14.10.11

ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΟΛΥΚΑΝΔΡΙΩΤΗΣ: "ΕΠΑΘΑ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΕΠΑΙΖΑ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ"


Έχει γράψει 1000 περίπου τραγούδια και πολλαπλάσιες μελωδίες, συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους τραγουδιστές, δίδαξε νέα παιδιά και αναγνωρίστηκε πολλές φορές για την προσφορά του στο τραγούδι. Ο άνθρωπος που ταυτίστηκε με το μπουζούκι όσο κανένας άλλος μουσικός στην Ελλάδα, μιλάει για τη ζωή του.
Ξυπνάει πολύ νωρίς σχεδόν καθημερινά, στο σπίτι όπου μένει, στη Νέα Ερυθραία, μαζί με την σύζυγό του, για 40 ολόκληρα χρόνια, Μάγδα, «τον πιο σημαντικό μου άνθρωπο», όπως λέει. «Αν δεν υπήρχε η οικογένειά μου, ίσως εγώ να μην ήμουνα αυτό που είμαι σήμερα. Χωρίς τη στήριξη της γυναίκας μου αλλά και των παιδιών μου, της Μαρίας και της Βιβής, δεν θα μπορούσα να κάνω τίποτα. Επίσης, αν έχω μία άνεση να ζω σήμερα καλά, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στη γυναίκα μου, η οποία έκανε τη σωστή διαχείριση των οικονομικών μας και προνόησε», συνεχίζει. Από τις 8 το πρωί μπαίνει στο στούντιο που έχει ο ίδιος δημιουργήσει στο σπίτι, γράφει συνεχώς μουσική, τα βιβλία που ετοιμάζει, το μεσημέρι ξεκουράζεται για λίγο, συνεχίζει το απόγευμα. Και όχι δεν κουράζεται. «Γιατί η δημιουργία μόνο ζωή μου δίνει», λέει.
-Υπήρξε ποτέ έστω και μία μέρα που να μην πιάσατε στα χέρια σας το μπουζούκι;
-Ναι. Τον τελευταίο χρόνο μου συνέβη αυτό, για δεύτερη φορά στη ζωή μου, λόγω ενός προβλήματος που είχα στο αριστερό μου χέρι. Και πάλι, όμως- αν και έπρεπε να κάνω αποχή- το μπουζούκι το κρατούσα καθημερινά στα χέρια μου, γιατί αυτό είναι πιο πάνω από τη ζωή μου. Κάτι παρόμοιο μου είχε συμβεί και το 1981 που παραλίγο να έχανα το δεξί μου το χέρι, από υπέρχρηση. Έπαιζα τότε ένα κομμάτι και μετά το δεξί μου χέρι κοκάλωνε. Εκείνη την περίοδο, για 3 μήνες, δεν είχα παίξει καθόλου- πέρασα τις πιο τραγικές μέρες της ζωής μου-, αν και αυτό το διάστημα είχα γράψει 13 τραγούδια με τα δάχτυλά μου- χωρίς, δηλαδή, να παίζω με την πένα-, μεταξύ αυτών και το «τα πήρες όλα κι έφυγες». Ίσως γι αυτό, το συγκεκριμένο τραγούδι, είναι από τα δύο τρία πιο αγαπημένα μου.
-Ξεπεράσατε το πρόβλημα που δημιουργήθηκε τον τελευταίο καιρό στο χέρι σας;
-Ναι. Αν και ήταν πολύ δύσκολο. Είχα μεγάλη ψυχολογική κατατονία.
-Φοβηθήκατε ότι μπορεί να μην ξαναπαίξετε μπουζούκι;
-Αυτός ήταν ίσως ο λόγος που επιδεινώθηκε η κατάστασή μου. Γιατί, στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου, μου είχε μπει η ιδέα ότι «δεν θα ξαναπαίξεις μπουζούκι Θανάση, τελείωσες!». Αυτό δυσκόλεψε περισσότερο την αποθεραπεία μου, σε σημείο που να πάρω χάπια για ψυχολογική υποστήριξη.
-Πως ήταν αυτές οι μέρες που δεν μπορούσατε να παίξετε μπουζούκι;
-Καταθλιπτικές. Όταν δεν μπορείς να κάνεις στη ζωή σου εκείνο που σε ευχαριστεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, σου έρχεται να τρελαθείς, να βάλεις τα κλάματα, δεν θέλεις να δεις τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου, τους φίλους σου, σου φταίνε όλα. Ήμουν ένας άνθρωπος μισός, για πολλές μέρες. Η εξάρτηση που έχω εγώ από το όργανο είναι κάτι το μοναδικό- που μπορεί, κάποιες φορές, να είναι και καλό, αλλά να είναι και κακό.
-Διατηρείτε επαφές με τραγουδιστές με τους οποίους συνεργαστήκατε, όπως με το Βοσκόπουλο, τον Πάριο, τη Μαρινέλλα, την Αλεξίου;
-Με την Αλεξίου λιγότερο, αν και μεγαλώσαμε μαζί στην καλλιτεχνία. Θυμάμαι μάλιστα ότι την είχε φέρει ένας φίλος της με την ποδιά του σχολείου στην «Αρχιτεκτονική» για να την ακούσουμε τότε για πρώτη φορά και είχαμε όλοι ενθουσιαστεί με τη φωνή της. Με τους περισσότερους τραγουδιστές, όμως, δεν είμαστε καθημερινά μαζί. Γιατί, δυστυχώς, όλο αυτό το λαμπερό των τραγουδιστών δεν είναι για πάντα, κάποια στιγμή σβήνουν τα φώτα. Αλλά εκεί, στο σβήσιμο των φώτων, πρέπει να ξέρεις να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα για να υπάρχεις στη συνείδηση του κόσμου, με την ανάλογη προσφορά σου, αλλά και στη συνείδηση των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάστηκες κάποια στιγμή. Με τους παλιούς τραγουδιστές μπορούσε να κάνεις κάποιου είδους φιλίες- ήταν φίλοι μου ο Καζαντζίδης, ο Διονυσίου, η Μαρινέλλα, ο Πάριος, ο Βοσκόπουλος-, με τους καινούργιους όμως είναι κάπως δύσκολο αυτό. Οι παλιοί είχαν απλότητα στον τρόπο δουλειάς τους, γιατί απλή ήταν και η ζωή τους. Οι καινούργιοι δεν το χουν αυτό.
-Έχετε εισπράξει αχαριστία από τους τραγουδιστές;
-Από πολλούς. Αλλά δεν μ ακουμπάει αυτό. Αν είσαι καλός άνθρωπος δεν μπορείς να κρατήσεις κακία σε τίποτα, αν είσαι καθίκι θα κάνεις λάθη και θα τιμωρηθείς απ τον ίδιο σου τον εαυτό. Είναι σαν αυτό που μου έλεγε ο πατέρας μου, ο Θεόδωρος: «Ο καλός μουσικός είναι και καλός άνθρωπος, ο κακός μουσικός είναι κακός άνθρωπος. Δεν μπορεί να είσαι κακός άνθρωπος και να παίζεις καλή μουσική!». Υπήρξαν τραγουδιστές που πίστευα ότι ήταν ένα από τα δύο μου χέρια και τελικά βρήκα πόρτα κλειστή σε δύσκολες στιγμές μου. Δεν βαριέσαι!
-Σημερινοί λαϊκοί τραγουδιστές, όπως ο Πλούταρχος, ο Βέρτης, ο Ρέμος, σας αρέσουν;
-Και οι τρεις αυτοί μου αρέσουν πάρα πολύ! Τα παιδιά αυτά δεν έγιναν τυχαία. Το Βέρτη δεν τον έχω ψάξει πολύ αλλά έχει πολύ καλή φωνή, το στυλ του Ρέμου μοιάζει με αυτό του Πάριου- αυτό το ερωτικό κατά κύριο λόγο-, είναι εξαίρετος τραγουδιστής, ενώ αν ο Πλούταρχος τραγουδήσει αυθεντικό λαϊκό τραγούδι, που τώρα μπορεί να μην μπορεί να το κάνει λόγω της εποχής μας, θα πάθετε πλάκα. Εγώ τον άκουσα να τραγουδάει στο στούντιο και είπα «Δεν είναι δυνατόν! Τι φωνή είναι αυτή!». Ακούγοντας τη φωνή του Πλούταρχου θυμήθηκα τη φωνή του Καζαντζίδη, τη φωνή του Στράτου Διονυσίου- τραγουδιστές με τους οποίους συνεργάστηκα στο παρελθόν- και σκέφτηκα «γιατί πάει χαμένο το παιδί αυτό;». Όμως μετά, που κάθισα και το σκέφτηκα, είπα ότι αυτό θέλει να ακούει η νεολαία, έτσι είναι διαμορφωμένο σήμερα το τραγούδι από τα media- το «εύκολο» θα έλεγα- και έτσι καταπιάνονται οι περισσότεροι με αυτό.
-Ποιοι είναι κατά τη γνώμη σας υπερεκτιμημένοι τραγουδιστές σήμερα;
-Αυτοί που βγαίνουν μέσα από τα ριάλιτι. Και το ξέρουν και οι ίδιοι ότι είναι υπερεκτιμημένοι γιατί, όταν κλείσουν τα φώτα των εκπομπών, γνωρίζουν ότι είναι ανακυκλώσιμοι και πως έχουν ήδη φύγει. Πολλές φορές σκέφτομαι «μα, καλά δεν βλέπουν οι άλλοι αυτό το χάλι; Γιατί δεν το κόβουνε;».
-Αυτό πιστεύετε και για τον Νίκο Οικονομόπουλο, που είναι λαϊκός τραγουδιστής και είχε βγει μέσα από το «dream show»;
-Ο Οικονομόπουλος έχει το προτέρημα ότι είναι νέο παιδί και φρέσκος. Αλλά έχει και ένα ελάττωμα: Η τόση πολλή δημοσιότητα και παραδοχή μοιάζει λίγο «ψεύτικη». Το παιδί αξίζει, αλλά είναι πολύ απότομο αυτό το μπαμ που έκανε. Έχει πολύ καλή άρθρωση- την οποία από τους παλιούς είχε και η Μαρινέλλα-, αλλά πρέπει να κάνει λίγο κράτει, για να χει να δώσει και στο μέλλον. Εμείς χτίζαμε πέτρα πέτρα στο παρελθόν και αυτά τα μεγάλα τινάγματα μας είναι άγνωστα.
-Αισθανθήκατε ποτέ παραγκωνισμένος από τη δισκογραφία;
-Πάρα πολύ. Αλλά ήταν τόσο μεγάλη η αγάπη μου για το τραγούδι και τη μουσική που επαναστατούσα σ αυτά. Αρκετές φορές τα κατάφερνα, κάποιες άλλες όχι. Παρόλα αυτά, πρέπει να ζήσεις κάποια πράγματα για να εκτιμήσεις τη συνέχεια. Τα χρόνια και η πείρα σου λένε «εκεί έσφαλες». Και έχω σφάλει σε πολλά πράγματα.
-Ήσασταν περισσότερο συναισθηματικός στη δουλειά σας;
-Δυστυχώς, ναι. Γι αυτό και οι πραγματικοί μου, οι πολύ στενοί μου φίλοι, είναι μετρημένοι στα δάχτυλα και δεν είναι απ το χώρο. Ενώ αγαπώ όλους τους συναδέλφους, τους θαυμάζω και έχω περάσει αξέχαστα με ορισμένους από αυτούς, κανέναν δεν μπορώ να πω «φίλο» με τη βαθύτερη έννοια. Γιατί ο φίλος στην καλλιτεχνία, κάποια στιγμή θα σε πικράνει.
-Θα προτιμούσατε να μην είχε ασχοληθεί με το τραγούδι η κόρη σας, η Μαρία;
-Δεν θα μπορούσα να το πω αυτό, γιατί κανένας γονιός δεν θέλει να μην ασχοληθεί το παιδί του με αυτό που αγαπάει. Η Μαρία ήταν ένα παιδί που είχε τη μουσική προτεραιότητά της. Όταν μας είπε ότι θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι, της είπαμε να σπουδάσει, να κάνει πράγματα που να της δώσουν εχέγγυα για να προχωρήσει. Πράγματι, αυτό έκανε. Έλα όμως που τα παιδιά των καλλιτεχνών, έχουν ένα μειονέκτημα: Το φόβο μήπως τα συγκρίνουν με τους γονείς τους. Με το που κάνει «α» η Μαρία, λένε «είναι κόρη του Πολυκαδριώτη» ή «έκανε αυτό επειδή είναι κόρη του Πολυκανδριώτη». Δεν είναι έτσι. Ο κόσμος, είναι και καλός κριτής αλλά είναι και αρπακτικό. Θέλει να σε διαλύσει όταν νομίζεις ότι αυτό που κάνεις πηγάζει από κάπου αλλού. Και κάπου με πικράνει αυτό. Κάποιες φορές, η Μαρία μου λέει «μπαμπά, εγώ τελείωσα». Τη ρωτάω «γιατί;» και μου απαντάει «η δουλειά έχει γίνει πάρα πολύ άσχημη, οι τραγουδίστριες που βγάζουν τα μπούτια τους έχουν πέραση, οι αξίες δεν αναγνωρίζονται και θα κάνω πλέον πράγματα που αγαπάω, άσχετα αν μου αποφέρουν ή όχι χρήματα». Εγώ της είπα «κάνε ό,τι καταλαβαίνεις, εγώ ξέρω το ταλέντο σου». Να σας πω μόνο ότι, όταν έκανε το πρώτο της cd, δεν είχα ακούσει ούτε ένα τραγούδι πριν κυκλοφορήσει. Τρωγόμουνα, της έλεγα «Μαρία μου, εγώ δεν θα ακούσω τίποτα;». «Όχι», μου απαντούσε. Μέχρι που μία μέρα ξύπνησα, και βρήκα επάνω στην κονσόλα, στο στούντιό μου, ένα cd και ένα σημείωμά της: «Το cd μου είναι έτοιμο. Δεν σε πήρα στο στούντιο να ακούσεις τα τραγούδια γιατί ήθελα, αυτό που έχω στην ψυχή μου να το ολοκληρώσω και μετά να ακούσω τη γνώμη σου».
-Θα λέγατε πως είστε ευτυχισμένος από όσα ζήσατε;
-Σε γενικές γραμμές, ναι. Είμαι 62 χρόνων και αισθάνομαι ότι έχω πάρα πολλά ακόμη να δώσω. Νιώθω νέος, έχω όρεξη, δεν έχω κουραστεί ούτε στιγμή. Αν ξεκινούσα από την αρχή, πάλι τα ίδια θα ήθελα να κάνω: Και τα λάθη μου και τα σωστά μου. Φαντάζομαι ότι πολλοί θα ήθελαν να ζήσουν μία ζωή σαν τη δική μου, κάποιοι ίσως να με ζηλεύουν, αλλά θέλω να τους διαβεβαιώσω ότι όλα – μα, όλα- χτίστηκαν επάνω σε υγιείς βάσεις και τα πάντα στη ζωή μου ήταν τίμια. 
Δημοσίευση στο περιοδικό People, τον Οκτώβριο του 2011.