10.2.13

ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: "ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΧΩΡΙΣ ΠΟΝΟ, ΘΑ ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ"


-Αν δεν ήσασταν συγγραφέας, ποια άλλη δουλειά θα μπορούσατε να κάνετε;
-Δύσκολα μπορώ να φανταστώ μία άλλη δουλειά που να μ άρεσε. Ταξιτζής ίσως, γιατί μ αρέσει να κινούμαι.
-Τι παρατηρήσατε τελευταία στο δρόμο;
-Δεν είμαι καθόλου παρατηρητικός, γι αυτό και στα βιβλία μου δεν υπάρχουν καθόλου εξωτερικές περιγραφές. Με ενδιαφέρει κυρίως το τι συμβαίνει μέσα στα μυαλά των ανθρώπων, οι αόρατες περιπέτειες. Γι αυτό και είμαι εξαιρετικά αφηρημένος ή δίνω την εντύπωση σνομπ μερικές φορές, διότι κοιτάω προς τα μέσα. Η γυναίκα μου λέει «μην δίνετε σημασία, συζητάει με ένα σωρό κόσμο μέσα στο κεφάλι του, έχει πολλή βαβούρα εκεί μέσα».
-Δεν σας κουράζει όλη αυτή η βαβούρα;
-Με κουράζει κυρίως το ότι δεν μπορώ να τη μοιραστώ εύκολα. Επειδή είναι αόρατη και ο άλλος δεν την βλέπει είναι πολύ εύκολο να παρεξηγηθεί. Αυτό βέβαια ήτανε πάντοτε και ένα πολύ καλό άλλοθι όποτε ήθελα να απομονωθώ, τους έλεγα «δουλεύω τώρα», είτε δούλευα πραγματικά, είτε δεν δούλευα. Έλεγα «θα σκεφτώ λίγο τους ήρωες, τους χαρακτήρες» και κατέβαζα ρολά, ενώ στην πραγματικότητα μπορεί απλώς να χάζευα.
-Η απομόνωση σας δεν είναι και λίγο επώδυνη σαν μοναξιά;
-Εγώ έχω καλή σχέση με τη μοναξιά. Μεγάλωσα και ως μοναχοπαίδι, κι έτσι δεν είχα πρόβλημα να είμαι μόνος μου. Γι αυτό ίσως διάλεξα και μία δουλειά που η μοναξιά είναι ένα από τα συστατικά της στοιχεία- δεν ξέρω κανέναν ιδιαίτερα κοσμικό και κοινωνικό τύπο που να έχει γίνει συγγραφέας. 
-Δεν περνάτε μελαγχολίες όταν είστε απομονωμένος τόσες πολλές ώρες;
-Όχι ιδιαίτερα, το ευχαριστιέμαι γιατί δεν είναι μια καταδίκη, δεν είμαι κάπου εξόριστος, δεν είμαι κάπου μόνος μου επειδή δεν με παίζουν-όλα αυτά τα έχω. Όταν είναι επιλογή σου να είσαι μόνος σου, είναι εξαιρετικά ευχάριστο. Με τη μελαγχολία τα έχω καλά. Δεν έχω την υστερία της ευτυχίας ή το άγχος του να περνάω διαρκώς καλά ή να πανικοβάλλομαι όταν δεν περνάω καλά. Τέτοιο άγχος δεν έχω. Χωρίς να είμαι μαζοχιστής θεωρώ ότι και το να περνάμε άσχημα ή οδυνηρά είναι ένα μέρος της εκτίμησης που έχουμε μετά με το να περνάμε καλά, μία τεράστια ανακούφιση. Όταν συμβεί ένας υπέρτατος πόνος, μετά δεν ξέρεις αν νιώθεις καλύτερα επειδή αυτό ήτανε γιατρικό ή νιώθεις καλύτερα επειδή απλώς σταμάτησε ο φρικτός πόνος. Ακόμη και ο πόνος έχει τη χρησιμότητά του, τον εκτιμάς τη στιγμή που σταματάει. Ένας κόσμος χωρίς πόνο θα ήταν ένας κόσμος χωρίς προειδοποιήσεις-αν δεν νιώθαμε τίποτα κατά πάσα πιθανότητα θα καιγόμασταν ή θα πεθαίναμε από διάφορες αρρώστιες που δεν θα τις προλαβαίναμε. Εγώ ξέρω ότι θα περάσω και μερικές δυσάρεστες ή άσχημες στιγμές στη ζωή μου-ελπίζω ότι δεν θα είναι οι περισσότερες. Γνωρίζω, βέβαια, ότι δεν υπάρχει happy end, το end είναι πάντοτε bad σε αυτή την ιστορία. Τουλάχιστον ας μην πεθάνουμε εξευτελισμένοι ή ταπεινωμένοι χωρίς να έχουμε την κυριαρχία του πνεύματός μας-αυτό είναι κάτι που με ανησυχεί. 
-Ο σκοπός της ζωής μας δεν είναι α περνάμε καλά;
-Θα στο πω όπως το είπε ο Επικούρειος. Έλεγε: «φρόντισε ώστε η ηδονή που θα νιώσεις να μην είναι μικρότερη από τη λύπη που κατά πάσα πιθανότητα θα τη διαδεχτεί». Θέλω να πω ότι πρέπει να περνάμε ισορροπημένα, να περνάμε σε ένα σημείο που να μην μας ρίχνει ούτε σε βαθιές χαράδρες, ούτε-απ την άλλη-να ανεβαίνουμε σε ψηλές βουνοκορφές και να πέσουμε. Μία ισορροπημένη ζωή είναι το καλύτερο. 
-Τι ισορροπεί τη δική σας ζωή;
-Εγώ όταν νιώθω ότι έχω κάνει καλά τη δουλειά μου περνάω καλά, νιώθω ότι περνάω ισορροπημένα. Μ αρέσουν επίσης όλα τα στάδια που μεσολαβούν μετά το πέρας της δικής μου δουλειάς μέχρι να βγει το βιβλίο στην αγορά-θα μπορούσα να φάω όλη μου τη ζωή στα τυπογραφεία και στις φωτοσυνθέσεις. Με ισορροπεί επίσης το να μην υπάρχει ένταση μέσα στο σπίτι, αλλά και- γενικότερα-το να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στη δουλειά και στο σπίτι. Όταν δεν υπάρχει ισορροπία στη δουλειά, προφανώς δεν θα υπάρχει ισορροπία και στο σπίτι, όταν δεν υπάρχει ισορροπία στο σπίτι, αυτή η ανισορροπία μεταφέρεται και στη δουλειά-γίνεται μία ανατροφοδότηση ανάμεσα στο σπίτι και στη δουλειά.
-Και ο γιος σας.
-Φυσικά! Τώρα βέβαια βρίσκεται στην εφηβεία και έχει επαναστάσεις σε σημείο που μερικές φορές του λέω «μπορώ να ξανάρθω στα 18 σου, γιατί το χω παίξει το έργο;». Ο γιος μου είναι μεγάλη μου χαρά και τώρα κατά πάσα πιθανότητα θα έχει και αδελφάκι γιατί η γυναίκα μου είναι έγκυος οπότε θα έχει αδελφάκι με 15 χρόνια διαφορά. Θα είναι μισοπατέρας, μισοαδελφός.
-Πως αντιδράσατε όταν σας είπε η γυναίκα σας ότι είναι έγκυος;
-Αυτό το έργο-το έργο του παιδιού-όσες φορές και να το δεις, θέλεις να το ξαναδείς. Το εκπληκτικό με τα παιδιά είναι ότι όλα είναι ίδια και όλα είναι ταυτόχρονα διαφορετικά. Αυτό το «ταυτόχρονα» σε τρελαίνει. Από τη μία μεριά νομίζεις ότι είναι ρομπότ που έχουν κάποιες πληροφορίες και σου λένε στην ίδια ηλικία και στην ίδια εποχή «όχι» ή ασχολούνται με τα φαγητά ή τα σκατά τους, και ταυτόχρονα το κάθε ένα από αυτά τα κάνει με ένα ξεχωριστό τρόπο. Το παιδί είναι ένα δακτυλικό αποτύπωμα και θέλω να το ξαναδώ το έργο. Όταν γεννήθηκε ο Γιάννης ήμουνα 34, τώρα είμαι 49, είναι λίγο πιο βαρύ ηλικιακά, αλλά δεν νομίζω ότι θα κάνω άλλο παιδί.
-Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε στη ζωή σας;
-Ήμουνα τυχερός. Ομολογώ ότι δεν έχω περάσει ιδιαίτερα μεγάλες δυσκολίες, δυσκολίες που να ζορίστηκα τρομακτικά. Μέχρι στιγμής ήμουνα μάλλον τυχερός, όσα μου συνέβησαν μου αλάφρυναν πολύ το ενδεχόμενο της ζωής όπως θα ήταν αν δεν συνέβαιναν όλα αυτά. Για παράδειγμα, αν δεν ήμουνα υιοθετημένος θα περνούσα μία πολύ πιο σκληρή ζωή. Δεν θυμάμαι κάποια εμπειρία που να με έχει σημαδέψει με τη σκληρότητά της. 
-Τυχερός άνθρωπος...
-Μηδένα προ του τέλους μακάριζε. Όπως αυτό το ανέκδοτο που πέφτει κάποιος από τον 80ο όροφο και ενώ έχει φτάσει στο ύψος του 10ου ορόφου και ετοιμάζεται να σκάσει στο έδαφος λέει «μέχρι στιγμής, καλά πάμε».
-Υπάρχει η απόλυτη ευτυχία;
-Όχι βέβαια! Φυσικά και δεν υπάρχει! Θα ήταν και παράλογο. Αν υπήρχε θα ήταν κάτι βαρετό. Για έναν μυθιστοριογράφο θα ήταν απόλυτα βαρετό. Εγώ πιστεύω σ αυτό που είχε γράψει ο Τολστόι στην «Άννα Καρένινα»: «Η ευτυχία είναι κοινή για όλες τις οικογένειες, μονάχα η δυστυχία τις κάνει διαφορετικές». Το πιστεύω πολύ αυτό. Μία ζωή απόλυτης ευτυχίας, θα ήτανε εξαιρετικά βαρετή γι αυτό και βλέπεις ότι άνθρωποι που υποτίθεται ότι έχουν λύσει το πρόβλημα που μαστίζει τους περισσότερους ανθρώπους σήμερα-το οικονομικό-δεν έχουν πιάσει την απόλυτη ευτυχία. Βλέπεις πολύ όμορφους και πολύ πλούσιους ανθρώπους να είναι καραδυστυχισμένοι.
-Τι σας δίνει χαρά;
-Είναι πολλά πράγματα σε συνδυασμό, δεν είναι ένα πράγμα.
-Σας ενοχλεί η νεοελληνική πραγματικότητα της τηλεόρασης;
-Με ενοχλεί το ότι προβάλλεται μόνο αυτή. Εμένα δεν θα μ ενοχλούσε αν υπήρχαν μόνο αυτές οι εκπομπές ανάμεσα σε άλλες εκπομπές-γιατί την ιδιωτική τηλεόραση έτσι την είχαν ονειρευτεί οι πρωτεργάτες τους, ως μία ποικιλία τεράστιων επιλογών. Δεν είχαν σκεφτεί ότι 15 ώρες το 24ωρο θα δείχνανε κουτσομπολίστικες εκπομπές και μετά θα ψάχναμε με το φακό να βρούμε μία εκπομπή που να μας ενδιαφέρει μετά τα μεσάνυχτα. Δεν πιστεύω σε αυτές τις θεωρίες συνομωσίας, αλλά εκ του αποτελέσματος μας βλακεύουν. Ρίχνουνε συνέχεια τον πήχη προς τα κάτω και αυτό συνέβη για λόγους κόστους. Προσπάθησαν να βρουν ένα τρόπο να μειώσουν το κόστος των εκπομπών τους και να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους. Πριν από ένα μήνα περιοδικό κυριακάτικης εφημερίδας έκανε ένα γκάλοπ και ρώτησε 100 άτομα «ποια είναι η πιο σημαντική τηλεοπτική προσωπικότητα της χρονιάς που πέρασε;», θεωρώντας δεδομένο ότι «προσωπικότητα» και «τηλεοπτική» πάνε μαζί. Ο κατάλογος ήτανε σοβαροφανής, με τη Στάη και τον Τσίμα ανάμεσά τους, αλλά σημαντικότερη τηλεοπτική προσωπικότητα αναδείχτηκε η Ρούλα Βροχοπούλου.
-Πως σας φαίνεται το φαινόμενο Λάκης Λαζόπουλος, αφού υπάρχει και αντίστοιχο κείμενο γι αυτόν σο βιβλίο σας;
-Ο Λαζόπουλος έχει ορισμένα στοιχεία που μου αρέσουν πάρα πολύ και ορισμένα που με ενοχλούν. Μου αρέσει που άντλησε δύναμη από τις αδυναμίες του και από τις αδυναμίες μας κατ επέκτασιν. Έβγαλε τις υστερίες μας, δεν τις κατέπνιξε. Αυτό που δεν μ αρέσει και που τελευταία έγινε πιο έντονο είναι ο Λαζόπουλος που πάει να γίνει πολιτικός, ο Λαζόπουλος που πάει να γίνει λαϊκιστής, ο Λαζόπουλος που στρογγυλεύει τα πράγματα και θεωρεί ότι είναι εκπρόσωπος ολόκληρων τάξεων, ένα είδος Αθανασίας του Αιγάλεω που κάθε συντεχνία πάει σ αυτόν και λέει «Λάκη, βγες και πες το αίτημά μας». Αυτό το αίτημα ο ίδιος το αγκαλιάζει- αρκεί να είναι λαϊκό- και τότε γίνεται δημαγωγό, κολακεύει το λαό. Ο Λαζόπουλος μπορεί να μιλάει για τις επιμέρους αδυναμίες μας, αλλά προβάλλει και ένα μοντέλο λαού λεβέντη ο οποίος καταδιώκεται από όλους αυτούς. Αυτή η πλευρά του Λαζόπουλου- Περόν με ενοχλεί.
-Σουρεαλιστική η συνάντησή σας με τη Χειλουδάκη στο βιβλίο σας...
-Εξαιρετικά σουρεαλιστική, εξαιρετικά χρήσιμη. Είναι ένας άνθρωπος που ενώ δυσκολεύεσαι τρομερά να τον συμπαθήσεις-δεν μπορείς να συμπαθήσεις έναν άνθρωπο που λέει ότι χαίρεται επειδή έπαθε ένας άλλος άνθρωπος καρκίνο-αναγνωρίζει σε αυτήν ότι έχει ένα τρομερό θάρρος. Ένας άνθρωπος που αποφασίζει και φέρει εις πέρας να ευθυγραμμίσει το σώμα του με τη ψυχή του, που δεν θέλει να είναι «εσαεί ένας πουστάκος με φουστάνια, να χω πουλί και να φοράω τις φουστίτσες μου», θέλει απίστευτο ψυχικό σθένος να ακρωτηριαστεί. Μπορείς να της προσάψεις τα πάντα εκτός από έλλειψη θάρρους. Τρομακτικό θάρρος!
-Ποιοι είναι οι ενδιαφέροντες άνθρωποι;
-Πάντοτε είμαι έτοιμος να ακούσω μία καλή ιστορία.. Οι καλοί αφηγητές για μένα είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντες, αν έχουν και το προσόν και η ιστορία που αφηγούνται να είναι το ίδιο όμορφη-άξια να την ακούσεις-τότε το αποτέλεσμα είναι υπέροχο. Ο Λαμπρίας ήτανε μία περίπτωση ανθρώπου στο βιβλίο που και την ιστορία είχε, και ήταν εξαιρετικός αφηγητής ο ίδιος. Με τη Χειλουδάκη έπρεπε ο ίδιος να παρουσιάσω την ιστορία, γιατί η ίδια δεν ήτα τόσο καλή αφηγήτρια όσο η ιστορία της. Η ιστορία της την υπερέβαινε. 
-Τι φοβάστε στη ζωή σας;
-Δεν έχω ιδιαίτερους φόβους, χωρίς να στο παίζω και ατρόμητος. Δεν περνάω όμως και την κάθε μου μέρα σκεπτόμενος «πω πω τι θα κάνω άμα βρεθώ σε αυτήν την περίπτωση;».
-Πως ξυπνάτε τα πρωινά;
-Ξυπνάω πολύ καλά. Από τότε που έγινα πατέρας έχει αλλάξει εντελώς το βιολογικό μου ρολόι. Παλιά ήμουνα ο τύπος ο ξενύχτης, ο κλασσικός μπαρόβιος που κοιμότανε στις 3 και θα ξυπνούσε στις 11. Το παιδί παίρνει αυτό το ρολόι, το πετάει στα σκουπίδια, και βάζει το δικό του ρολόι- το ρολόι του νηπιαγωγείου ή του δημοτικού που λέει ότι θα ξυπνάς 7 η ώρα.
-Σας αρέσει αυτό;
-Τώρα πια, ναι. Τώρα και να κοιμηθώ στις 3-που σπανιότατα συμβαίνει-ξυπνάω αυτόματα στις 7 το πρωί. Μου αρέσει!
-Είναι πιο ωραία η μέρα;
-Είναι πιο ωραία. Οι καταχρήσεις είναι ωραίες τη στιγμή που γίνονται. Μου αρέσει να έχω το μυαλό μου καθαρό. Ένας από τους μεγάλους μύθους που ακολουθεί τους συγγραφείς, είναι ο συγγραφέας με το ουίσκι δίπλα του. Οι συγγραφείς είτε δεν είναι αλκοολικοί, είτε- αν ήταν- έπαυαν να είναι συγγραφείς, γιατί η συγγραφή είναι αναπόσπαστη με τη μνήμη. Μυθιστοριογράφος χωρίς μνήμη δεν μπορεί να λειτουργήσει. 
-Πως θα κυλήσει η μέρα σας σήμερα;
-Θα γράψω το κομμάτι που γράφω στα «Νέα» και το βράδυ θα πάω να δω το γιο μου-θα βρίσκεται με τους φίλους του μέχρι τις 11-θα τον φέρω εδώ, και μετά θα τον πάω πάλι πίσω στο σπίτι.
Δημοσίευση στον "Φιλελεύθερο" της Κύπρου (ένθετο "Υστερόγραφο"), το Μάρτιο του 2008, με την ευκαιρία έκδοσης του μυθιστορήματός του "Νεοέλληνες" από τις εκδόσεις "Μεταίχμιο"