι άνθρωπος του «πολύ». Γελάω πολύ, κλαίω πολύ, τρώω πολύ, μιλάω πολύ, γράφω πολύ…. Ότι βλέπεις, αυτό παίρνεις με μένα.
-Με τι κλάψετε τελευταία φορά;
-Κάθε μέρα θα βρεθεί κάτι για να κλάψω, είπαμε: Κλαίω πολύ.  Το ξεχνάω όμως γρήγορα, γιατί κάτι έρχεται που θα με κάνει να γελάσω (πολύ). Η αλήθεια είναι ότι έχω μόνιμη πηγή χαράς μέσα στο σπίτι μου, τον άντρα μου, τα παιδιά μου….
Δημοσίευση στο περιοδικό Omikron, τον Αύγουστο του 2011.